«Για το λαό έγραφε και στην αγάπη του λαού υπολόγιζε» – Σαν σήμερα έφυγε από τη ζωή ο Γρηγόριος Ξενόπουλος
O σπουδαίος μυθιστοριογράφος, συγγραφέας θεατρικών έργων και κριτικός, Γρηγόριος Ξενόπουλος, αν και δεν ακολούθησε με συνέπεια τη σοσιαλιστική ιδεολογία, ωστόσο δεν πέρασε ποτέ με τις δυνάμεις της αντίδρασης. Στάθηκε πάντα με συμπάθεια απέναντι στο λαό.
Σαν σήμερα, στις 14 του Γενάρη 1951, έφευγε από τη ζωή ο σπουδαίος μυθιστοριογράφος, συγγραφέας θεατρικών έργων και κριτικός, Γρηγόριος Ξενόπουλος.
Θεωρείται και είναι ο πατέρας του ελληνικού αστικού μυθιστορήματος και του ελληνικού αστικού θεάτρου, «αστικού» όχι μόνο με την ταξική έννοια αλλά και για το γεγονός ότι στα έργα του πρωταγωνιστούν άνθρωποι που ζούνε στις πόλεις. Υπήρξε παράδειγμα και υπόδειγμα πνευματικού εργάτη.
Το έργο του είναι μεγάλο σε όγκο και αξία. Μυθιστοριογράφος, διηγηματογράφος, θεατρικός συγγραφέας, κριτικός της τέχνης και συγγραφέας για παιδιά δέσποζε στον πνευματικό χώρο της πατρίδας μας για 65 ολόκληρα χρόνια. Έγραψε περισσότερα από 80 μυθιστορήματα, πλήθος διηγημάτων και 46 θεατρικά έργα.
Γεννήθηκε στις 9 του Δεκέμβρη 1867 στην Κωνσταντινούπολη. Το 1868 με την οικογένειά του εγκαθίσταται στη Ζάκυνθο, όπου θα περάσει τα παιδικά και τα πρώτα εφηβικά του χρόνια. Αργότερα εγκαθίσταται στην Αθήνα.
«Ήδη, όταν ήταν μόλις 24 χρόνων, το 1891, δημοσίευσε σε συνέχειες στη «Διάπλαση των Παίδων», το πρώτο του μυθιστόρημα στη δημοτική γλώσσα με τον τίτλο «Η αδελφούλα μου». Ηρωίδα του μυθιστορήματος, η Λιλή αντιδρά στις κοινωνικές προκαταλήψεις και τα κοινωνικά στερεότυπα της εποχής της για το ρόλο της γυναίκας και δίνει λύσεις στα οικονομικά αδιέξοδα της οικογένειάς της. Το έργο αυτό τυπώθηκε αργότερα, το 1923, σε βιβλίο και έχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Πραγματικά, η πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος ήταν η αδελφούλα του Ξενόπουλου Αικατερίνη, που πέθανε στη Ζάκυνθο το 1934» σημειώνει στο Ριζοσπάστη η Αλίκη Ξένου – Βενάρδου.
Στα φοιτητικά του χρόνια και αργότερα παίρνει μέρος στους σοσιαλιστικούς ομίλους. Το μυθιστόρημά του «Πλούσιοι και Φτωχοί» είναι εμπνευσμένο από τη σοσιαλιστική αυτή κίνηση. Πήρε μέρος στο κίνημα του «Δημοτικισμού» και η προσφορά του στην καθιέρωση της γλώσσας του λαού στη λογοτεχνία μας υπήρξε πολύτιμη και αποφασιστική.
«Ο Ξενόπουλος είναι προοδευτικός αστός και την προοδευτικότητά του τη φτάνει ως τα ακρότατα όρια που έφτασε η προοδευτικότητα της τάξης του, ή, σωστότερα, η πιο προοδευτική μερίδα της. Κι η δειλία, η δισταχτικότητα, οι ταλαντεύσεις του είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τάξης του.(…) Αν και δεν ακολούθησε με συνέπεια τη σοσιαλιστική ιδεολογία, ωστόσο δεν πέρασε ποτέ με τις δυνάμεις της αντίδρασης. Στάθηκε πάντα με συμπάθεια απέναντι στο λαό. Για το λαό έγραφε και στην αγάπη του λαού υπολόγιζε» γράφει ο Τάκης Αδάμος στο βιβλίο του «Η λογοτεχνική κληρονομιά μας (Από μια άλλη σκοπιά)» εκδ. Καστανιώτης.
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος διετέλεσε αρχισυντάκτης στο περιοδικό «Η Διάπλασις των Παίδων» κατά την περίοδο 1896-1948 και ήταν ο ιδρυτής και εκδότης του περιοδικού «Νέα Εστία».
Το 1931 έγινε ακαδημαϊκός και μαζί με τους Κωστή Παλαμά, Άγγελο Σικελιανό και Νίκο Καζαντζάκη ίδρυσε την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της.
Στα χρόνια της χιτλερικής κατοχής εντάχτηκε στις γραμμές του ΕΑΜ και παρά την προχωρημένη ηλικία του πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες στον αγώνα σαν πρόεδρος της εθνικοτοπικής ένωσης Εφτανησίων, που ήταν μια από τις εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις του ΕΑΜ στην Αθήνα. Στο ίδιο βιβλίο του Τάκη Αδάμου καταγράφεται η παρακάτω μαρτυρία του Λευκαδίτη λογοτέχνη και αγωνιστή της Αντίστασης Νίκου Κατηφόρη, για τον Γρ. Ξενόπουλο:
«(…)Το ΕΑΜ μου ανάθεσε να μεσολαβήσω για ν’ αναλάβει την προεδρεία της «Ένωσης των Επτανησίων» που αποτελούσε τη νόμιμη εμφάνιση της εθνικής απελευθερωτικής οργάνωσης των Επτανησιωτών της πρωτεύουσας. Όχι γιατί αμφέβαλα για την αγωνιστικότητά του, μα γιατί ήτανε πια εβδομηνταπεντάρης και άρρωστος είχα πολλές αμφιβολίες αν θάπαιρνε τέτοια δουλειά, που είχε και φασαρίες και κινδύνους όχι μικρούς, όπως αποδείχτηκε, αφού οι Γερμανοί μάς τουφέκισαν διαδοχικά τρία δραστήρια μέλη μας… Μα αυτός ο άνθρωπος που είχε μείνει πια ένα πετσί και κόκκαλο, εντελώς αδίσταχτα, εντελώς ήρεμα και απλά, σα νάτανε κάτι που το περίμενε και τόχε άποφασίσει, δέχτηκε αμέσως χωρίς συζήτηση. Και ελάμπρυνε με την παρουσία του το συμβούλιό μας λύνοντάς του μαζί και το τόσο δύσκολο τότε πρόβλημα της στέγης, αφού μας παραχώρησε για τις συνεδριάσεις το σπίτι του. Στις τυχόν διαφωνίες μας δεχόταν πάντα τις προτάσεις του παράνομου μηχανισμού που τις μυριζότανε από το πρόσωπο που τις έκανε. Και μ’ όλη του την αρρώστια και τα γεράματα, με ταξί ή με τα πόδια δεν εδίσταζε να τρέχει μαζί μας στους λεγάμενους πρωθυπουργούς και υπουργούς της κατοχής για διάφορα διαβήματα. Κι όταν ήρθε ένας καιρός, που η Κομαντατούρα μάς γύρεψε κατάλογο των μελών της διοίκησης, εμείς, από φόβο μήπως έχει καμιά περιπέτεια με κείνους τους κανίβαλους, του είπαμε αν ήθελε να παραιτηθεί τυπικά. Και κείνος απάντησε:
– Όχι! Αν με ζητήσουν θα πάω!..».
Η πατριωτική αυτή δραστηριότητα του Ξενόπουλου ήταν το καλύτερο επιστέγασμα της πλούσιας πνευματικής δημιουργίας του. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 84 χρόνων, αφού ολοκλήρωσε το έργο του και γνώρισε την αγάπη και το θαυμασμό των χιλιάδων αναγνωστών του, τη συμπάθεια και την εκτίμηση του λαού.
Πατώντας εδώ μπορείτε να περιηγηθείτε σε όλες τις πολύ ενδιαφέρουσες αναρτήσεις του περιοδικού για τον Γρηγόριο Ξενόπουλο.