Το διήγημα της Πέμπτης: «Ο εφιάλτης των Βερσαλλιών» του Προσπέρ Ολιβιέ Λισαγκαρέ

Όσο για τις τερατώδεις αδικίες της οικονομικής σας οργάνωσης, όσο για τις ανάγκες των εργατών, όσο για το οικονομικό σπαθί που αντικατέστησε το σπαθί του αριστοκράτη, δε λέτε λέξη. Το σοσιαλισμό, τον καταπνίγετε και τον αρνείστε. Σε αυτό το σημείο, συμφωνείτε και ταυτίζεστε πλήρως, δεξιοί κι αριστεροί, συντηρητικοί και δημοκρατικοί.

Το διήγημα της Πέμπτης: «Ο εφιάλτης των Βερσαλλιών» του Προσπέρ Ολιβιέ Λισαγκαρέ

Δυο πολύ μικρά αλλά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το αλληγορικό διήγημα  «Ο εφιάλτης των Βερσαλλιών» του Προσπέρ Ολιβιέ Λισαγκαρέ, φιλοξενεί η στήλη, από την ολοκαίνουργια εξαιρετική ομότιτλη έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής», που κυκλοφόρησε με αφορμή τα 150 χρόνια από την Κομμούνα του Παρισιού (ή Παρισινή Κομμούνα), σε μετάφραση Έλσας Βακάλη.

Η Κομμούνα του Παρισιού υπήρξε η πρώτη προλεταριακή επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Για πρώτη φορά, οι εργάτες του Παρισιού ανέτρεψαν την αστική κυβέρνηση και αρχίζουν να οικοδομούν το δικό τους κράτος, διακηρύσσοντας την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Είχε σύντομη ζωή, δέκα βδομάδες ή 72 μέρες (18 Μάρτη – 28 Μάη 1871), ήταν όμως αρκετή  για να σφραγίσει ολόκληρη την κοινωνική και πολιτική ζωή.

Στις 28 του Μάη 1871 η Παρισινή Κομμούνα πνίγεται στο αίμα, με την αγριότητα των νικητών να ξεπερνάει κάθε προηγούμενο. Σχεδόν 100.000 Παριζιάνοι καταλήγουν στη φυλακή ή εξόριστοι, εκτοπίζονται, εκτελούνται.

Όπως σημειώνεται στον πρόλογο που υπογράφεται από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», «σε αυτό το αλληγορικό διήγημα ο Λισαγκαρέ μεταφέρει τον αναγνώστη στην αίθουσα του παλατιού των Βερσαλλιών, όπου συνεδριάζει η Εθνοσυνέλευση της Γαλλίας με σκοπό τη συγκρότηση Συντάγματος μετά από την κατάπνιξη της Παρισινής Κομμούνας το Μάη του 1871.

Μέσα από μυθοπλαστικά στοιχεία ο συγγραφέας, με το έντονα δηκτικό του ύφος, παρουσιάζει τους αστούς βουλευτές της Εθνοσυνέλευσης να ξιφουλκούν για το ποιος θα έχει το πάνω χέρι στην αιματοβαμμένη τάξη που βασιλεύει μετά από τη σφαγή του παρισινού προλεταριάτου, για να εξασφαλιστεί η διαιώνιση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Τη συνεδρίαση διακόπτει η εμφάνιση των εξαϋλωμένων μορφών των εκτελεσμένων Κομμουνάρων, που κατακλύζουν την αίθουσα και απαιτούν τη δικαίωση του αγώνα τους: «λαέ, να θυμάσαι τους εκτελεσμένους του Μάη!» είναι το ανάθεμα που προκαλεί τρόμο στη σαστισμένη Εθνοσυνέλευση.

Με αυτόν τον ευρηματικό τρόπο ο Λισαγκαρέ συστήνει στους αναγνώστες τις μορφές των επαναστατών που πρωταγωνίστησαν στην Κομμούνα, αναδεικνύει τον ηρωισμό των προλετάριων αντρών, γυναικών και παιδιών που πολέμησαν στα οδοφράγματα του Παρισιού, λοιδορεί την αστική κυβέρνηση «Εθνικής Άμυνας» και αποτυπώνειτη φρίκη των δεκάδων χιλιάδων εκτελέσεων κατά την καταστολή της Κομμούνας.

Η συγγραφή και η έκδοση του διηγήματος έγινε την περίοδο 1872-1873 στις Βρυξέλλες όπου είχε καταφύγει ο Λισαγκαρέ μετά από την ήττα της Κομμούνας. Στο κείμενο περιλαμβάνονται αρκετές αναφορές σε γεγονότα της περιόδου, στο ρόλο που διαδραμάτισαν αστοί πολιτικοί, καθώς και στις εξεγέρσεις κι επαναστάσεις που γνώρισε το Παρίσι τις προηγούμενες δεκαετίες, ξεκινώντας από τη μεγάλη Γαλλική Επανάσταση του 1789 και φτάνοντας μέχρι τα επαναστατικά γεγονότα του 1830 και του 1848.»

Η έκδοση εμπλουτίζεται με υποσημειώσεις με πληροφορίες, εικαστικά έργα και φωτογραφίες για τα ιστορικά γεγονότα και τα πρόσωπα που αναφέρονται στο κείμενο. Πολύ κατατοπιστικός ο πρόλογος που δίνει το ιστορικό πλαίσιο πάνω στο οποίο εξελίχτηκαν τα γεγονότα της περιόδου της Κομμούνας.

Ο Προσπέρ Ολιβιέ Λισαγκαρέ (Prosper-Olivier Lissagaray, 1838-1901) ήταν Γάλλος δημοσιογράφος, που πήρε ενεργό μέρος στα γεγονότα της Κομμούνας, πολεμώντας στα οδοφράγματα και διευθύνοντας τις επαναστατικές εφημερίδες «Δράση» (L’ Action) και «Βήμα του Λαού» (Le Tribun du peuple). Μετά από την ήττα της Κομμούνας διέφυγε αρχικά στις Βρυξέλλες, όπου έγραψε το έργο «Οκτώ μέρες του Μάη πίσω από τα οδοφράγματα» (Huit journees de mai derriere les barricades), καθώς και το παρόν διήγημα με τίτλο «Ο εφιάλτης των Βερσαλλιών» (La vision de Versailles). Επειτα ταξίδεψε στο Λονδίνο, όπου γνωρίστηκε με τον Καρλ Μαρξ και φιλοξενήθηκε έως το 1880 στο σπίτι της οικογένειας Μαρξ. Κατά την παραμονή του στο Λονδίνο έγραψε την «Ιστορία της Παρισινής Κομμούνας του 1871» (L’ histoire de la commune de 1871), την οποία ο Μαρξ επαίνεσε ως έργο, ενώ την μετάφρασε στα Αγγλικά η κόρη του Μαρξ, Ελεονόρα.

Στα δυο μικρά αποσπάσματα από το διήγημα που ακολουθούν δεν μεταφέρουμε τις αρκετές πολύ ενδιαφέρουσες υποσημειώσεις, τις οποίες μπορείτε να διαβάσετε στο κείμενο της έκδοσης.

Ο εφιάλτης των Βερσαλλιών
(αποσπάσματα)
του Προσπέρ Ολιβιέ Λισαγκαρέ
ετάφραση Έλσας Βακάλη)

(…) Ο Βαρλέν, ολότελα διαλυμένος, αλλά γελαστός ακόμα, με αυτήν την ίδια περιφρόνηση που είχε μπροστά στους δημίους του. Και ακόμα ο Ντομπρόβσκι, ο Μιλιέρ και τόσες άλλες μορφές αναπήρων καλυμμένες με κουρέλια. Όλων τα σπινθηροβόλα μάτια κοιτάνε τους άθλιους βουλευτές, που έχουν τρομοκρατηθεί.

Ο Φερέ σηκώνει το χέρι και η φωνή του αντηχεί σα σάλπιγγα μέσα σ’ αυτήν τη νεκρόπολη:

Μας αναγνωρίζετε, Θιέρσο, ντ’ Οντιφρέ, Μπατμπί! Όλους μας! Από την Επιτροπή Χάριτος! Συντηρητικοί, δημοκρατικοί, μοναρχικοί, όλοι σας μας αναγνωρίζετε. Διατάξατε:

«Να πεθάνουν! Η τάξη, η δουλειά και η ασφάλεια θα ξαναγεννηθούν!»

Τριάντα χιλιάδες από μας είναι νεκροί. Εδώ και δεκαοχτώ μήνες κυριαρχείτε πάνω μας. Τι ακριβώς έχετε θεμελιώσει πάνω στα νεκρά κορμιά μας;

Εδώ και δεκαοχτώ μήνες, η οργή σας όλο και μεγαλώνει. Το Παρίσι βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας, η Λιόν υπό τον Μπουρμπακί, η Μασσαλία υπό τον Εσπιβάν, υπάρχει απαγόρευση συναθροίσεων, έχει μπει λουκέτο στις ανεξάρτητες εφημερίδες, τα συμβούλια πολέμου είναι πλέον μόνιμα, οι συλλήψεις δεν έχουν τέλος, οι συνεδριάσεις των δημοτικών συμβουλίων έχουν σταματήσει, τα αιτήματα του λαού αγνοούνται, το δικαίωμα ψήφου έχει αφαιρεθεί. Αυτή είναι η τάξη που υποσχεθήκατε;

Μόλις που προλάβατε να ξανασυγκεντρωθείτε και οι παραγγελίες σταμάτησαν, οι χρεοκοπίες συσσωρεύονταν, τα μηχανουργεία έκλεισαν και, αν δεν ήταν οι στρατιώτες σας, θα λυγίζατε υπό το βάρος των απεργιών. Να τι κάνατε για την εργασία!

Όλοι έχουν το φόβο να ξυπνήσουν μια μέρα αιχμάλωτοι ενός πραξικοπήματος. Ο Λαντμιρώ, ο βοναπαρτιστής, διοικητής στο Παρίσι, ο ορλεανιστής Ντικρό στην Μπουρζ, ο Σανζύ, ο θιερσιστής στην Τουρ. Ο στρατός σας καθηλωμένος μέσα στα στρατόπεδα, φτιαγμένος για να περιφρονεί τους πολίτες, δεν είναι παρά ένας πραιτοριανός στρατός. Να τι κάνατε για την ασφάλεια!

Τα δάνειά σας ξεπέρασαν και τα οικονομικά όργια της εποχής της Αντιβασιλείας -η εμπορική συμφωνία που κάνατε υποχρέωσε ολόκληρο το έθνος να στενάζει για τα κέρδη μιας χούφτας προνομιούχων βιομηχάνων. Αυτή είναι η ευημερία που υποσχεθήκατε;

Η Πρωσία σάς χειροκροτεί. Συνάπτει συμφωνία ειρήνης με τη βασιλεία σας. Ξέρει πως είστε αναγκαίοι για την ατίμωση της χώρας. Ξέρει πως, αν είστε στο τιμόνι, η Γαλλία θα αφανιστεί.

Σφαγιάσατε τριάντα χιλιάδες ανθρώπους, προγράψατε, φυλακίσατε κι εξορίσατε άλλους είκοσι χιλιάδες. Η πολιτική λαιμητόμος έτοιμη, η Γαλλία πεσμένη στα πόδια του Μπίσμαρκ αλυσοδεμένη, η λεία του πρώτου θρασύτατου στρατηγού που θα την διεκδικήσει, σίγουρη. Θέλει να την πάρει. Ορίστε το έργο σας! Αρκετά! Θα σεβαστείτε το αίμα μας!

(…)

Μιλιέρ – Τονί Μουαλάν: Μας τουφεκίσατε, παρόλο που δε βρεθήκαμε ούτε σε μία μάχη! Μόνο και μόνο επειδή ήμασταν σοσιαλιστές. Εσείς οι ίδιοι το παραδεχτήκατε.

Φωνή των εκτελεσμένων: Τι θα είχατε πει αν είχαμε σκοτώσει όλους τους συντηρητικούς! Στους δύο μήνες κυριαρχίας, απόλυτης κυριαρχίας του Παρισιού, δεν καταδικάσαμε σε θάνατο ούτε έναν πολιτικό μας αντίπαλο.

Βαρλέν: Πολεμήσατε την Κομμούνα, και τι καταλάβατε; Η επανάσταση ξεκινούσε και πιστέψατε ότι έρχεται το τέλος του κόσμου. Μετά από τη σφαγή, ξεκινήσατε έρευνα για να μάθετε τι ήθελε το Παρίσι. Αντί να εξετάσετε σε βάθος όμως, να παραδεχτείτε και να διορθώσετε τις αδικίες του συστήματος σας, το μόνο που βγάλατε ήταν ένα φυλλάδιο στο οποίο εξυμνούσατε τους εαυτούς σας. Όσο για τις τερατώδεις αδικίες της οικονομικής σας οργάνωσης, όσο για τις ανάγκες των εργατών, όσο για το οικονομικό σπαθί που αντικατέστησε το σπαθί του αριστοκράτη, δε λέτε λέξη. Το σοσιαλισμό, τον καταπνίγετε και τον αρνείστε. Σε αυτό το σημείο, συμφωνείτε και ταυτίζεστε πλήρως, δεξιοί κι αριστεροί, συντηρητικοί και δημοκρατικοί. Μπροστά στο αιματοβαμμένο Παρίσι, το κατακόκκινο από τη μάχη, οι ριζοσπάστες σας είπαν πως δεν υπάρχει η ψυχή του λαού στην επανάσταση της 18ης Μάρτη.

Όμως, το ξέρετε καλά πως σε όλο το Παρίσι, σε κάθε δρόμο, σε κάθε σοκάκι, δεν υπάρχει ούτε ένα χορταράκι που να μη φυτρώνει στο στέρνο κάποιου ομόσπονδου, ούτε κήπος, ούτε ένα τόσο δα μέρος που να μην έχει δικό του ομαδικό τάφο προλετάριων. Και κάτω από τη γη αυτή, την παραγεμισμένη με νεκρά κορμιά, κανείς από σας δε νιώθει να βράζει μια κοινωνική αναταραχή; Ω μεγάλο Παρίσι του Λαού! Μάταια ήταν που πρόσφερες αυτό το ολοκαύτωμα εκατό χιλιάδων δικών σου παιδιών!

Πιστεύετε πως οι εργάτες παίρνουν διαταγές, πως τις απεργίες, τις υποθάλπουν μυστικοί πράκτορες! Δεν έχετε πατήσει ποτέ το πόδι σας σ’ ένα εργοστάσιο, σ’ ένα ορυχείο, σ’ ένα εργαστήριο; Αγνοείτε πως, μέσω του μεροκάματου, το αφεντικό κρατάει αλυσοδεμένο τον εργάτη και μπορεί να τον απολύσει κατά βούληση;

Ον πράκτορες που μας υποκινούν είναι οι ατελείωτες ώρες δουλειάς, τα άπληστα αφεντικά, οι άνεργοι, οι άθλιοι. Ορίστε οι συνωμότες. (…)

“Το διήγημα της Πέμπτης”: Δείτε όλα τα διηγήματα εδώ.

 

Δείτε και τη βιβλιοπαρουσίαση:

Προσπέρ Ολιβιέ Λισαγκαρέ – «Ο εφιάλτης των Βερσαλλιών»

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: