Χωρίς Ρεφρέν / “Το γιασεμί κι ο δυόσμος” – Ποίηση: Στέλιος Δουμένης
Αν διαβάσει κανείς τα ποιήματα του Στέλιου Δουμένη θα συναντήσει γνώριμα στοιχεία: το λυρισμό του Πορφύρα, την καυστικότητα του Σουρή και την αιχμηρότητα του Βάρναλη, την αμεσότητα του Αγγουλέ και την τρυφερότητα του Ρίτσου. Όχι ομως σαν “επιρροές”, αλλά σαν κοινούς τόπους και τρόπους έκφρασης, καθώς ο Δουμένης έχει τη δικιά του αυθεντική φωνή.
“Το γιασεμί κι ο δυόσμος” είναι ο τίτλος του νέου πολύ όμορφου τραγουδιού των «Χωρίς Ρεφρέν». Πρόκειται για ένα ερωτικό ποίημα του Σαλαμίνιου ποιητή Στέλιου Δουμένη που μελοποίησε ο Κώστας Μουγιάκος και ερμηνεύει η Ζέτα Κολιού.
Το Γιασεμί κι ο Δυόσμος
Κάποια βραδιά το γιασεμί
και μιαν αυγούλα ο δυόσμος
μου είπανε που κρύβεται
ο πιο ωραίος κόσμος.
Και γω τον φανταζόμουνα
σε μαγικά παλάτια
μα είν’ εδώ σε μια καρδιά
και τον φρουρούν δυο μάτια.
Δυο μάτια χρυσοκέντηστα,
δυο χείλη κερασένια,
τόνε φρουρούν κι εμένανε
με βαλαντώνει η έγνοια.
Πώς να μπορέσω να διαβώ
τα κεντησμένα μάτια
και να κατεβώ της καρδιάς
τα μύρια σκαλοπάτια;
Έτσι καθώς μου τά ‘πανε
το γιασεμί κι ο δυόσμος,
πως μες στα φύλλα αυτής καρδιάς
κρύβετ’ αυτός ο κόσμος.
Θαρρώ πως δεν θα τα διαβώ
τα κεντησμένα μάτια,
μηδέ ποτέ θα κατεβώ
αυτά τα σκαλοπάτια.
Φοβάμαι ότι θα μου πουν
τα κερασένια χείλη,
φτάνει ως εδώ μην προχωράς,
ας μείνουμε δυο φίλοι.
Ο Στέλιος Δουμένης (1930-2011) γεννήθηκε στη Σαλαμίνα και ήταν ο μικρότερος από τα 12 αδέλφια μιας οικογένειας υλοτόμων-κτηνοτρόφων. Τελείωσε την Πέμπτη δημοτικού και στη συνέχεια μπήκε στη βιοπάλη βοηθώντας τον πατέρα του και τα μεγαλύτερα αδέλφια του στην υλοτομία. Δούλεψε τη δεκαετία του ’50 στο κουρείο του αδελφού του και στη συνέχεια ασχολήθηκε αποκλειστικά με την κτηνοτροφία ως και το τέλος της ζωής του.
Είχε μεγάλη αγάπη για τη μουσική και υπήρξε δεξιοτέχνης στο μπουζούκι. Αποτέλεσε αναπόσπαστο μέλος της Κουλουριώτικης Κομπανίας από το 1975 ως και το 1990. Το 1980 του προτάθηκε να δουλέψει σε ελληνικό κέντρο διασκέδασης στη Νέα Υόρκη με υψηλές απολαβές αλλά αρνήθηκε καθώς ήθελε να εξασφαλίζει μόνο τα απαραίτητα για την οικογένειά του. Τα περισσότερα τα θεωρούσε περιττά. Είχε άλλωστε μάθει στις δυσκολίες. Από μικρός μαχόταν για την επιβίωση μέσα στη φτώχεια και τις στερήσεις στα σκληρά μεταπολεμικά χρόνια (κυνηγημένος επίσης από την κρατική μηχανή λόγω των ιδεών του).
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 άρχισε να ασχολείται με την ποίηση. Κυρίως έγραφε στην ησυχία του βουνού την ώρα που έβοσκε το κοπάδι του, αλλά έπλεκε και στίχους επι τόπου με κάθε αφορμή που του δινόταν η όταν βρισκόταν σε παρέες με φίλους και απήγγειλε από στήθους τα ποιήματα του.
Αν διαβάσει κανείς τα ποιήματα του Στέλιου Δουμένη θα συναντήσει γνώριμα στοιχεία: το λυρισμό του Πορφύρα, την καυστικότητα του Σουρή και την αιχμηρότητα του Βάρναλη, την αμεσότητα του Αγγουλέ και την τρυφερότητα του Ρίτσου. Όχι ομως σαν “επιρροές”, αλλά σαν κοινούς τόπους και τρόπους έκφρασης, καθώς ο Δουμένης έχει τη δικιά του αυθεντική φωνή. Αυτήν που έδωσε σε έναν απλό βιοπαλαιστή τη δυνατότητα να μιλήσει μοναδικά με τη γλώσσα της λαϊκής ποίησης για τα μικρά ή μεγάλα ζητήματα της εποχής του και των ανθρώπων.
Δεν έχει εκδοθεί κάποια ποιητική συλλογή του Στέλιου Δουμένη, ωστόσο ποιήματα του βρίσκονται δημοσιευμένα στον Μικρό Απόπλου:
Έφυγε από τη ζωή στις 15 Απρίλιου 2011 μετά από σύντομη μάχη με τον καρκίνο του πνεύμονα.
(Με πληροφορίες από τον Κώστα Δουμένη, γιο του ποιητή και το άρθρο της Ευγενίας Σπετσιώτου-Μέλλιου, «Στέλιος Δουμένης, Ο καθρέπτης πάντα δείχνει το παρόν …»)