Ένας αλβανικός θούρειος με ταξική σημαία
«Σηκωθείτε και βροντήξτε
Με ορμή και με φωτιά
Κόψτε, κάψτε και θερίστε
Την τυράννια, την ψευτιά
Προλετάριοι και χωριάτες
Στα χωράφια και στις στράτες»
Το «Πλάι στους ποταμούς» είναι ένα ποίημα του πνευματικού και πολιτικού ηγέτη της Αλβανίας Fan Noli, όπου περιγράφεται η ιστορία της Αλβανίας. Το ποίημα δημοσιεύτηκε το 1928, αφότου ο ίδιος ο Fan Noli εκδιώχτηκε από τη θέση του Πρωθυπουργού μετά το πραξικόπημα του Αχμέτ Ζόγκου – το οποίο κατόπιν θα εγκαθιστούσε μοναρχικό καθεστώς στη χώρα, που ήταν δημοκρατία μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της το 1913. Το ποίημα είναι ένας θρήνος για την ατελέσφορη προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας, για το ξεπέρασμα αναχρονιστικών καταλοίπων, για τους αδικαίωτους αγώνες του λαού, ώστε ο αφηγητής οδηγείται με κλιμακωτό τρόπο στην απελπισία – ωσότου, σαν καθαρά φυσικό φαινόμενο, ο αφηγητής αφουγκράζεται (ή καλύτερα θα λέγαμε προβλέπει) τον ένοπλο ξεσηκωμό του λαού, όπως άλλοτε στον αγώνα του για ανεξαρτησία (και εντέλει ο ποιητής οραματίζεται ότι στο τέλος ο λαός θα εκδιώξει τον σφετεριστή τύραννο).
Στόχος του ποιήματος είναι να τονώσει το εθνικό φρόνημα, όμως παρά το έκδηλο εθνικό στοιχείο, η ταξική διάσταση είναι πανταχού παρούσα. Ναι, ο στόχος είναι η αφύπνιση της εθνικής συνείδησης, όμως πουθενά δεν λησμονείται ότι δρων υποκείμενο είναι ο ίδιος ο λαός, ενάντια σε ξένους και ντόπιους δυνάστες – και μάλιστα όχι αφηρημένα ο λαός, αλλά οι δουλευτές, οι αγρότες και οι εργάτες.
Η εικονοποιία και οι παρομοιώσεις του ποιήματος είναι πολύ πλούσιες – το λαϊκό ξέσπασμα εξομοιώνεται με την τυφλή αυθόρμητη δύναμη των στοιχείων της φύσης. Κάπου κάπου ακούμε την καμπάνα (όπως στον Βάρναλη) να κραυγάζει το εγερτήριο της μήνυμα. Τα σκοτάδια, η αθλιότητα και η αμάθεια διαλύονται όταν ο λαός αποφασίσει να ενεργήσει με δικιά του βούληση, χωρίς να υποτάσσεται σε αλλότρια συμφέροντα, χαράσσοντας τη δική του πορεία, για το δίκιο του, το ψωμί του, την ελευθερία του – αυτό είναι το ελπιδοφόρο μήνυμα του ποιήματος.
Είναι προφανές ότι σε δύο γλώσσες με τέτοια απόκλιση στο φωνολογικό σύστημα, ήμουν υποχρεωμένος στις πλείστες των περιπτώσεων να κάνω δημιουργική ανάπλαση κατά τη μετάφραση του ποιήματος. Τυχόν αβλεψίες και λάθη βαραίνουν αποκλειστικά εμένα.
Έγκλι Καστριότι
Πλάι στους Ποταμούς
Στην φυγή, στην εξορία
Στην αγρύπνια, στη νηστεία
Να θρηνώ χωρίς ελπίδα
Στη Χειμάρα, στην Τιφλίδα
Σε ανήφορη πορεία
Και ο άρτος λιγοστός
Να σε καίει η τυραννία
Έρμη χώρα και λαός
Στα πελάγη μουσκεμένος
Την αυγή ματοβαμμένος
Στο τραπέζι νηστικός
Στην αμάθεια δίχως φως
Το μυαλό σκοτεινιασμένο
Πνεύμα, σώμα τσακισμένο
Οι ζητιάνοι την χλευάζουν
Κι οι αφέντες την σπαράζουν
Την συντρίψανε οι ξένοι
Αίμα στάλα πια δεν μένει
Πως την κόψαν, την σκορπίσαν
Ερημώσαν και διαλύσαν
Και την πνίγει η τυράννια
Και ρημάζει στην αφάνεια
Να κραυγάζω όλο μένος
Σαν χωλός παροπλισμένος
Μήτε ζων, μήτε νεκρός
Να προσμένω κάποιο φως
Χρόνια πια καρτερικός
Μαραμένος, ξεπεσμένος
Και τυφλός και γερασμένος
Και το τζάκι μακριά
Κι η δουλειά αναδουλειά
Φρενιασμένος και αλλόφρων
Να προσμένω λόγο σώφρον
Όνειρα χωρίς ελπίδα
Στη Χειμάρα, στην Τιφλίδα
Μα μια βοή απ’ τον ποταμό
Αντηχάει στον ουρανό
Απ’ τον ύπνο με ξυπνάει
Και με θέρμη μου μηνάει
Να, ο λαός τώρα κινάει
Και ο τύραννος λυγάει
Με ορμή χιμάει η μπόρα
Σειέται, τρέμει όλ’ η χώρα
Η σημαία πλαταγίζει
Μες σε αίμα πορφυρό
Στις κορφές επάνω ορθρίζει
Φως και έρεβος πικρό
Κι οι αφέντες πια λουφάζουν
Απ’ το δέος τους χλωμιάζουν
Και μου λέει η βοήː
«Απ’ τον θάνατο η ζωή»
Και παντού ηχεί η καμπάνα
Και φλογίζει τον παιάναː
«Σηκωθείτε και βροντήξτε
Με ορμή και με φωτιά
Κόψτε, κάψτε και θερίστε
Την τυράννια, την ψευτιά
Προλετάριοι και χωριάτες
Στα χωράφια και στις στράτες»
Τέτοιο γιατρικό κι ορμήνεια
Με ψυχώνει στα συντρίμια
Μου δίνει δύναμη κι ελπίδα
Στην Χειμάρα, στην Τιφλίδα
Κι ο χειμώνας πια σαν φύγει
Θέρος έρχεται λαμπρό
Και η θλίψη θα ΄ναι λίγη
Τότε πια σαν θα γυρνώ
Πλάι στο τζάκι στη δουλειά
Στην φυγή στην εξορία
Στην αγρύπνια, στη νηστεία
Τρέφω πίστη και ελπίδα
Στην Χειμάρα, στην Τιφλίδα