Άλμπατρος
Ένα Άλμπατρος σχίζει ακίνητο την ερημιά των αιθέρων
κι ύστερα αργά – αργά βουλιάζει στην απεραντοσύνη
και χάνεται σε μιαν ανυπέρβλητη ελευθερία
που συντελείται στο διηνεκές…
Ονειροπόλοι και ταξιδευτές της ανοιχτής θάλασσας,
με τα μεγάλα λευκά φτερά για τα αλαργινά ταξίδια
των απόκρημνων ιδανικών και των οραμάτων,
εκεί που ο συντελεσμένος χρόνος σταματά και ξαποσταίνει,
εκεί που μυριάδες χρώματα και ήχοι υφαίνονται εξ’ αρχής…
Αιώρηση, ομορφιά, μεγαλοπρέπεια…
Οι αγγελιοφόροι του Θεού φεύγουν για άλλους τόπους,
φτεροκοπώντας πάνω από τα ψηλά κατάρτια,
πίσω από τους λευκούς αφρούς των ποντοπόρων καραβιών
μ’ έναν έρωτα ταμένο στο γαλάζιο, δίχως προορισμό,
σα να μην υπάρχει καμιά ξενιτιά στη γη…
Λάμψη κι ομορφιά και καλοτυχιά για τις ψυχές
που παγιδεύτηκαν στα μονοπάτια της θάλασσας,
στις γυμνές ώρες, στη σκόρπια μοναξιά…
Για να μετανοήσει η μνήμη και να ελπίσει
κι η λύπη να εξαγνιστεί και να μεταλλαχτεί
σε ευτυχίας δάκρυα…
Γιατί άλλοι κληρονόμησαν το χώμα, το αίμα και τις πληγές
κι άλλοι την ευφορία και το άθροισμα του ουρανού,
Γιατί άλλοι εξορίστηκαν στην πέτρα και στη δίψα
κι άλλοι, απαλλαγμένοι απ’ το βάρος της αμαρτίας,
αποκαλύπτουν τη νέα λευτεριά στο διάφανο διάστημα ….
Σ’ αυτή την έξαρση των αισθήσεων, σ’ αυτή την αθέατη
κι ατέρμονη αντιπαράθεση για το ύψος του ήλιου,
Ρηγάδες του ανεξάντλητου ουρανού, εμπιστευτείτε με
γι’ αυτό που μέλλει να υπάρξει…
Πείτε μου πως σπάτε τα δεσμά της αιχμαλωσίας
κι εναντιώνεστε στις θύελλες και στον άνεμο;
Ρέμβη, μελαγχολία, πλήξη, μοναξιά…
Ωστόσο,
τα όνειρα πάντα δραπετεύουν και σα λαθρεπιβάτες
ταξιδεύουν πάνω στις πλατιές φτερούγες σας…
Για να χρυσίσει στο φως η ελπίδα μιας γαλάζιας άνοιξης,
για να φυσήξει πρίμος άνεμος στη ρότα των μεγάλων ταξιδιών,
για να λάμψουν οι συννεφιασμένοι ουρανοί της Ιθάκης
κι εκεί που ανοίγεται η δικαιοσύνη, ο κόσμος των εικόνων
να γίνει τραγούδι κι όνειρο, άγια προσμονή, αίμα
και αθανασία…
Στη σκοτεινή πολυχρωμία τούτου του άδοξου κόσμου,
όταν δύει ο ήλιος, ένα σμήνος λευκόχρυσων πουλιών
χαμηλώνει και μια φτερούγα, σαν μικρή λαβωμένη χαρά,
αγγίζει στοργικά τη στιλπνή γαλήνη της άγρυπνης θάλασσας…
Και εκεί που σμίγει ο έρωτας με τους ιριδισμούς του δειλινού
ανάβει πάλι η μετέωρη γραμμή του πεπρωμένου
κι η άγια ψυχή υψώνεται πάνγλαυκη και ολοζώντανη
πάνω απ’ το αμίλητο νερό που ριγεί και πάλλεται!…
Ένα Άλμπατρος σχίζει ακίνητο την ερημιά των αιθέρων
κι ύστερα αργά – αργά βουλιάζει στην απεραντοσύνη
και χάνεται σε μιαν ανυπέρβλητη ελευθερία
που συντελείται στο διηνεκές…
Έλα ψυχή μου,…
τώρα που έφτασε ο καιρός της ανύψωσης
ανέβα στα λευκά φτερά ν’ αφουγκραστείς το κήρυγμα
του ανέμου,
να γίνεις αχός κι αντίλαλος στους καινούριους ορίζοντες
κι εκεί που χαράζεται η κραυγή να νιώσεις το χτύπο
της αληθινής ζωής…
Ν’ ανακαλύψεις επιτέλους το βαθύ μυστικό που οδηγεί
στη λύτρωση,
Γιατί άλλος παράδεισος στη γη δεν υπάρχει …
ΓΙΩΡΓΟΣ Δ. ΜΠΙΜΗΣ
*από την ποιητική συλλογή:
‘’Μνήμες της Πέτρας και της Σιωπής’’.