«Θυμάσαι πατέρα;»

«Γιατί κρατάς αυτό το κόκκινο πανί, μπάρμπα;»
«Είναι το αίμα μου, παιδί μου.»
Με κοίταξε ίσια στα μάτια κι άλλη λέξη δεν είπε, ήταν σαν με κάρφωσε με μαχαίρι. Παρακάτω τους περίμεναν κι άλλοι εργατικοί άνθρωποι και παρακάτω άλλοι κι άλλοι κι άλλοι και φώναζαν όλοι μαζί. Μυαλωμένα πράματα έλεγαν. Άρχισα να φωνάζω κι εγώ.