Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Ανταρτοπούλα» του Λάμπρου Μάλαμα
“Διψασμένες καρδιές μη λησμονάτε
τις κρύες ηλιόλουστες πηγές
που έλουσαν τη νιότη τους
οι ανταρτοπούλες του λαού μας!”
Αγωνιστής, διαπρεπής και πολυγραφότατος ποιητής και συγγραφέας, ο Λάμπρος Μάλαμας γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1928 και έφυγε από τη ζωή στις 13 του Φλεβάρη 2012.
«Ο ακάματος, πολυτάλαντος και πληθωρικός αυτός εργάτης του πνεύματος, έχει προσφέρει 230 εκδόσεις μαζί με την Περιοδική του Επιθεώρηση «Ελεύθερο Πνεύμα», σε όλα τα είδη του Λόγου, που επί 33 χρόνια στις σελίδες της έχουν φιλοξενηθεί και φιλοξενούνται εκατοντάδες νέοι, αλλά και παλιοί συγγραφείς, ποιητές, πεζογράφοι και μελετητές της λογοτεχνίας, της ιστορίας, της λαογραφίας και της Εθνικής μας Αντίστασης» σημειώνει στον Ριζοσπάστη (15/2/2004) ο Χρήστος Τσιτζιλώνης, εισφέροντας στα πολύ λίγα στοιχεία που είναι γνωστά για τη ζωή και το έργο του άξιου αυτού Ηπειρώτη συγγραφέα.
Σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε ο Λάμπρος Μάλαμας μέχρι το τέλος της ζωής του συνέγραψε συνολικά 265 έργα, από τα οποία 45 για το θέατρο, ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες.
Το ποίημα «Ανταρτοπούλα» περιλαμβάνεται στη συλλογή «Φωνές και δάφνες – Ποιήματα της λεβεντιάς και της θυσίας» (εκδ. Ιστορία & Τέχνη, Αθήνα 1977), που προλογίζει η Έλλη Αλεξίου. Σημειώνει στον πρόλογό της: «Στο βιβλίο τούτο του Λάμπρου Μάλαμα εκείνο που ιδιαίτερα με εντυπωσίασε και με τράβηξε, είναι ο πρωτότυπος χειρισμός ανάδειξης του ηρωισμού και της αυτοθυσίας των κοριτσιών μας, στα χρόνια τα δύσκολα του πατριωτικού αντιστασιακού αγώνα και των κατοπινά απάνθρωπων ξενοκίνητων εξελίξεων. Ο Μάλαμας (…) με την ερευνητική προεργασία του, αφήνει πολύτιμα στοιχεία για τις νεότερες γενιές, να γνωρίσουν βαθύτερα, και να ενημερωθούν κατά τρόπο αδιάβλητο, πάνω σε πρόσωπα και γεγονότα, που αγωνίζεται να σβήσει ή να διαστρεβλώσει η μισαλλοδοξία…»
Ανταρτοπούλα
Αδέρφια,
Είπα το «παρόν»
στο προσκλητήρι των «καιρών»
και πήρα τη στράτα του αγώνα.
Στο μετερίζι μου λαβώθηκα βαριά!…
Κι αν φεύγω πριν την ώρα μου
τιμές και κλάματα δε θέλω.
Λούστηκα με τα δάκρυα του πόνου σας
όπως οι πέρδικες στις γούρνες.
Γυροπετάχτρα μου η ψυχή
στα μάτια της αγρύπνιας.
Φεύγω, μα στο ντουφέκι μου
κρεμώ την άνοιξή σας
ν’ ανθίζει πλέρια τις χαρές
σ’ ελεύτερη πατρίδα.
Χαράμερα χαμογελώ
με τ’ αυγινά τ’ αστέρια.
Αφήνω νιό χαιρετισμό
για τ’ όμορφο σας μέλλον!Θ’ αναπετώ στους κήπους σας
μια πεταλούδα στ’ άνθια,
αηδόνα στα φυλλώματα
στα δέντρα των ψυχών σας.
Θα χτίζω με τα όνειρα
τα γέλια της αγάπης.
Στον πίνακα των αδερφών
θα τραγουδώ τις εξισώσεις,
τα μερτικά των αγαθών
της ανταρτίνας νιότης!
Πέστε πως είμαι ένα τραγούδι της τιμής,
το πώς σας κέρασα τον άγουρο
της νερατζιάς καρπό μου,
το πώς σας πότισα το μαγικό
του μοσκανθού βοτάνι.
Μ’ ήβρε του όρκου μας κι εμέ
το ζηλευτό το «καλό βόλι».
Μα από δω κι εμπρός αδέρφια μου
ο θάνατος νικιέται.Διψασμένες καρδιές μη λησμονάτε
τις κρύες ηλιόλουστες πηγές
που έλουσαν τη νιότη τους
οι ανταρτοπούλες του λαού μας!
Αδερφωθείτε πιο σφιχτά
και τα νερά θα μπουν καλά
στα καρπερά σας περιβόλια.
Να μη ποτίζουν μοναχά
τη μάταιην ελπίδα,
να μη δροσίζουν μοναχά
τα πικραμένα χείλη.
Μη πείτε πως σας έφυγα,
θα ’μαι κοντά σας πάντα
πνοή και γεύση απ’ το γλυκό
συντροφικό ψωμί σας,
θύμηση, φως και λούλουδο
που ανθοβολεί και σβήνει.10.7.66
“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.