Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Φιλανθρωπία!» του Μιχάλη Λιαρούτσου
“Πραγματικά θαυμάσιο χόμπι
η φιλανθρωπία.
Δείχνεις άνθρωπος με αισθήματα.
Επιτέλους είναι και μια αφορμή
για επίδειξη.”
Ο Μιχάλης Λιαρούτσος γεννήθηκε το 1921 στην Τήνο και έφυγε από τη ζωή στις 2 του Αυγούστου 2015. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Στη γερμανική κατοχή έλαβε μέρος από τις αρχές του 1942, μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ Νέων και αργότερα της ΕΠΟΝ, όπου διατέλεσε Γραμματέας στις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας και στη συνέχεια Γραμματέας της ΕΠΟΝ Αιγαίου, στην περίοδο του εμφυλίου.
Τον Ιούλη του 1946 βγήκε στην παρανομία και το 1947 αντάρτης στο Δημοκρατικό Στρατό στα βουνά της Μυτιλήνης. Τραυματίστηκε δύο φορές αλλά κατάφερε να σωθεί. Πιάστηκε το 1950, καταδικάστηκε από έκτακτο στρατοδικείο σε θάνατο το 1951, ποινή που αργότερα μετατράπηκε σε ισόβια και μετά σε 15 χρόνια. Αποφυλακίστηκε για λόγους υγείας το 1956, και εργάστηκε ως ιδιωτικός υπάλληλος. Το 1957 παντρεύεται την Ελευθερία Παρασκευαΐδου.
Έζησε στην Καισαριανή, όπου εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος και αντιπρόεδρος του Δημοτικού της Συμβουλίου την περίοδο 1978 – 1982, επί δημαρχίας Παναγιώτη Μακρή. Ήταν ιδρυτικό μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών και Φίλων της ΕΠΟΝ (ΠΕΑΦΕ), της οποίας διατέλεσε γενικός γραμματέας και αντιπρόεδρος του ΔΣ, καθώς και του Συνδέσμου Φίλων του Μουσείου της ΕΠΟΝ, του οποίου διατέλεσε αντιπρόεδρος του ΔΣ.
Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και συγγραφέας επτά πεζογραφημάτων και δύο ποιητικών συλλογών. Τα βιβλία του έγιναν τα αγαπημένα αναγνώσματα της νέας γενιάς και φώτισαν άγνωστες πτυχές της ιστορίας του λεσβιακού επαναστατικού κινήματος, που για δεκαετίες η άρχουσα τάξη και η αστική προπαγάνδα φρόντιζαν να σκεπάζουν με το μαύρο πέπλο της ιστορικής λήθης.
Το ποίημα προέρχεται από την ποιητική συλλογή του Μιχάλη Λιαρούτσου “Τινά εκ των ένδον” (εκδ. ΕΝΤΟΣ, Καισαριανή 2006).
Φιλανθρωπία!
«Είμαι φτωχός»
πρόλαβε και ψιθύρισε.Η ξέπνοη φωνή του
μια μαχαιριά στην καρδιά.Αναίσθητος
ξεπαγιασμένος.
Ο άλλος, ο σύντροφός του,
μόλις είχε διαβεί τον Αχέροντα.Από μακριά, πολύ μακριά. Από τα βάθη.
Μέρες και μήνες.
Πορεία.
Για λίγο ψωμί. Για λίγη ζωή.Φτάνοντας.
Το ποτάμι
ορμητικό, παγωμένο.
Χιόνια.Ο άλλος δεν άντεξε. Πέθανε.
Κι αυτός;
«Είναι φτωχός».Έτρεξε ο λαός.
Τον λυπήθηκε. Τον πήρε.
«Να μείνω. Μη με διώξετε.
Είμαι φτωχός. Φτωχός σας λέω».Ήταν φτωχός!
Τι κοφτερό λεπίδι αυτό μπηγμένο στο στήθος!Έτρεξε λυπημένος ο μικρός λαός.
Έτρεξε ξοπίσω και η φιλανθρωπία.
Των πλουσίων, των μεγαλοκυράδων η φιλανθρωπία.
Χόμπι και διασκέδαση κυρίως γι’ αυτές,
όταν, μάλιστα, έχουν περάσει τα χρόνια
και οι δυνάμεις δεν επαρκούν πια για άλλα.
Κότερα, σπορ αυτοκίνητα,
θαλασσινά παιχνίδια, άλογα,
ιππασία, μακρινά ταξίδια,
σαφάρι αφρικάνικο κυνήγι, άλλα.Πραγματικά θαυμάσιο χόμπι
η φιλανθρωπία.
Δείχνεις άνθρωπος με αισθήματα.
Επιτέλους είναι και μια αφορμή
για επίδειξη.
Φιλανθρωπικές γιορτές,
φιλανθρωπικές εκδηλώσεις,
έξωμες τουαλέτες, κοσμήματα,
έρχονται και οι τηλεοράσεις,
οι ιδιόκτητες κυρίως,
αλλά και οι κρατικές,
δικές τους κι αυτές,
οι κάμερες στραμμένες συνέχεια
επάνω τους,
στις γυμνές πλάτες τους,
λίγο κυρτές, πλαδαρές,
ο πανδαμάτωρ χρόνος βλέπετε,
όμως οπωσδήποτε
αυτές οι δεξιώσεις, αυτές οι κάμερες,
αυτές οι επιδείξεις λάμψης, πλούτου,
εξώπλατων τουαλετών,
μισοντυμένων σαρκών και
…κοινωνικής συναντίληψης
γεμίσουν κενά, ικανοποιούν ματαιοδοξίες,
πιστοποιούν ότι ζούνε, υπάρχουνε
και θα συνεχίζουν να ζούνε.Τυχερός
ο καημένος ο φτωχός.
Δε νομίζετε;Μιχάλης Λιαρούτσος
“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.