Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Δον Κιχώτης» του Κώστα Ουράνη
“…οι ανθρώποι χασκαρίζουνε. Άσε τους να γελάνε:
οι Δον Κιχώτες παν μπροστά κ’ οι Σάντσοι ακολουθάνε!”…
Ο ποιητής και συγγραφέας Κώστας Ουράνης (Κώστας Νεάρχου ήταν το πραγματικό του όνομα) γεννήθηκε στις 12 του Φλεβάρη 1890 στην Κωνσταντινούπολη, και έφυγε από τη ζωή στις 12 του Ιούλη 1953.
Ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία από τα μαθητικά του χρόνια. Στα 1909 δημοσιεύτηκε η πρώτη του συλλογή «Σαν Όνειρα», που αργότερα αποκήρυξε. Ως πρώτο του έργο ο ίδιος θεωρούσε τη συλλογή Spleen (1912) «ο τίτλος της οποίας παραπέμπει στην γνωστή αγγλική λέξη για την έντονη διάθεση της φυγής και την ανεξήγητη μελαγχολία την οποία έκανε γνωστή ο Σάρλ Μπωντλαίρ με την συλλογή του «Le Spleen De Paris (η μελαγχολία του Παρισιού)» το 1869».
Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στα πανεπιστήμια της Γαλλίας, της Ελβετίας και του Βελγίου.
Το 1920-24 υπηρέτησε στη Λισαβόνα ως γενικός πρόξενος της Ελλάδας.
Καρπός των ταξιδιών του υπήρξαν πολλά ταξιδιωτικά άρθρα, καθώς διατέλεσε για χρόνια ανταποκριτής εφημερίδων και περιοδικών. Αξιόλογες υπήρξαν και οι κριτικές μελέτες του, με εκτενέστερες αυτές για τον Μποντλέρ και τον Αχιλλέα Παράσχο.
Δημοσίευσε κείμενα εικαστικού περιεχομένου σε εφημερίδες και στη «Νέα Εστία», ενώ πεζογραφήματα και ποιήματά του δημοσιεύτηκαν διάσπαρτα σε περιοδικά και εφημερίδες.
Επηρεασμένος από τον Μπωντλαίρ, στο έργο του Κώστα Ουράνη κυριαρχούν οι συμβολισμός, ο νεορομαντισμός και ο κοσμοπολιτισμός ενώ τα ποιήματά του αποπνέουν μελαγχολία, νοσταλγία, πίκρα και διάθεση φυγής.
Αρκετά ποιήματα του Κώστα Ουράνη έχουν μελοποιηθεί.
Το ποίημα «Δον Κιχώτης» είναι από τη συλλογή Vixit, και βρίσκεται στον τόμο «Κώστα Ουράνη Ποιήματα» (εκδ. Βιβλιοπωλείο της Εστίας, χωρίς χρονολόγηση).
Δον Κιχώτης
Ατσάλινος και σοβαρός απάνω στ’ άλογό του
το αχαμνό, του Θερβαντές ο ήρωας περνάει·
και πίσω του, στο στωϊκό γαϊδούρι του καβάλα,
ο ιπποκόμος του ο χοντρός αγάλια ακολουθάει.
Αιώνες που ξεκίνησε κ’ αιώνες που διαβαίνει
με σφραγισμένα επίσημα, ερμητικά τα χείλια
και με τα μάτια εκστατικά, το χέρι στο κοντάρι,
πηγαίνοντας στα γαλανά της Χίμαιρας βασίλεια…
Στο πέρασμά του απ’ τους πλατειούς του κόσμου δρόμους, όσοι
τον συντυχαίνουν, για τρελλό τον παίρνουν, τον κοιτάνε,
τον δείχνει ο ένας του αλλουνού – κ’ ειρωνικά γελάνε.
Ω ποιητή! παρόμοια στο διάβα σου οι κοινοί
οι ανθρώποι χασκαρίζουνε. Άσε τους να γελάνε:
οι Δον Κιχώτες παν μπροστά κ’ οι Σάντσοι ακολουθάνε!
“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.