Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Στα παιδιά του Νοέμβρη του ‘73» του Αλέκου Πούλου

“Από εκείνες τις νύχτες
με τα συνθήματα εκείνων των παιδιών.
προσπαθώ να χτίσω
στον έρωτα της ζωής
παλάτι στον ήλιο
εκεί να συναντήσω τα όνειρα τους 
που θα ‘ρθουν σα μεγάλη νίκη 
να συναντηθούμε.”

Ο Αλέκος Πούλος είναι ναυτεργάτης και γράφει ποίηση και διηγήματα. Γεννήθηκε το 1955 στη Σάρτη Χαλκιδικής από Νικαριώτη πατέρα και Μικρασιάτισσα μητέρα.

Πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1980, μέσα από τις στήλες της εφημερίδας των ναυτεργατών «Η ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΙΚΗ», στην αρχή ακόμη της εργασίας του στα καράβια.

Μηχανικός του Εμπορικού Ναυτικού, συνταξιούχος του ΝΑΤ σήμερα, διετέλεσε για πολλά χρόνια μέλος του Δ.Σ. του Ναυτεργατικού Σωματείου «ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ» (Αντιπρόεδρος – Ταμίας) καθώς και του Δ.Σ. της Πανελλήνιας Ένωσης Συνταξιούχων ΝΑΤ.

Ο Αλέκος Πούλος συμμετείχε στο Δ.Σ. της Πανικαριακής Αδελφότητας Αθηνών, υπήρξε απ’ τα ιδρυτικά μέλη του «Νέου πνευματικού κύκλου Καλλιθέας» και είναι μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, στην οποία υπήρξε μέλος του Διοικητικού της Συμβουλίου το 2010-12, μέλος της Επιτροπής Κρίσης Νέων Μελών το 2012-14 και Πρόεδρος αυτής το 2014-16.

Έχει εκδώσει: «Ατέλειωτες πορείες» (ποίηση, 1992), «Χαρτογραφήσεις νοσταλγίας» (ποίηση, 1995, ΑΓΕΡΙ), «Εξ ωκεανών» (ποίηση, 2000, ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ), «Μια θάλασσα με δυο γιαλούς» (ποίηση, 2007, ΙΚΑΡΙΑΚΑ), «Στον Καφέ των Δέκα» (ποίηση, 2008, ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ), «Θαλασσινά σημάδια» (διηγήματα, 2011, ΕΝΤΟΣ), «Μιας άλλης θύμησης μορφές» (ποίηση, 2012), «Παράξενες ιστορίες» (διηγήματα, 2014, ΕΝΤΟΣ, Συλλογική έκδοση μελών της Ε.Κ.Ν.Μ.).

Ο Αλέκος Πούλος

Ποιήματα και διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά, ανθολογίες και εφημερίδες και έχουν συμπεριληφθεί στους Χρονιάτικους τόμους των «Ικαριακών». Οι «Ατέλειωτες πορείες» έχουν μεταφραστεί στα Ρωσικά και μέρος της στα Γαλλικά.  Έχει τιμηθεί με το βραβείο της Πανικαριακής Αδελφότητας για το σύνολο του έργου του.

Στα παιδιά του Νοέμβρη του ‘73

Εκείνες τις νύχτες
τα παιδιά
αναρριχήθηκαν κατακόκκινα
πάνω στη δικαιοσύνη του μέλλοντος
κράτησαν ευγενικά
τα φθινοπωρινά αστέρια
πάνω στις καρδιές τους
και τα κερνούσαν τραγουδώντας
στις σιωπηλές γειτονιές.

Τα χέρια τους ήταν γεμάτα
με τα νεράντζια της αυλής
που ευωδίαζαν σαν άνθη
Μαγιάτικου πρωινού
για να πολεμήσουν την μυρωδιά
των καμένων ονείρων
και μ’ ανοιχτά στήθη
φούντωσαν
σαν έρωτας ιερός
προσκυνώντας την ομορφάδα της ζωής
που έρχονταν
σαν μεγάλο φως απ’ το σκοτάδι.

Εκείνα τα παιδιά
φορώντας τον θάνατο με κάθε σύνθημα
ζέσταιναν τα πρωινά
με τις φωνές που άναψαν οι ψυχές τους
και τις έριξαν με τα χρόνια
που θ’ αναζητούμε
το ελεύθερο πέρασμα
για το μεροκάματο του ανθρώπου.

Εκείνες τις μέρες
εκείνα τα παιδιά
κυμάτισαν τα νιάτα τους
πάνω στις καινούργιες σημαίες
και παλεύοντας για την ζωή
κέρδισαν την αθανασία.

Από εκείνες τις νύχτες
με τα συνθήματα εκείνων των παιδιών.
προσπαθώ να χτίσω
στον έρωτα της ζωής
παλάτι στον ήλιο
εκεί να συναντήσω τα όνειρα τους
που θα ‘ρθουν σα μεγάλη νίκη
να συναντηθούμε.

“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: