Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Μπαλάντα του ποιητικού διαγωνισμού του Μπλουά» του Φρανσουά Βιγιόν
“Πλάι στην βρύση πεθαίνω διψασμένος
καίω σα φωτιά και τρεμοτουρτουρώ
στον τόπο μου ενώ ζω είμαι τέλεια ξένος
κοντά στη στιά τα δόντια κουρταλώ…”
O Γάλλος ποιητής Φρανσουά Βιγιόν (François Villon, γεννήθηκε το 1431 και τα ίχνη του χάθηκαν το 1463) ο κατά τον Ρεμπώ «γενάρχης των “καταραμένων ποιητών”», έζησε μεγάλο διάστημα της βραχείας ζωής του στις φυλακές, καταδικασμένος για διαρρήξεις, ληστείες, ακόμα και φόνο. Τα ποιήματά του , αν και γράφτηκαν πριν από σχεδόν έξι αιώνες, «αγγίζουν» το σημερινό αναγνώστη με την αμεσότητα και τη δύναμη των νοημάτων τους.
Στα τέλη του 2001 παρουσιάστηκε ο ψηφιακός δίσκος με τίτλο «Στον τόπο μου είμαι τέλεια ξένος», που κυκλοφόρησε από την «His Master’s Voice», σε μουσική του Θάνου Μικρούτσικου (υπογράφει και την παραγωγή του δίσκου). Ο δίσκος περιέχει 28 αποσπάσματα από ποιήματα του Βιγιόν σε μετάφραση του Σπύρου Σκιαδαρέση, παρουσιάζοντάς τα σε μια σύγχρονη, μελωδική μορφή.
Ο σπουδαίος συνθέτης σημειώνει μεταξύ άλλων για το έργο: «Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 έπεσε στα χέρια μου το βιβλίο με τη ποίηση του Φρανσουά Βιγιόν. Το ρούφηξα κυριολεκτικά μέσα σε μια βραδιά. Οι στίχοι του με μάγεψαν. Δεν μπορούσα να πιστέψω πως ένας ποιητής του 15ου αιώνα, τόσο παλιός δηλαδή, έφτανε σε μας με τόσο συνταρακτικό και οικείο τρόπο. Σε λίγες μέρες είχα βάλει μουσική σε 14 μπαλάντες του…
Γνωρίζω την ποίηση, δεν είμαι όμως ούτε κριτικός ούτε μελετητής αυτής της σπουδαίας τέχνης. Όμως απερίφραστα δηλώνω ότι τον θεωρώ για πολλούς λόγους έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές όλων των εποχών. Οι στίχοι του, ενώ αντανακλούν την ιστορική περίοδο στην οποία γράφτηκαν, σκίζουν κυριολεκτικά τον χρόνο και λειτουργούν ως σημερινοί…
Είμαι υποχρεωμένος να μιλήσω για τον μεταφραστή του Βιγιόν στα ελληνικά, τον Σπύρο Σκιαδαρέση. Εξέδωσε τη μετάφρασή του αυτή το 1947. Πρέπει να είμαστε ευγνώμονες στον Σκιαδαρέση, γιατί μας μετέφερε όλους τους χυμούς και όλα τα επίπεδα της ποιητικής του Βιγιόν. Σπάνιο επίτευγμα για τόσο μακρινά κείμενα…»
Στην Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larousse-Britannica αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Τον βρίσκουμε μετά στο Μπλουά, στην αυλή του ομότεχνού του (στην ποίηση) Κάρολου δούκα της Ορλεάνης. Κλείνεται στην φυλακή για νέα παραπτώματα αλλά τον Δεκέμβριο το 1457 αμνηστεύεται επ´ ευκαιρία της γέννησης της κόρης του δούκα. Παίρνει μάλιστα μέρος και σε ποιητικό διαγωνισμό που αθλοθέτησε ο δούκας με την μπαλάντα του Πλάι στη βρύση πεθαίνω διψασμένος».
Από τον ίδιο δίσκο το σημερινό ποίημα:
ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΜΠΛΟΥΑ
Πλάι στην βρύση πεθαίνω διψασμένος
καίω σα φωτιά και τρεμοτουρτουρώ
στον τόπο μου ενώ ζω είμαι τέλεια ξένος
κοντά στη στιά τα δόντια κουρταλώ.
Σα σκούληκας γυμνός στολή φορώ
γελώντας κλαίω χωρίς ελπίδα πια
κουράγιο παίρνω απ’ την απελπισιά
χαίρουμαι, κι όμως δεν έχω χαρές
θεριό είμαι δίχως δύναμη καμιά
καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.
Στ’ αβέβαιο πάντα βρίσκω τ’ ορισμένως
το ξάστερο το βλέπω σκοτεινό
διστάζω για ό,τι πλέρια είμαι πεισμένος
για κάθε ξαφνικό φιλοσοφώ.
Κερδίζω, και χαμένος θε να βγω
όταν, όταν χαράζει, λέω «Καλή νυχτιά!»
Ξαπλώνω, λέω: «θα φάω καμιά βροντιά!»
Είμαι πλούσιος κι όλο έχω αδεκαριές
μαγκούφης, καρτερώ κληρονομιά
καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.
Έγνοιες δεν έχω κι είμαι ιδεασμένος
πλούτια να βρω, μα δεν τα επιθυμώ.
Απ’ όσους με παινάνε προσβαλμένος,
και κοροϊδεύω ό,τι είναι σοβαρό.
Φίλο έχω όποιον με πείσει πως γλυκό
κελάδημα ειν’ της κάργιας η σκουξιά
για όποιον με βλάφτει λέω πως μ’ αγαπά
το ίδιο μου είναι κι οι αλήθειες κι οι ψευτιές
τα ξέρω όλα, δε νιώθω τόσο δα
καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.
Πρίγκιπα μου μακρόθυμε, καμιά
γνώση δεν έχω και μυαλό σταλιά,
μα υπακούω στους νόμους. Τι άλλο θες;
Πώς; Τους μιστούς να πάρω, είπες, ξανά;
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.
Εδώ μπορείτε να ακούσετε τον τραγουδιστή Χρήστο Θηβαίο να διαβάζει τους παραπάνω στίχους:
Και εδώ, μπορείτε να απολαύσετε τους στίχους μελοποιημένους από τον Θάνο Μικρούτσικο. Το υπέροχο ομότιτλο τραγούδι ερμηνεύει ο ίδιος:
“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.