Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Γράμμα ενός αρρώστου» του Νίκου Καββαδία
Ο ποιητής που ύμνησε με το έργο του τον εργάτη της θάλασσας και τα όνειρά του, έχοντας σημαία την ελευθερία του νου και της ψυχής, μας μιλάει για κάποιον άρρωστο που βλέπει το φως της ζωής να λιγοστεύει και το όνειρό του να στέκεται απέναντί του θλιμμένο και να τον αποχαιρετά λίγες στιγμές πριν το τελευταίο του ταξίδι.
Σπουδαίος ποιητής και συγγραφέας, ο Νίκος Καββαδίας γεννήθηκε στις 11 του Γενάρη 1910 και έφυγε από τη ζωή στις 10 του Φλεβάρη 1975. Το έργο του αγαπήθηκε από το λαό και τη νεολαία, μελοποιήθηκε και συνεχίζει να συγκινεί και τις νεότερες γενιές.
Στη διάρκεια της Κατοχής ο Νίκος Καββαδίας εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Την ίδια περίοδο άρχισε να δημοσιεύει και τα αντιστασιακά του ποιήματα με πρώτο το «Αθήνα 1943», ενώ το 1944 δημοσίευσε το ποίημα «Στον τάφο του ΕΠΟΝίτη». Το 1945 δημοσίευσε το «Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα» και το ποίημα «Αντίσταση». Το 1946, μαζί με άλλους διανοούμενους, υπέγραψε διαμαρτυρία κατά του Γ΄ Ψηφίσματος που ήταν ο «θεμέλιος λίθος» του αντικομμουνιστικού οργίου. Λίγο πριν το πραξικόπημα της 21ης Απρίλη 1967 έδωσε μια μεγάλη συνέντευξη στο περιοδικό «Πανσπουδαστική», όπου αφιέρωσε και το ποίημά του «Σπουδαστές».
«Ο Νίκος Καββαδίας, ο μέγας αυτός παραμυθάς, χρησιμοποιεί τη θάλασσα, το πλοίο, τα λιμάνια ως πεδίο για να πει πράγματα πολύ σημαντικά και διαχρονικά. Να μιλήσει για το αιώνιο ταξίδι, να μιλήσει και να πει το «Λυπήσου αυτούς που δεν ονειρεύονται». Και δεν εννοεί μόνο τη φυγή από τη βάρβαρη πραγματικότητα, αναφέρεται κυρίως στην ανάγκη να ονειρευτούμε για να πάμε σε μια άλλη κοινωνία, στην οποία ο άνθρωπος θ’ αυτοπραγματωθεί. Και για να γίνει αυτό, θα πρέπει να «χορέψουμε πάνω στο φτερό του καρχαρία». Δηλαδή να ξεπεράσουμε τις καταγεγραμμένες μας δυνατότητες, να ξεπεράσουμε τα όριά μας. Με άλλα λόγια, να κατακτήσουμε το Αδύνατο» έλεγε ο Θάνος Μικρούτσικος.
Στο «Γράμμα ενός αρρώστου» («Μαραμπού», εκδ. Άγρα, 1995) ο ποιητής που ύμνησε με το έργο του τον εργάτη της θάλασσας και τα όνειρά του, έχοντας σημαία την ελευθερία του νου και της ψυχής, μας μιλάει για κάποιον άρρωστο που απευθύνεται στον φίλο του Αλέξη, βλέποντας το φως της ζωής να λιγοστεύει και το όνειρό του να στέκεται απέναντί του θλιμμένο και να τον αποχαιρετά λίγες στιγμές πριν το τελευταίο του ταξίδι.
Είναι σκληρό να πεθαίνεις έχοντας στερηθεί της δυνατότητας να πραγματοποιήσεις το όνειρό σου. Κι η αίσθηση του τέλους που πλησιάζει προκαλεί ανείπωτο πόνο…
Γράμμα ενός αρρώστου
Φίλε μου Αλέξη, το ‘λαβα το γράμμα σου·
και με ρωτάς τι γίνομαι, τι κάνω;
Μάθε, ο γιατρός πως είπε στη μητέρα μου
ότι σε λίγες μέρες θα πεθάνω…Είναι καιρός όπου έπληξα, διαβάζοντας
όλο τα ίδια που έχω εδώ βιβλία,
κι όλο εποθούσα κάτι νέο να μάθαινα
που να μου φέρει λίγη ποικιλία.Κι ήρθεν εχθές το νέο έτσι απροσδόκητα
– σιγά ο γιατρός στο διάδρομο εμιλούσε –
και τ’ άκουσα. Στην κάμαρα εσκοτείνιαζε
κι ο θόρυβος του δρόμου εσταματούσε.Έκλαψα βέβαια, κάτω απ’ την κουβέρτα μου.
Λυπήθηκα. Για σκέψου, τόσο νέος!
Μα στον εαυτό μου αμέσως υποσχέθηκα
πως θα φανώ, σαν πάντοτε, γενναίος.Θυμάσαι, που ταξίδια ονειρευόμουνα
κι είχα ένα διαβήτη κι ένα χάρτη
και πάντα για να φύγω ετοιμαζόμουνα
κι όλο η μητέρα μου ‘λεγε: Το Μάρτη…Τώρα στο τζάμι ένα καράβι εσκάρωσα
κι ένα του Μαγκρ στιχάκι έχω σκαλίσει:
«Τι θλίψη στα ταξίδια κρύβεται άπειρη!»
Κι εγώ για ένα ταξίδι έχω κινήσει.Να πεις σ’ όλους τους φίλους χαιρετίσματα,
κι αν τύχει ν’ απαντήσεις την Ελένη,
πως μ’ ένα φορτηγό -πες της- μπαρκάρισα
και τώρα πια να μη με περιμένει…Αλήθεια! Ο Χάρος ήθελα να ‘ρχότανε
σαν ένας καπετάνιος να με πάρει
χτυπώντας τις βαριές πέτσινες μπότες του
κι ένα μακρύ τσιμπούκι να φουμάρει.Αλέξη, νιώθω τώρα πως σ’ εκούρασα.
Μπορεί κιόλας να σ’ έκαμα να κλάψεις.
Δε θα ‘βρεις, βέβαια, λόγια για μι’ απάντηση.
Μα δε θα λάβεις κόπο να μου γράψεις…Νίκος Καββαδίας
Οι στίχοι του Καββαδία ακούγονται από τον αξέχαστο ηθοποιό, συγγραφέα και στιχουργό Νότη Περγιάλη:
“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.