«Έρχεται ο Ιωσήφ…» – 5 ποιήματα για τον Στάλιν και ένα δικό του

Πέντε ποιητές εμπνέονται και γράφουν για τον Στάλιν, και ένα ποίημα που έγραψε ο ηγέτης του ΚΚ (μπολσεβίκων) της ΕΣΣΔ και του σοβιετικού κράτους.

«Έρχεται ο Ιωσήφ…» - 5 ποιήματα για τον Στάλιν και ένα δικό του

Γιώργος Κοτζιούλας, Τάσος Λειβαδίτης, Πάμπλο Νερούδα, Γιάννης Ρίτσος, Ρώμος Φιλύρας, εμπνέονται και γράφουν για τον Στάλιν· τον Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι όπως ήταν  το πραγματικό όνομα του ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος (μπολσεβίκων) της ΕΣΣΔ και του σοβιετικού κράτους. Η αναφορά μας συμπληρώνεται από ένα όχι πολύ γνωστό ποίημα που συνέγραψε ο ίδιος ο Στάλιν σε νεαρή ηλικία.

Κάποια από τα ποιήματα που συγκεντρώσαμε εδώ, αποτελούν μέρη παλιότερων αναρτήσεων της Κατιούσα (βλ. ενεργούς συνδέσμους στο τέλος των ποιημάτων).

«ΕΡΧΕΤΑΙ Ο ΙΩΣΗΦ»
Του Γιώργου Κοτζιούλα

Ποιος είν’ αυτός ο νέος, ο ανέλπιστος προφήτης
που τον ζητά ο λαός στον εικοστόν αιώνα
και τ’ όνομά του διαλαλεί κάθε κολώνα
μες στην πρωτεύουσα, παρ’ όλη τη σιωπή της;

Τον συλλαβίζουν μυστικά χιλιάδες σκλάβοι
κάθε πρωί καθώς τραβούν για τη δουλειά τους.
Κι από τους σπουδαγμένους, κι απ’ τους αγραμμάτους
κανείς δεν έμεινε που να μην καταλάβει.

Τον μελετούν παντού και δεν υπάρχει σπίτι
φτωχού, σε πόλη ή σε χωριό, να μην τον ξέρει·
τον λένε τα παιδιά, τον έμαθαν κι οι γέροι
πρωτάκουστη βουή στον έμψυχο πλανήτη.

Θα πάψουμε στο εξής να τρώμε ένας τον άλλον,
θα κάτσουμε στην ίδια τάβλα αδερφικάτα
κι ούτε θα ξαναδείς αμέτρητα φουσάτα
να χύνουν το αίμα τους για χάρη των μεγάλων.

Μονάχα ο άπιστος δεν καρτερεί το θάμα,
γιατί μες στις παλιές γραφές του δεν το βρίσκει
(κι άπιστοι γίνηκαν στις μέρες μας οι θρήσκοι).
– Μα εμείς οι άλλοι πορευόμαστε όλοι αντάμα.

Από τη συλλογή “Με τα φτερά του αγώνα”. Γιώργος Κοτζιούλας “ΑΠΑΝΤΑ” τόμος τρίτος, Ποιήματα 1943-1956 (εκδ. Δίφρος, 2η, 2013)

Ωδή στον Στάλιν
Του Πάμπλο Νερούδα

Σύντροφε Στάλιν, στεκόμουν πλάι στη θάλασσα στην Ίσλα Νέγρα,
κι αναπαυόμουν από μάχες και ταξίδια,
όταν το νέο του θανάτου σου έφτασε σαν πάταγος του ωκεανού.
Έπεσε πρώτα η σιωπή, βουβάθηκαν τα πάντα, κι ύστερα ήρθε απ’ τη θάλασσα ένα μεγάλο κύμα.
Από φύκια, από ανθρώπους κι από μέταλλα, πέτρες, αφρούς και δάκρυα ήταν φτιαγμένο αυτό το κύμα.
Από την ιστορία, το χώρο και το χρόνο συγκέντρωσε την ύλη του
κι υψώθηκε θρηνητικά πάνω απ’ τον κόσμο
ώσπου μπροστά στα μάτια μου σείστηκε η ακτή
και γκρέμισε την πόρτα μου το θλιβερό μαντάτο του
με μια κραυγή θεόρατη
λες κι άξαφνα συντρίφτηκε η γη.

Ήταν το 1914.
Στις φάμπρικες στοιβάζονταν ο σπαραγμός και τα σκουπίδια.
Οι πλούσιοι του νέου αιώνα
ξέσκιζαν με δαγκωματιές και μοίραζαν πετρέλαιο και νησιά, κανάλια και χαλκό.
Και ούτε μια σημαία τα χρώματά της δεν ξεδίπλωσε
χωρίς να ’χουν κηλίδες από αίμα.
Απ’ το Χονγκ Κονγκ ως το Σικάγο η αστυνομία
έψαχνε ντοκουμέντα και προβάριζε
τα μυδραλιοβόλα της στη σάρκα του λαού.
Πολεμικά εμβατήρια απ’ τ’ άγρια χαράματα
έστελναν στρατιωτάκους να πεθάνουν.
Ξέφρενος ήτανε των γκρίνγκος ο χορός
σε Παριζιάνικες μπουάτ τίγκα στην κάπνα.
Αιμορραγούσαν οι άνθρωποι.
Μια αιμάτινη βροχή
έπεφτε απ’ τη γη,
λεκιάζοντας τ’ αστέρια.
Και τότε πρεμιέρα έκαν’ ο θάνατος με σιδερένια πανοπλία.
Η πείνα
στους δρόμους της Ευρώπης
μπήκε σαν παγωμένος άνεμος φύλλα ξερά λιχνίζοντας και κόκαλα σπασμένα.
Σάρωνε το φθινόπωρο κουρέλια.
Σερνότανε ο πόλεμος στους δρόμους.
Μια μυρωδιά από χειμώνα κι από αίμα
ανάδινε η Ευρώπη
σάμπως σφαγείο παρατημένο.
Στο μεταξύ τ’ αφεντικά
του άνθρακα
του σίδερου
του χάλυβα
του καπνού
των τραπεζών
του φυσικού αερίου
του χρυσού
του αλεύρου
του νίτρου
της εφημερίδας El Mercurio
οι ιδιοχτήτες των μπουρδέλων
οι Βορειοαμερικάνοι γερουσιαστές
οι πειρατές,
σκασμένοι απ’ το χρυσάφι και το αίμα
όλου του κόσμου,
ήταν μαζί κι αφεντικά
της Ιστορίας.
Απάνω εκεί στρογγυλοκάθονταν
με φράκα, πνιγμένοι στη δουλειά
μοιράζοντας παράσημα,
επιταγές χαρίζοντας στην είσοδο
για να τις κλέψουν πάλι με την έξοδο,
προσφέροντας μετοχές απ’ το χασάπικο
και ξεκολλώντας με δαγκωματιές
κομμάτια του λαού και της γεωγραφίας.

Τότε με ντύσιμο απλό
κι εργατικό κασκέτο
μπήκε ο άνεμος,
εμπήκε του λαού ο άνεμος.
Ήταν ο Λένιν.
Άλλαξ’ η γη, ο άνθρωπος, η ζήση.
Ο επαναστάτης αέρας της λευτεριάς
σκόρπισε τα χαρτιά
τα λεκιασμένα. Γεννήθηκε μια χώρα
που δε σταμάτησε ποτέ να μεγαλώνει.
Μεγάλη όσο κι ο κόσμος, αλλά χωράει
ως και στην καρδιά του πιο
μικρού
εργάτη του γραφείου ή της φάμπρικας,
του πλοίου ή του χωραφιού.
Ήταν η Σοβιετική Ένωση.

Δίπλα στον Λένιν
προχώραγε ο Στάλιν
κι έτσι, με άσπρη μπλούζα,
και με το γκρί κασκέτο του εργάτη,
ο Στάλιν,
με το γαλήνιο βήμα του,
μπήκε στην Ιστορία με συνοδιά
τον Λένιν και τον άνεμο.
Ο Στάλιν από τότε
έχτισε. Όλα
τα χρειαζούμενα. Παράλαβε ο Λένιν απ’ τους τσάρους
αράχνες και κουρέλια.
Ο Λένιν άφησε κληρονομιά
για μια πλατιά κι ελεύθερη πατρίδα.
Ο Στάλιν την εγέμισε
σχολεία και αλεύρι,
τυπογραφεία και μήλα.
Ο Στάλιν, απ’ το Βόλγα
μέχρι τα χιόνια
του απροσπέλαστου Βορρά
το χέρι του έβαλε κι απάνω του ένας άνθρωπος
που άρχισε να χτίζει.
Οι πόλεις γεννηθήκανε.
Οι στέπες τραγουδήσαν
πρώτη φορά με του νερού τα λόγια.
Τα ορυκτά
αναδύθηκαν,
βγήκαν
από τα σκοτεινά τους όνειρα,
υψώθηκαν,
κι έγιναν ράγιες και τροχοί,
λοκομοτίβες, σύρματα
που κουβαλάγανε ηλεκτρισμένες συλλαβές
σε όλα τα μήκη και τα πλάτη.

Ο Στάλιν
έχτιζε.
Από τα χέρια του
ξεφύτρωσαν
σιτοβολώνες,
τραχτέρια,
σπουδαστήρια,
δρόμοι,
κι αυτός εκεί,
απλός όπως εσύ κι όπως εγώ,
άμα εσύ κι εγώ μπορούσαμε
να ’μαστ’ απλοί όπως κι εκείνος.
Αλλά θα το μπορέσουμε.
Η απλότητά του κι η σοφία του,
η φτιαξιά του
από γλυκό ψωμί κι από ατσάλι αλύγιστο
μας βοηθάει να είμαστ’ άνθρωποι την πάσα ημέρα,
την πάσα ημέρα μάς βοηθάει να είμαστ’ άνθρωποι.
Να είμαστε άνθρωποι! Αυτός είναι
ο σταλινικός νόμος!
Δύσκολο να ’ναι κανείς κομμουνιστής.
Θα πρέπει να το μάθει.
Να είμαστε άνθρωποι κομμουνιστές
είναι ακόμα δυσκολότερο,
και πρέπει να το μάθουμε απ’ τον Στάλιν,
από την ήρεμή του δύναμη,
από την μπετονένια διαύγειά του,
την περιφρόνησή του
στα φληναφήματα,
στην κούφια αφηρημένη αρθρογραφία.
Αυτός επήγε κατευθείαν
στο ψαχνό
την ίσια δείχνοντας
ξεκάθαρη γραμμή,
μπαίνοντας στα προβλήματα
χωρίς τα λόγια εκείνα που κρύβουν
την κενότητα,
στο αδύναμο το κέντρο ακριβώς,
που θα διορθώσουμε με το δικό μας τον αγώνα,
κλαδεύοντας τ’ αγριόχορτα,
κάνοντας να φανεί το σχήμα των καρπών.

Ο Στάλιν είναι το καταμεσήμερο,
είναι η ωριμότητα ανθρώπου και λαών.
Το είδανε στον πόλεμο
οι γκρεμισμένες πόλεις
να βγάζει μέσα απ’ τα ερείπια
την ελπίδα,
και να την πλάθει απ’ την αρχή
για να την κάνει ατσάλι,
και να ορμάει με τη λάμψη της
συντρίβοντας
τα οχυρά του ερέβους.
Βόηθησε ως και τις μηλιές
της Σιβηρίας
να δώσουνε καρπό μέσα στην καταιγίδα.
Στα πάντα έμαθε
να μεγαλώνουν, να ψηλώνουν,
το ’μαθε στα φυτά, στα μέταλλα,
στα πλάσματα τα ζωντανά και στα ποτάμια
να μεγαλώνουν έμαθε,
καρπό να δίνουν και φωτιά.
Έμαθε σ’ όλους την Ειρήνη
κι έτσι σταμάτησε
με το φαρδύ του στήθος
τους λύκους του πολέμου.

Μπροστά στη θάλασσα της Ίσλα Νέγρα, το πρωί,
ύψωσα τη σημαία της Χιλής μεσίστια.
Ήταν η ακτή ερημική και μια ασημένια ομίχλη
γινόταν ένα με του ωκεανού το μεγαλόπρεπο αφρό.
Μεσίστιο, μέσα στον κάμπο του γλαυκού,
και το μοναχικό αστέρι της πατρίδας μου,
ανάμεσα ουρανού και γης, έμοιαζε δάκρυ.
Πέρασε κάποιος χωριανός, χαιρέτησε συμπάσχοντας,
κι έβγαλε το καπέλο του.
Ένα παιδί ήρθε και μου άπλωσε το χέρι.
Κι αργότερα αυτός που ψάρευε αχινούς, ο γερο-βουτηχτής
και ποιητής
ο Γκονσαλίτο, ήρθε κοντά και με συντρόφεψε κάτω απ’ τη σημαία.
«Ήτανε ο πιο σοφός απ’ όλους τους ανθρώπους», μου είπε
κοιτάζοντας τη θάλασσα με τα γέρικά του μάτια, με τα αρχαία
μάτια του λαού.
Κι ύστερα, για ώρα πολλή δε βγάλαμε μιλιά.
Ένα κύμα
ταρακούνησε τις πέτρες της στεριάς.
«Αλλά ο Μαλενκόφ θα συνεχίσει τώρα το έργο του», συμπλήρωσε
κι ανασηκώθηκε ο φτωχός ψαράς με το τριμμένο του σακάκι.
Τον κοίταξα κατάπληκτος και σκέφτηκα: Πώς, πώς το ξέρει;
Από πού, σε τούτη εδώ την έρημη ακτή;
Και το κατάλαβα ότι του το ’χε διδάξει η θάλασσα.

Κι εκεί, μες στην αγρύπνια μας, ένας ποιητής,
ένας ψαράς κι η θάλασσα, κοιτάζουμε
τον Καπετάνιο απόμακρα, όπου τραβώντας για το θάνατο
άφησε σ’ όλους τους λαούς, κληρονομιά, τη ζήση του.

Τα Σταφύλια κι ο Άνεμος (Las uvas y el viento, Santiago, 1954)
Πρώτη ελληνική μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος
Πρώτη δημοσίευση στην Κατιούσα: Πάμπλο Νερούδα: Ωδή στον Στάλιν

Στον Στάλιν
Του Ρώμου Φιλύρα

Μαύρη Άρκτος, στο βράχο του Καυκάσου,
στην Οδησσό και στη Νοβοροσίσκη,
άλλον, σήμερα, η ζήτηση, δε βρίσκει
Μέγαν, σ’ έντονη δύναμη, του Άσου,

Διαβαίνει, η Ανθρωπότης κι απεικάσου
ξανά, στα πόδια σου, ο λαμπρός, και μνήσκει,
άναυδη, μπρος, στο θρίαμβο, της χαράς Σου,
Μπόλσεβε, στο τρακάρισμα, και θνήσκει.

Τα Σύμπαντα, οι Αρκτούροι κι οι Στοιβάδες,
οι Αντάρηδες με τις Αμαδρυάδες,
οι Φαύνοι, οι Σεληνοί στα λευκά νέφη

κρούουν, των Πρίμων, το κρουστό το ντέφι
και μαζεύουν, από τα Κυβερνεία,
των περεολουκών, στρατούς, πηνία.

Δημοσίευση στην Κατιούσα: Ρώμος Φιλύρας – Σονέτο για τον Στάλιν

Στάλιν
Του Τάσου Λειβαδίτη

Κλάφτε λαοί. Από σήμερα ο κόσμος είναι λιγώτερο μεγάλος.
Ο Στάλιν πέθανε.
Ο ίσκιος απ’ το μεγάλο φέρετρό του χαράζει
ένα πελώριο πένθος στα μανίκια των προλετάριων.
Αυτό το φέρετρο που σήμερα το σηκώνουνε στους ώμους τους οι λαοί.
Ο Στάλιν πέθανε.
Απ’ όλες τις γωνιές του κόσμου οι εργάτες κι’ αγρότες
του στέλνουν το χαιρετισμό τους και τον όρκο τους.
Το Ντνιεπροστρόι ξεριζώνει τα τσιμεντένια του πόδια
κι έρχεται να κλάψει στο προσκέφαλό του.
Κι ο γέρο-Βόλγας, άι για-για, είχε να δει έτσι μαύρη μέρα,
από τις μαύρες μέρες της σκλαβιάς.
Μα όχι, όχι, δεν είναι αλήθεια γέρο-Βόλγα, όχι αδέρφια λαοί.
Ο Στάλιν δεν πέθανε.
Όταν οι εργάτες χτίζουν τις μεγάλες γέφυρες για να περάσει το μέλλον
ο Στάλιν ζει.
Όταν οι κόκκινοι φαντάροι αγρυπνάνε για την πατρίδα και την Ειρήνη
ο Στάλιν ζει.
Όταν μισούμε τον πόλεμο, όταν αντιστεκόμαστε στον πόλεμο
ο Στάλιν ζει.
Όταν ελπίζουμε, όταν τραγουδάμε, όταν παλεύουμε
ο Στάλιν ζει.
Όταν σ’ όλο τον κόσμο οι πατριώτες πεθαίνουν για τη λευτεριά
ο Στάλιν ζει.
Γιατί ο Στάλιν δεν είναι ένας άνθρωπος για να μπορεί να πεθάνει.
Ο Στάλιν είναι η ελπίδα και το ψωμί, είναι τ’ ατσάλι και η Ειρήνη.
Ο Στάλιν είναι η φωτιά που τέσσερα δισεκατομμύρια χέρια απλώνουνται να ζεσταθούν.
Ο Στάλιν είναι ποτάμι και φράγμα, είναι υψικάμινος και σημαία.
Ο Στάλιν είναι το μεγάλο αγκωνάρι που ακουμπάει ο κόσμος.
Κοιτάχτε τον
Νάτος
Πελώριος
Σαν ένα βουνό.
Όπου κι αν γυρίσετε θα δείτε το πλατύ του χέρι να σας γνέφει.
Ο Στάλιν περπατάει τους δρόμους της Ρωσίας, γυρνάει όλους τους δρόμους του κόσμου.
Θα τον βρείτε πλάι στους εργάτες να φτυαρίζει το κάρβουνο και να τροφοδοτεί τη φωτιά του χρόνου και της ελπίδας.
Θα τον βρείτε στο θερισμό να δίνει ένα χέρι στους κουρασμένους χωριάτες.
Θα τον δείτε συλλογισμένο να κοιτάει μακριά και να ονειρεύεται την ευτυχία του κόσμου.
Ενώ το ηλιοβασίλεμα θα πέφτει πάνω του αργά σα μια κόκκινη σημαία.
Ο Στάλιν ζει.
Ακούστε, ακούστε λοιπόν
Μες στο γιγάντιο βήμα των λαών ακούστε, τη μεγάλη καρδιά του να χτυπάει.
Κλάφτε λαοί. Από σήμερα ο κόσμος είναι λιγότερο μεγάλος.
Ο Στάλιν πέθανε.
Κι ο γέρο-Βόλγας, άι για-για…
Μάθε κάθε πολιτεία, κάθε γωνιά του κόσμου από σήμερα παίρνει τ’ όνομά του.
Γίνεται ένα Στάλινγκραντ.
Κι οι εργάτες ανεβασμένοι στην πελώρια σκαλωσιά του ήλιου
Με τα σφυριά τους σκαλίζουν τη μορφή του στην είσοδο της Ιστορίας.
Προχωρείτε λαοί. Από σήμερα ο κόσμος θα γίνει ακόμα πιο μεγάλος.
Ο Στάλιν πέθανε.
Ο Στάλιν ζει.
Εμπρός, εμπρός, τραγουδώντας το μεγάλο όνομά του, προχωρείτε.
Προχωρείτε λαοί.
Κι ο γέρο-Βόλγας, άι για-για, έχει να δει μεγάλες μέρες, σαν έρθει η Ειρήνη κ’ η παγκόσμια λευτεριά.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Η Αυγή” (πηγή: ΑΣΚΙ), στις 8 του Μάρτη 1953

Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Στάλιν
Του Γιάννη Ρίτσου

Όχι. Δεν είναι αλήθεια.
Δεν είναι αλήθεια.

Σταματήστε λοιπόν τις καμπάνες.
Σταματήστε τις.

Ο Ιωσήφ Στάλιν δεν πέθανε.
Είναι παρών ο Στάλιν
στο παγκόσμιο πόστο του.
Ο Στάλιν ανεβάζει στις επάλξεις
των πέντε ηπείρων
τις σημαίες της ειρήνης.
Ο Στάλιν ετοιμάζει
με το σκόρπιο αλεύρι του κόσμου
ένα ολοστρόγγυλο καρβέλι υγείας.

Σταματήστε λοιπόν τις καμπάνες.
Σταματήστε τις.

Όσο κι αν τα μονόφθαλμα κανόνια
στρέφουν το μαύρο ρύγχος τους
ίσα κατά την υψικάμινο της ελπίδας μας
ο Στάλιν αγρυπνεί
στο παγκόσμιο πόστο του.

Σώπα, γιαγιά,
και σκούπισε με το μαύρο τσεμπέρι σου
τα μάτια σου.
Όταν σβύνει η φωτιά σου κάτου απ’ το τσουκάλι σου
είναι ο Στάλιν που σκύβει και φυσάει τη φωτιά σου
ν’ ανάψει.
Όταν λείπει απ’ το τραπέζι μας το ψωμί
κι απ’ το στρώμα μας τ’ όνειρο
κι απ’ το δώμα μας το λυχνάρι
είναι ο Στάλιν που ανάβει τα μεγάλα ηλεκτρικά
στον ορίζοντα
κι ακούμε κάτου απ’ τα τούνελ της νύχτας
τη βουή των τραίνων
που μεταφέρουν λάδι και ψωμί και κάρβουνο
στους πεινασμένους.

Γιατί ο Στάλιν είναι
ο πρωτογιός των προλετάριων
κι ο Στάλιν είναι κι ο πατέρας τους.

Για τούτο
κι ο πιο μαύρος τοίχος
της πιο μαύρης νύχτας
είναι γιομάτος
απ’ τους σωλήνες του φωτός.

Σταματήστε λοιπόν τις καμπάνες.

Οι αιώνες σκαρφαλώνουν
στην κορφή της ψυχής του ν’ ανασάνουν.
Μην πείτε πως ο ήλιος ορφάνεψε.

Κυττάχτε.
Κάθε ήλιος και σελίδα —μέρα την ημέρα —
με τους ήλιους των 74 χρόνων του,
έφτιαξε ένα χοντρό βιβλίο από ατσάλι
και τ’ ακούμπησε στα γόνατα του κόσμου.
Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Στάλιν.
Με τ’ όνομά του ανοίγει η Ιστορία
τις πύλες της στον άνθρωπο.

Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Στάλιν.
Το έργο του:
Λευτεριά.

Σταματήστε λοιπόν τις καμπάνες
κι ακούστε.

Πάνου απ’ την κόκκινη πλατεία,
στην εξέδρα του ήλιου,
ο Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Στάλιν
μιλάει:

«Υπερασπίστε, Λαοί, την Ειρήνη.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ 4.ΙΙΙ.53.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Η Αυγή” (πηγή: ΑΣΚΙ), στις 5 του Μάρτη 1953

Ακολουθεί ποίημα που έγραψε ο Στάλιν στη νεότητά του και δημοσιεύτηκε το 1895.
Δημοσίευση στην Κατιούσα: Ποίημα του νεαρού Στάλιν

Πρωί

Ένα ροζ μπουμπούκι άνοιξε,
Ακούμπησε τη γαλάζια βιολέτα,
Και, έχοντας ξυπνήσει απ’ το αεράκι
Λύγισε ο κρίνος της κοιλάδας πάνω στο χορτάρι.

Τραγουδούσε ο κορυδαλλός στον μπλε ουρανό,
Πετώντας πάνω από τα σύννεφα,
Και ένα γλυκόηχο αηδόνι
Έλεγε τραγούδι στα παιδιά απ’ τους θάμνους:

“Ω Γεωργία μου, άνθιζε!
Ας βασιλεύει η ειρήνη στα πάτρια εδάφη!
Και εσείς με τις σπουδές, φίλοι μου,
Δοξάστε τη πατρίδα σας!”

Απόδοση από τα ρωσικά Γιάννα Αλικμπέροβα

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6


Notice: Only variables should be passed by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
1 Σχόλιο

5 Trackbacks

Κάντε ένα σχόλιο: