Κλυταιμνήστρα

Ένα αδημοσίευτο ποίημα του Γιώργου Δ. Μπίμη

«Ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο,
πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες…»

          Γιώργος Σεφέρης

      Κλυταιμνήστρα

Αυτός, που είχα τόσο αγαπήσει
-στο πλάι του, δεν έβαζα κανένα!-
δεν είπε μια κουβέντα να με πείσει,
για τις ζωές που πήγαν στα χαμένα.

…..

Κάθε μας πράξη έχει μιαν αιτία
κι αυτή ‘ναι που μού όπλισε το χέρι.
Το δίκιο! είναι τάχα αμαρτία,
όταν ο πόνος γίνεται μαχαίρι;

Τον γύρεψα ανάμεσα στα πλήθη,
σ’ ένα ‘’γιατί’’ που καίει ν’ απαντήσει,
για κείνα που μαράγκιασαν στη λήθη,
γι’ αυτά που ‘χουνε μέσα μου ξεφτίσει…

Πικροί μαντατοφόροι, μού μιλάνε,
για φρίκη, εθισμό κι ασυδοσία,
συμβάντα, που στο νου μου δε χωράνε,
μοιχείες, ηδονές κι ακολασία.

Στης Τροίας το αισχρό τ’ αλισβερίσι,
γυναίκες φορτωμένες όλο μέλι!
κι αυτός, που απ’ το χτες έχει χωρίσει,
για φίλους και συντρόφους δεν τον μέλει…

…..

Άνθρωπε! θεία δόξα να γυρέψεις,
σε τούτο το εφήμερο ταξίδι,
το πύρωμα του πάθους να στερέψεις,
να φέξει στης ζωής μας το σκοτίδι.

…..

Για μι’ άπιστη κι αδίστακτη Ελένη,
θυσίασες την ίδια σου την κόρη,
Εγώ, πάνω στο μνήμα της σκυμμένη
κι εσείς, φανατισμένοι σταυροφόροι.

Απλέρωτη  κατάρα δε θα μείνει,
το αίμα,  μ’ αίμα μόνο θα σβηστεί,
στης Νέμεσις θα πέσει το καμίνι,
το έγκλημα της γης μην ξεχαστεί…

Κι οι δούλες, που μού έφερε στο σπίτι,
της Τροίας ο μεγάλος νικητής,
αιφνίδια, στις ντάμες και στο θύτη,
θα σβήσουνε τα φώτα της γιορτής.

Κράτησα πάντα ίσια το τιμόνι,
μα, μ’ άφησες στην ξέρα να χαθώ,
να ιδώ το φως της Γης να ερημώνει,
σαν έκοψες της νιότης τον ανθό.

Ο δίκοπος ο πέλεκυς θα πέσει,
στη ράχη σου  αχρείε θηρευτή,
ο φόνος την οργή μου να χωρέσει,
στο αίμα! η ψυχή ν’ αναπαυτεί.

Να φύγεις σαν αχρείαστος στον Άδη,
απένθητος και δίχως μοιρολόγια,
να λιώσεις μες στο άναρχο σκοτάδι,
στης μαύρης γης τ’ ανήλιαγα υπόγεια…

…..

Το χέρι μου, θεών ουράνια δίκη!
την έκλυτη ζωή καταδικάζει
-έγκλημα, τιμωρία, καταδίκη!-
γι’ αυτόν που ηθική δε λογαριάζει…

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: