Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Κοντά σου» της Μαρίας Πολυδούρη
“Κοντά σου η σιγαλιά σα γέλιο μοιάζει
που αντιφεγγίζουν μάτια τρυφερά
κι αν κάποτε μιλάμε, αναφτεριάζει,
πλάι μας κάπου η άνεργη χαρά…”
Η Μαρία Πολυδούρη, από τις χαρακτηριστικότερες παρουσίες της μεσοπολεμικής μας ποίησης, γεννήθηκε την 1η του Απρίλη 1902.
Το 1916 δημοσίευσε σε περιοδικό το πεζοτράγουδο «Ο πόνος της μάνας» και συγκέντρωσε τα ποιήματά της στην ανέκδοτη συλλογή με τίτλο «Μαργαρίτες».
Το 1918 πέρασε με άριστα τις εξετάσεις και διορίστηκε στη Νομαρχία Μεσσηνίας.
Ενδιαφέρεται για την Οκτωβριανή Επανάσταση, για το γυναικείο ζήτημα και τη χειραφέτηση της γυναίκας. Ο έρωτάς της για τον Κώστα Καρυωτάκη θα επηρεάσει καθοριστικά τη ζωή και το έργο της.
Το 1920 και σε διάστημα μόλις σαράντα ημερών έχασε και τους δυο γονείς της.
Το 1922 μετατέθηκε στη Νομαρχία Αττικής (Αττικοβοιωτίας ονομαζόταν τότε), ενώ είχε ήδη γραφτεί στη Νομική Σχολή. Δημοσιεύονται ποιήματά της στα περιοδικά «Έσπερος» της Σύρου, «Ελληνική Επιθεώρησις», «Πανδώρα», «Παιδική Χαρά» και «Εύα».
Την ίδια χρονιά γνωρίστηκε με τον Κώστα Καρυωτάκη, και η πολυκύμαντη σχέση τους θα διαρκέσει ένα χρόνο. Όταν ο ποιητής ανακαλύπτει ότι πάσχει από σύφιλη θα της ζητήσει να χωρίσουν. Η Πολυδούρη αρνείται ζητώντας του να παντρευτούν χωρίς να κάνουν παιδιά. Ο Καρυωτάκης δεν το δέχεται και χωρίζουν. Έξι χρόνια μετά αυτοκτονεί στην Πρέβεζα.
Το 1924 η Πολυδούρη εγκαταλείπει τις σπουδές της στη Νομική και γράφεται στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στη Σχολή Κουνελάκη. Το 1926 συμμετέχει στην παράσταση «Το Κουρέλι» του Νικοντέμι και βρίσκεται στο Παρίσι, όπου παρακολουθεί μαθήματα ραπτικής.
Στο Παρίσι προσβάλλεται από φυματίωση και νοσηλεύεται. Το 1928 επιστρέφει στην Αθήνα και εισάγεται στο σανατόριο «Σωτηρία».
Τον Φλεβάρη του 1930 η Μαρία Πολυδούρη μεταφέρεται σε κλινική με πρωτοβουλία του Άγγελου Σικελιανού και μερικών άλλων φίλων που δεν άντεχαν να τη βλέπουν να αργοπεθαίνει πάμπτωχη.
Η καρδιά της έπαψε να χτυπά τα ξημερώματα της 29ης Απρίλη του 1930.
Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της θα εκδοθούν οι ποιητικές συλλογές «Οι τρίλλιες που σβήνουν» (1928) και «Ηχώ στο χάος» (1929).
Το ποίημα “Κοντά σου” εμπεριέχεται στην έκδοση “Μαρία Πολυδούρη – Κώστας Καρυωτάκης, Έρωτας και θάνατος στη σκιά της ποίησης”, επιμέλεια – ανθολόγηση Γιάννης Η. Παππάς, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2009.
Κοντά σου
Κοντά σου δεν αχούν άγρια οι ανέμοι.
Κοντά σου είναι η γαλήνη και το φως.
Στου νου μας τη χρυσόβεργην ανέμη
ο ρόδινος τυλιέται στοχασμός.Κοντά σου η σιγαλιά σα γέλιο μοιάζει
που αντιφεγγίζουν μάτια τρυφερά
κι αν κάποτε μιλάμε, αναφτεριάζει,
πλάι μας κάπου η άνεργη χαρά.Κοντά σου η θλίψη ανθίζει σα λουλούδι
κι ανύποπτα περνά μές στη ζωή.
Κοντά σου όλα γλυκά κι όλα σα χνούδι,
σα χάδι, σα δροσούλα, σαν πνοή.
Το ποίημα έχει μελοποιήσει και ερμηνεύσει μοναδικά ο Θάνος Ανεστόπουλος:
“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.