Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Στην Αθήνα» του Απόστολου Σπήλιου
“Σε χαιρετούν του Παρισιού, της Βιέννας, της Καντώνας
και της Μαδρίτης τα οδοφράγματα, τα λαοματωμένα!…”
Ο Απόστολος Σπήλιος (Απόστολος Κολτσιδόπουλος) γεννήθηκε στη Λάρισα το 1909. Προπολεμικά ήταν τραπεζικός υπάλληλος. Στα Γράμματα εμφανίστηκε από τον ΕΑΜικό Τύπο. Έγραψε χρονογραφήματα, ποιήματα και σατιρικά κείμενα. Μετά την απελευθέρωση έγραφε το χρονογράφημα στο «Ρίζο της Δευτέρας», υπό τη βινιέτα «σφυριές». Μετά την απαγόρευση του «Ριζοσπάστη» (Οκτώβριος 1947) βγήκε στο ΔΣΕ, για έντυπα του οποίου («Δελτίο Ειδήσεων», «Εξόρμηση», «Προς τη Νίκη») έγραφε πολεμικές ανταποκρίσεις, ποιήματα και «σφυριές».
Δούλεψε στο «Ραδιοφωνικό Σταθμό» του ΔΣΕ, στο Βελιγράδι και από την άνοιξη του 1949 στο Βουκουρέστι, στη ραδιοφωνική «Ελεύθερη Ελλάδα», μετέπειτα «Η φωνή της αλήθειας».
Ο Α. Σπήλιος δούλευε στο σταθμό μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960, οπότε επαναπατρίστηκε. Στην πολιτική προσφυγιά εξέδωσε τα βιβλία «Σατιρικοί πολιτικοί στίχοι» (1953), «Ταξίδια στην Ελλάδα» και «Στου δρόμου τη στροφή» (μυθιστόρημα).
Το πρώτο του βιβλίο που εκδόθηκε στην προσφυγιά (1950), εικονογραφημένο από τον αγωνιστή ζωγράφο -χαράκτη, πρόσφυγα στο Βουκουρέστι, Γιώργη Δήμου, ήταν η συλλογή «σφυριές», όπου περιλαμβάνονται πολλά διηγηματικά χρονογραφήματα, που ο Α. Σπήλιος «έγραψε από τις αρχές του 1945 ως το τέλος του 1949», όπως αναφέρει το σημείωμα του εκδοτικού και μεταδόθηκαν «για πρώτη φορά από το ραδιοφωνικό σταθμό “Ελεύθερη Ελλάδα”». Πέθανε από ανακοπή στις 5/2/1976. (Στοιχεία από τον Ριζοσπάστη)
Το ποίημα εμπεριέχεται στη μπροσούρα «ΕΑΜ – Ανατολικές συνοικίες Αθήνας 1941-1945», έκδοση 6ου τομέα του ΕΑΜ Αθήνας, 1945.
Στην Αθήνα
Σε χαιρετούν του Παρισιού, της Βιέννας, της Καντώνας
και της Μαδρίτης τα οδοφράγματα, τα λαοματωμένα!
Οι φωτεινές κολώνες σου―φράγμα στο μαύρο κύμα
στέκουν ολόρθο κι’ άπαρτο, αγέρωχο ταμπούρι
μες της Ελλάδας τ’ αγριοπάλαιμα, μες των Μπαλκανιών την αντάρα..
Αδούλωτη, ανειρήνευτη, τρικυμισμένη,
σαν το πνεύμα που επέτρωσε στα μάρμαρά σου
―αρχαίο, συγκαιρινό και πάντα νέο―
πάνω στο δοξασμένο μέτωπό σου
αχτινωτά φεγγοβολάει της ματωμένης
κορώνας σου το ακάνθινο στεφάνι!
Ω! Αθήν’ Αθήνα..
Κάθε σου σπίτι, κάθε δρόμος,
τα σταυροδρόμια των συνοικιών σου
μιλάν για τα σεμνά τα παλληκάρια
της φτωχομάννας σου καρδιάς τα φύτρα
που ρίχνονται αλογάριαστα στη μάχη
φλόγ’ αξεδίψαστη νιώθοντας στα στήθεια
για λευτεριάν ακέρια―που κανένας
δικός ή ξένος δεν μπορεί να δώσει
αν δεν την πάρεις μόνος σου, με το σπαθί σου.
Τούτη την ώρα
μες τη βαρειά που σε τυλίγει νύχτα,
(του σκοταδιού το πιο βαθύ λίγο πριν ξημερώσει)
αστροβολάς σα φάρος στη φουρτούνα
σκορπώντας γύρω σου το φως που καίει
κι’ ανέσπερο φωτίζει όλη τη χώρα.
Τούτη την ώρα
που πολεμάς με τη ψυχή στο στόμα
μες των αφρών τη λύσσα που σε πνίγει
των ματωμένων όργιων τη λύσσα
κάθε παλμός μας
και σκέψη μας για σένα
ω Αθήνα, Αθήνα
σύμβολο αιώνιο λεύτερων Ανθρώπων!
Αύγουστος 1944
“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.