“Ποιος θα σε κάνει ταίρι, αρχόντισσα, κυρά,/ η μάνα σου το ξέρει, μα δεν το μαρτυρά…”
Δύο ποιήματα του Γιώργου Δ. Μπίμη
Ελεγεία
Τρέχουν τα δάκρυα βροχή κι ο πόνος ανταριάζει
κι αλίμονο στο δυστυχή που στο χαμό βουλιάζει…
…..
Ο χρόνος σβήνει τις πληγές, όμως, το πένθος μένει,
στο άχαρο το λυκαυγές, στη γη την κολασμένη.
Η τύχη, δίνει κι αφαιρεί προνόμια κι ελπίδες,
μα σαν μανιώνουν οι καιροί, πυκνώνουν οι ρυτίδες.
Ο έρωτας πικρά θρηνεί κι η μέρα σκοτεινιάζει,
γι’ αυτή τη νιότη την αγνή, που στη σιωπή πλαγιάζει.
…..
Γράψε θλιμμένε ποιητή, τραγούδια για τη νιότη,
γι’ αυτούς που δεν είχαν γευτεί, την ομορφιά την πρώτη.
Νεράιδες ήτανε οι νιες, χάρμα τα παλικάρια,
μα τη ζωή την έπαιξε η μοίρα τους στα ζάρια…
Η ομορφονιά…
Η νύχτα χαμηλώνει στην πάνω γειτονιά
κι ίδιος αποσπερίτης, λάμπει μια ‘μορφονιά.
Το γελαστό φεγγάρι, το βράδυ στις εννιά,
το δίχτυ του απλώνει στη σκοτεινή γωνιά…
Ποιος θέλει να σε πάρει σε άλλη γειτονιά,
ποιος έριξε το ζάρι μικρή ομορφονιά;
Ποιος θα σε κάνει ταίρι, αρχόντισσα, κυρά,
η μάνα σου το ξέρει, μα δεν το μαρτυρά.
Ο μαύρος καβαλάρης, χωρίς να πει μιλιά,
σου έδωσε χτενάκι να δέσεις τα μαλλιά.
Ο μαύρος καβαλάρης σηκώνει τα πανιά,
γι’ αλαργινό ταξίδι στη μαύρη λησμονιά…
Εικόνα: Λεπτομέρεια από πίνακα του Σάντρο Μποτιτσέλι