Κωστής Παλαμάς – Το τραγούδι του εργάτη (Εμείς οι εργάτες είμαστε…)
“Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας
ζυμώνουμε του κόσμου το ψωμί·
πιο δυνατά κι απ’ τα σπαθιά τα χέρια τα δικά μας,
και μόλο το αλυσόδεμα, σκάφτουν, και η γη πλουτεί…”
Κορυφαίος εκπρόσωπος της λογοτεχνικής γενιάς του 1880, ο μεγάλος ποιητής Κωστής Παλαμάς γεννήθηκε στις 13 του Γενάρη 1859, στην Πάτρα και έφυγε από τη ζωή στις 27 του Φλεβάρη 1943.
Το 1886 δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή «Τα τραγούδια της πατρίδας μου», γραμμένα στη δημοτική. Με τον Παλαμά, η δημοτική γλώσσα γίνεται το μέσο της ποιητικής έκφρασης, σημειώνοντας καθοριστικές επιτυχίες στον αγώνα κατά της καθαρεύουσας. Προς το τέλος της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα, είδαν το φως της δημοσιότητας οι μεγάλες δημιουργίες του, όπως «Ο δωδεκάλογος του γύφτου» και «Η φλογέρα του βασιλιά».
Η κηδεία του Παλαμά, στις 28 του Φλεβάρη 1943, εξελίχθηκε σε αντιστασιακή πράξη. Ο Άγγελος Σικελιανός απήγγειλε πάνω από το φέρετρο του ποιητή το «Ηχήστε οι σάλπιγγες» και χιλιάδες λαού έψελναν τον Εθνικό Ύμνο μπροστά στους ένοπλους Γερμανούς.
Οι σοσιαλιστικές ιδέες και το εργατικό κίνημα επιδρούν σε ένα κομμάτι του έργου του και αυτό φαίνεται καθαρά ιδιαίτερα στον «Δωδεκάλογο του Γύφτου». Ο Παλαμάς εκφράζει τη διαμαρτυρία του για τις άθλιες συνθήκες δουλειάς και ζωής γενικότερα των εργαζομένων.
«Πρόκειται για μια σοσιαλιστική ιδεολογία ακαταστάλαχτη και αδιαμόρφωτη, ανακατεμένη με αστικό φιλελευθερισμό, φιλεργατισμό και πασιφισμό.(…) Παρ’ όλες τις φανερές επιδράσεις των σοσιαλιστικών ιδεών στο έργο του. Παρ’ όλο το φιλεργατισμό και τους οραματισμούς του για τη μελλοντική εξέλιξη της κοινωνίας, ο Παλαμάς δεν υπήρξε σοσιαλιστής. Δημιούργημα της κοινωνίας της εποχής του, ανήκει στην κατηγορία των μεγάλων ηγετών που ανάδειξε η αστική τάξη σ’ όλες τις χώρες, στις ανοδικές στιγμές της ιστορίας της» σημειώνει ο Τάκης Αδάμος.
Το 1913, το Εργατικό Κέντρο Αθήνας ζητάει από τον Κωστή Παλαμά να γράψει τον ύμνο της εργατιάς. Ο ποιητής γράφει τότε το «Τραγούδι του εργάτη» (Εμείς οι εργάτες) που δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Λαός» και το μελοποιεί ο Μανώλης Καλομοίρης. Το 1944 το ποίημα μελοποιήθηκε και από τον κομμουνιστή σπουδαίο μουσουργό Αλέκο Ξένο.
Μέσα στα τρία τετράστιχα του τραγουδιού, ο Παλαμάς εκφράζει την αγάπη του στους εργάτες, τους δημιουργούς όλων των ανθρώπινων αγαθών, καταδικάζει την άγρια εκμετάλλευση του μόχθου τους και τους καλεί να ενωθούν, και να παλέψουν για να επιβάλουν το δίκιο τους:
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας
ποτίζουμε τη γη για να γεννά
καρπούς, λουλούδια, τ’ αγαθά του κόσμου ολόγυρά μας·
φτωχή, αλουλούδιαστη, άκαρπη, μονάχα η αργατιά.
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας
ζυμώνουμε του κόσμου το ψωμί·
πιο δυνατά κι απ’ τα σπαθιά τα χέρια τα δικά μας,
και μόλο το αλυσόδεμα, σκάφτουν, και η γη πλουτεί.
Στου κόσμου τούς θησαυριστές το βιος σου, εργάτη, νόμοι
σ’ το τρώνε αδικητές χωρίς ντροπή.
Αγκαλιαστείτε, αδέρφια, ορθοί! Με μια καρδιά, μια γνώμη,
Δικαιοσύνη, βρόντηξε, και λάμψε, Προκοπή!