Μπομπ Ντύλαν: Η δολοφονία του Έμετ Τιλ – Μετάφραση στα μέτρα της μελωδίας
Τ’ άψυχο έπειτα παιδάκι, κι έβρεχε βροχή από αίμα,
Στο ποτάμι το βουλιάξαν, να του πνίξουνε τον πόνο
Κι όλο αυτό το φονικό έγινε –δεν είναι ψέμα–
Για να δουν ν’ αργοπεθαίνει, για την πλάκα τους και μόνο
Έμετ Τιλ: Γεννήθηκε στις 25 Ιουλ. 1941 και είχε μόλις κλείσει τα 14, όταν δολοφονήθηκε άγρια στις 28 Αυγ. 1955.
Οι φωτογραφίες του φριχτά παραμορφωμένου πτώματος προκάλεσαν τεράστια αίσθηση σε όλο τον κόσμο, μετά και την απόφαση της μητέρας να μείνει το φέρετρο ανοιχτό κατά τη διάρκεια της κηδείας, ώστε να γίνει γνωστή η βαρβαρότητα των γεγονότων.
Αυτή η σκοτεινή στιγμή συγκλονίζει και σηματοδοτεί την «αυγή» του αναδυόμενου κινήματος των μαύρων.
Τη 1 Δεκέμβρη του ίδιου έτους, σε μία από τις πιο εμβληματικές στιγμές στον αγώνα κατά του ρατσισμού στη χώρα, η μαύρη μοδίστρα Ρόζα Παρκς αρνείται να σηκωθεί στο λεωφορείο για να καθίσει ένας λευκός.
[Βλ. και κάτω: Έμετ Τιλ]
*
Πρόλογος – Μετάφραση – Σημειώσεις
Μπάμπης Ζαφειράτος – Μποτίλια Στον Άνεμο
*
Bob Dylan, The Death of Emmett Till, 1962, Finjan Club, Montreal
Ο Θάνατος του Έμετ Τιλ
Μπομπ Ντύλαν
Μεγάλο Λευκό Θαύμα (1969)
[Μετάφραση στα μέτρα της μελωδίας]
ΉTANE στο Μισισίπι, κι όχι πριν πολύ καιρό
Ένα αγόρι απ’ το Σικάγο πέρασε απ’ τη Νότια πύλη μοναχό
Τέτοια άγρια τραγωδία δεν μπορεί να ξεχαστεί
Το παιδί είχε μαύρο δέρμα και το λέγαν Έμετ Τιλ [1]
Κάποιοι, μέσα σ’ έναν στάβλο το έσυραν και το χτυπούν
Είπανε πως είχε φταίξει, δεν θυμάμαι όμως για τι
Του ’καναν φριχτά μαρτύρια, δύσκολο να ειπωθούν
Μες στο στάβλο κραυγές πόνου, έξω γέλια και γιορτή
Τ’ άψυχο έπειτα παιδάκι, κι έβρεχε βροχή από αίμα,
Στο ποτάμι το βουλιάξαν, να του πνίξουνε τον πόνο
Κι όλο αυτό το φονικό έγινε –δεν είναι ψέμα–
Για να δουν ν’ αργοπεθαίνει, για την πλάκα τους και μόνο
Και στις ΗΠΑ για να πάψουν να φωνάζουν για μια δίκη
Δυο αδέρφια ομολογήσανε το φόνο του φτωχού του Έμετ Τιλ
Μα καμπόσοι απ’ τους ενόρκους στο άγριο έγκλημα μετείχαν
Κι ήταν δίκη παρωδία, δεν τους κάηκε καρφί
Το πρωί το είδα στον τύπο, να το αντέξει ποιος μπορεί,
Απ’ την αίθουσα οι δυο άντρες βγαίναν χαμογελαστοί
Είπαν οι ένορκοι «αθώοι», δες τους τώρα ελεύθερους
Και του Έμετ πλέει το σώμα στου Τζιμ Κρόου [2] τους αφρούς
Αν βουβός μπορείς να μένεις σ’ ένα τέτοιο φονικό
Μέσα σου έχεις πια πεθάνει, σκόνη σού τρώει το μυαλό
Χειροπόδαρα σου αξίζει να ’σαι αλυσοδεμένος, το αίμα σου να ρέει ν’ αδειάζει
Που άφησες το ανθρώπινο είδος μες στη φρίκη να βουλιάζει
Τούτοι οι στίχοι έγιναν μόνο να σου πούνε έτσι απλά
Για το φάντασμα το απαίσιο στη στολή της Κου Κλουξ Κλαν [3]
Κι αν κι εσύ που σκέφτεσαι όμοια δώσεις όλα όσα μπορείς
Τούτη η γη μας η μεγάλη πιο μεγάλη ακόμα θα ’ναι για να ζεις.
Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 12 Νοε. 2016
(Πρώτη δημοσίευση: Μποτίλια Στον Άνεμο, 14 Νοε. 2016. Εδώ ξανακοιταγμένο, με προσθήκες κειμένων και φωτό στις Σημειώσεις).
*
The Death Of Emmett Till
Bob Dylan
Bob Dylan Folksingers Choice – Death Of Emmett Till & Conversation (5)
Radio Show with Cynthia Gooding, March 11th 1962
Recorded , 1961–1969
LP: Great White Wonder (1969)
’TWAS down in Mississippi not so long ago
When a young boy from Chicago town stepped through a Southern door
This boy’s dreadful tragedy I can still remember well
The color of his skin was black and his name was Emmett Till
Some men they dragged him to a barn and there they beat him up
They said they had a reason, but I can’t remember what
They tortured him and did some things too evil to repeat
There were screaming sounds inside the barn, there was laughing sounds out on the street
Then they rolled his body down a gulf amidst a bloody red rain
And they threw him in the waters wide to cease his screaming pain
The reason that they killed him there, and I’m sure it ain’t no lie
Was just for the fun of killin’ him and to watch him slowly die
And then to stop the United States of yelling for a trial
Two brothers they confessed that they had killed poor Emmett Till
But on the jury there were men who helped the brothers commit this awful crime
And so this trial was a mockery, but nobody seemed to mind
I saw the morning papers but I could not bear to see
The smiling brothers walkin’ down the courthouse stairs
For the jury found them innocent and the brothers they went free
While Emmett’s body floats the foam of a Jim Crow southern sea
If you can’t speak out against this kind of thing, a crime that’s so unjust
Your eyes are filled with dead men’s dirt, your mind is filled with dust
Your arms and legs they must be in shackles and chains, and your blood it must refuse to flow
For you let this human race fall down so God-awful low!
This song is just a reminder to remind your fellow man
That this kind of thing still lives today in that ghost-robed Ku Klux Klan
But if all of us folks that thinks alike, if we gave all we could give
We could make this great land of ours a greater place to live
*
Σημειώσεις
[1] Έμετ (Μπόμπο) Τιλ: (25 Ιουλ. 1941 – 28 Αυγ. 1955). Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια μεσοαστική μαύρη γειτονιά του Σικάγου.
Το Καλοκαίρι του 1955 και μετά από πρόσκληση του θείου του θα βρεθεί στο Δέλτα του Μισισιπή για διακοπές και δουλειά.
Ο Έμετ Τιλ ήταν εύσωμος και όσοι τον γνώρισαν μιλάνε για ένα αστείο, χαρούμενο και πανέξυπνο παιδί, με ελαφρύ τραύλισμα, κατάλοιπο της πολυομυελίτιδας που τον είχε χτυπήσει σε ηλικία 5 ετών, από την οποία όμως είχε θεραπευθεί πλήρως.
Το έγκλημά του ήταν ότι στις 24 Αυγούστου 1955, αγοράζοντας αναψυκτικά με την παρέα του μετά από μια σκληρή μέρα στα μπαμπακοχώραφα, «πείραξε» την 21χρονη υπάλληλο του καταστήματος, Κάρολυν Μπράιαντ (Carolyn Bryant).
Τα αγόρια της παρέας ήταν κατηγορηματικά ότι δεν συνέβη τίποτα απολύτως.
Τέσσερεις ημέρες αργότερα, 28 Αυγούστου, στις 2:30 τα ξημερώματα, ο Ρόυ Μπράιαντ (Roy Bryant), σύζυγος της υπαλλήλου, και ο ετεροθαλής αδελφός του Τζων Γουίλιαμ Μάιλαμ (J. W. Milam) απήγαγαν το αγόρι.
Μετά τον άγριο ξυλοδαρμό και τον ακρωτηριασμό του (ένα του μάτι είχε ξεριζωθεί) τον έσυραν στην όχθη του ποταμού Ταλαχάτσι (Tallahatchie, παραπόταμος του Μισισιπή), τον πυροβόλησαν στο κεφάλι, τον δέσανε με αγκαθωτό σύρμα σε έναν μεγάλο μεταλλικό εκκοκιστήρα μπαμπακιού (για να ισχυριστούν αργότερα ότι τον είχε κλέψει) και έσπρωξαν ό,τι είχε απομείνει από το σώμα του στο νερό.
Οι δολοφόνοι θα δικαστούν με συνοπτικές διαδικασίες, σε μια δίκη-παρωδία, που διήρκεσε μόλις 67 λεπτά(!), και στις 23 Σεπ. οι λευκοί ένορκοι αποφαίνονται πως είναι αθώοι από κάθε κατηγορία.
Τον Γενάρη του 1956, προστατευόμενοι από την αρχή του Δικαίου σύμφωνα με την οποία «κανείς δεν διώκεται, ούτε τιμωρείται ποινικά δις για το ίδιο αδίκημα», θα δώσουν όλες τις λεπτομέρειες για την απαγωγή και τη δολοφονία στο περιοδικό LOOK, έναντι αμοιβής 4.000 $.
Στο άρθρο που τιτλοφορείται «Η συγλονιστική ιστορία της αποδεδειγμένης δολοφονίας στο Μισισιπή», ο Μπράιαντ και ο Μάιλαμ θα πουν ότι πήραν το «παιδί από το Σικάγο» με πρόθεση να το φοβίσουν και να το βάλουν στη θέση του.
Σύμφωνα με το άρθρο:
Πίσω από το σπίτι του Μάιλαμ υπήρχε μια αποθήκη με εργαλεία κι εκεί, πρώτα ο Μάιλαμ και μετά ο Μπράιαντ, άρχισαν να τον χτυπούν στο κεφάλι με ένα στρατιωτικό 45άρι. Αλλά ο Μπόμπο δεν τους φοβήθηκε. Στάθηκε μπροστά τους αγέρωχος. Δεν πίστευε ότι είχαν τα κότσια να τον σκοτώσουν.
Οι δυο άντρες ισχυρίστηκαν, ότι ο Έμετ τους είπε: Είστε μπάσταρδοι, δεν σας φοβάμαι. Είμαι τόσο καλός όσο κι εσείς. Είχα λευκές γυναίκες. Η γιαγιά μου ήταν λευκή.
Ο Μάιλαμ είπε ότι οι προσπάθειές τους να τον φοβίσουν δεν είχαν αποτέλεσμα κι έτσι ο Μπόμπο δεν τους άφησε άλλη επιλογή:
«Λοιπόν, τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε; Ήταν αδιόρθωτος. Δεν είμαι τραμπούκος. Ποτέ δεν έβλαψα αράπη στη ζωή μου. Γουστάρω οι αράπηδες να είναι στη θέση τους. Αλλά αποφάσισα ότι ήρθε η ώρα για κάποιους να πάρουν ένα μάθημα. Όσο ζω και μπορώ να κάνω κάτι, οι αράπηδες θα κάτσουν στη θέση τους. Οι αράπηδες δεν θα ψηφίσουν εκεί που μένω. Αν το έκαναν, θα έλεγχαν την κυβέρνηση. Δεν θα πάνε στο σχολείο με τα παιδιά μου. Και όταν ένας αράπης πάει να πει κουβέντα για σεξ με μια λευκή γυναίκα μπορεί να τον σκοτώσω. Εγώ και οι συμπατριώτες μου πολεμήσαμε γι’ αυτήν τη χώρα, και έχουμε κάποια δικαιώματα. Στεκόμουν εκεί και άκουγα αυτόν τον αραπη να μου ρίχνει το δηλητήριό του, και το αποφάσιασα αμέσως. «Παιδί απ’ το Σικάγο», είπα, «έχω κουραστεί να στέρνουν τη φύτρα σου εδώ για να προκαλέσουν προβλήματα. Ανάθεμά σε, θα σε κάνω παράδειγμα, έτσι που όλοι να μάθουν πώς συμπεριφέρονται οι δικοί μου».
Ο Μπράιαντ και ο Μάιλαμ πήραν τον Έμεττ στην όχθη του ποταμού, βάζοντάς τον να κουβαλήσει έναν εκκοκιστήρα μπαμπακιού, βάρους 34 κιλών.
Ήταν πρωί Κυριακής, λίγο πριν τις 7.
Μάιλαμ: Γδύσου
Ο Μπόμπο έμεινε ολόγυμνος.
Μάιλαμ: Είσαι ακόμα τόσο καλός όσο κι εγώ;
Μπόμπο: Ναι.
Μάιλαμ: Έχεις ακόμα λευκές γυναίκες;
Μπόμπο: Ναι.
Tο τεράστιo 45άρι χοροπήδησε στο χέρι του Μάιλαμ. Ο νέος στράφηκε λίγο και η μεγάλη σφαίρα έσκασε στο δεξί του αυτί.
Το αγόρι σωριάστηκε άψυχο.
Δέσανε τον εκκοκιστήρα στο λαιμό του με αγκαθωτό σύρμα και το σύρανε σε νερό βάθους 6 μέτρων.
Για τρεις ώρες εκείνο το πρωί, έκαιγε μια φωτιά στην πίσω αυλή του Μάιλαμ: Τα παπούτσια με τις κρεπ σόλες του Μπόμπο ήταν δύσκολο να καούν.
72 ώρες αργότερα, στο ρεύμα του ποταμού, οκτώ μίλια πιο κάτω, ψαρεύανε κάτι παιδιά. Είδαν πόδια να βγαίνουν από το νερό. Ήταν ο Μπόμπο.
Η πλειοψηφία των λευκών στο Μισισιπή είτε εγκρίνουν την πράξη του Μάιλαμ ή δεν την αποδοκιμάζουν σθεναρά για να μη πάρουν οι «εχθροί» τους την ικανοποίηση μιας καταδίκης.
Το 2004, μετά τη μετάδοση ενός ντοκιμαντέρ στο Δημόσιο Τηλεοπτικό Δίκτυο PBS, το οποίο δείχνει ότι επτά ακόμα άτομα είχαν εμπλακεί στην απαγωγή του θύματος, άνοιξε μια νέα δίκη, αλλά το Σώμα Ενόρκων απέρριψε τις νέες κατηγορίες, θεωρώντας ότι η προθεσμία είχε παρέλθει.
Το 2008, ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους υπογράφει τον νόμο Emmett Till, με στόχο την επανέναρξη των ερευνών για επιθέσεις κατά των θεμελιωδών πολιτικών δικαιωμάτων, ασχέτως αν είχαν παραγραφεί. Ο νόμος επεκτάθηκε το 2016 από τον Μπαράκ Ομπάμα.
Το 2018, η υπόθεση ξανανοίγει μετά από την κυκλοφορία του βιβλίου Το Άιμα του ΄Εμετ Τιλ (2017), του Τίμοθυ Β. Τάισον.
Στο βιβλίο αναφέρεται η μαρτυρία της Κάρολυν Ντόναμ (Carolyn Donham), πρώην Κάρολυν Μπράιαντ, συζύγου του δολοφόνου Ρόυ Μπράιαντ, η οποία:
Σε συνέντευξή της το 2008 λέει πως ήταν ανέντιμη όταν κατέθεσε ότι το μαύρο αγόρι την άρπαξε, σφύριξε και προσπάθησε να την κακοποιήσει σεξουαλικά.
Έκτοτε;
(Πηγές: https://en.wikipedia.org, http://www.biography.com, http://www.history.com, https://www.lavanguardia.com, https://web.archive.org)
Βλέπε και:
Νικολάς Γκιγιέν (10.7.1902-16.7.1989): Ελεγεία για τον Έμετ Τιλ
*
[2] Λυντς και Τζιμ Κρόου:
Νόμοι Τζιμ Κρόου (Jim Crow laws). Πολιτειακοί νόμοι για de jure (εθιμικώ ή νομικώ δικαίω) φυλετικό διαχωρισμό στις νότιες Ηνωμένες Πολιτείες. Θεσπίστηκαν μετά την περίοδο ανασυγκρότησης (1865-1877). Την εποχή που γράφεται το ποίημα οι νόμοι αυτοί είναι σε ισχύ, αφού καταργήθηκαν (!;) το 1965. Η ονομασία τους προέρχεται από τραγούδι με «ήρωα» τον Αφρικανό σκλάβο Jim Cuff (Τζιμ ο Καρπαζοεισπράκτορας) ή Jim Crow [Τζιμ ο (Μαυρο)Κόρακας].
Όταν ο Ντύλαν γράφει το τραγούδι του (1962), οι νόμοι βρίσκονται βέβαια ακόμα σε ισχύ.
Νόμος του Λυντς ή Λύντσειος νόμος. Τιμωρία χωρίς δίκη. Από το όνομα του Κάπταιν William Lynch (1742–1820).
Λυντσάρισμα: Η θανάτωση (κάποιου) από εξαγριωμένο πλήθος χωρίς να έχει προηγηθεί δίκη ή να υπάρχει νόμιμη εξουσία για κάτι τέτοιο (Μπαμπινιώτης).
με τον Λυντς στο τιμόνι, με το νόμο Τζιμ Κρόου να προστάζει
και σε αιμάτινες θάλασσες μες στη νύχτα η ζωή μου ν’ αδειάζει·[…]
Προχώρα Τζιμ Κρόου· ορθός· μη σταματάς, τα ζήτω σου ρίξε
με νίκης κραυγές, λαούς και λαούς στη Συμμαχία σου πνίξε.
Προχώρησε Λυντς, τρέξε, βρες το κνούτο που οργώνει
τις πλάτες μας. Ζήτω! Ζήτω! Η Πρόοδος του κνούτου ζυγώνει!
(Μπάμπης Ζαφειράτος: Νικολάς Γκιγιέν, 1964 – Αηδόνια και Μπαζούκας. Βλ. και από Κατιούσα: Το Δικέφαλο Τέρας).
[3] Κου Κλουξ Κλαν: Ku Klux Klan (KKK): Τρεις, κυρίως, τρομοκρατικές οργανώσεις που έδρασαν (και δρουν ακόμα) στις ΗΠΑ από το 1865 με την ίδρυση της πρώτης Κου Κλουξ Κλαν μέχρι τις μέρες μας. Ερευνητές εκτιμούν ότι από το 2016 οργάνωση έχει πάνω από 30 ενεργές ομάδες, που αποτελούν τη δεξαμενή για μικρότερες ακροδεξιές οργανώσεις.
Βλ. και: Ο Μαγικός Ζωολογικός Κήπος του Νικολάς Γκιγιέν, δυο σχετικά ποιήματα: Λυντς και ΚΚΚ
*
Το 1927, ο πατέρας του Ντόναλντ Τραμπ συνελήφθη σε επεισόδια της Κου Κλουξ Κλαν στη Νέα Υόρκη
*
Για την εδραίωση της ΚΚΚ και τα σημερινά παραστρατιωτικά παρακλάδια της, αλλά και για τη δια συμβολαίων συνδεδεμένη «ιδιαίτερη» βιομηχανία με το Στρατό των ΗΠΑ, βλ. από Μποτίλια: Η Υπο-Κουλτούρα του Σταυροφόρου στο Στρατό των ΗΠΑ ‒ Η βιομηχανία του μίσους και το λάδι του Αλλάχ
*
*
Great White Wonder
Side one
1. Candy Man
2. (As I Go) Ramblin’ ‘Round (Woody Guthrie)
3. Black Cross (Joseph S. Newman / Lord Buckley)
4. I Ain’t Got No Home (Woody Guthrie)
5. The Death of Emmett Till
6. Poor Lazarus (Traditional)
Side two
7. Bob Dylan’s New Orleans Rag
8. If You Gotta Go, Go Now (Or Else You Got to Stay All Night)
9. Only a Hobo
10. Sitting On a Barbed Wire Fence
11. Mighty Quinn
12. This Wheel’s on Fire” (Bob Dylan and Rick Danko)
Side three
13. Baby Please Don’t Go” (Big Joe Williams)
14. Interview by Pete Seeger
15. Dink’s Song (Traditional)
16. See That My Grave Is Kept Clean” (Blind Lemon Jefferson)
17. East Orange New Jersey
18. Man of Constant Sorrow” (Traditional)
Side four
19. I Shall Be Released
20. Open The Door, Homer
21. Too Much of Nothing
22. Nothing Was Delivered
23. Tears of Rage
24. Living the Blues (Live, The Johnny Cash Show)
*
Μπομπ Ντύλαν:
Γούντι Γκάθρι (14.7.1912 – 3.10.1967): Η Σφαγή του 1913 – Μπομπ Ντύλαν: Τραγούδι για τον Γούντι
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback