Θέαση
Ένα αδημοσίευτο ποίημα του Γιώργου Δ. Μπίμη
Πες μου, που πας αποβραδίς, ποιες σκάλες κατεβαίνεις,
ποια εξορία ανοίχτηκε στην άβυσσο της γης;
Στη φθίση και στο θάνατο, τι δεν καταλαβαίνεις;
τα σύθαμπα θ’ αλώσουνε τους ήχους μιας κραυγής…
Ο διχασμός κι ο χορτασμός, όταν θ’ ανταμωθούνε,
η πόρτα του παράδεισου θα μείνει σφραγιστή,
τα λάφυρα των ποταπών, στο ρήγμα θα χαθούνε
κι όλα στο δείλι σύντροφε, θα έχουν ξεχαστεί…
Θλίψη δεινή κι αβάσταχτη στη βάναυση στιγμή…
Δε βρέθηκε ποτέ κανείς τη δίψα μας να σβήσει,
τους ρόλους μας τους παίξαμε με πάθος και μ’ ορμή,
μα το νερό λιγόστεψε στη μαρμαρένια βρύση…
…..
Ο τύραννος κι ο τιμωρός, το βιός του το φυλάει
μ’ όσο κι αν ψάξει δε θα βρει, απάγκιο κι ουρανό,
τραχύς κι αμετανόητος, μ’ οργή παραμιλάει
μέσα στο πέτρινο κελί, στο φέγγος το ορφανό.
Κι εκείνοι που αγάπησαν, αιώνες πικραμένοι,
μα, στης καρδιάς τα έγκατα πυργώνει μια φωτιά,
στη γνώση τη λυτρωτική, κάθε ψυχή αγιασμένη,
λίκνο θα βρει, ενόραση, σέβας και αρχοντιά!
Φωτογραφία: Menelaos Myrillas / SOOC