Τίποτ’ άλλο
“Μην μ’ εμποδίσεις
με τη στοργή σου να σκεπάσω
του παλιού κόσμου τη νέα πληγή
τον άνθρωπο να μην ξεχάσω.”
Τίποτ’ άλλο
I
Πώς να μιλήσω για των φεγγαριών τα κάλλη
που τα υμνούνε τραγουδιστάδες στις αυλές
τις μεσονυχτιές μας, χλωμά φωτίζουνε και πάλι
μελαγχολικά και μισάνοιχτες τις αγκαλιές
Σαν να πονάνε, σαν ν’ αργοπεθαίνουνε τώρα κι αυτά
όπως οι άνθρωποι ξανά, στην απονιά και στο χιόνι
στων θεών τα χέρια, στην άκρια, μαραμένα φυτά
αγκαθιαστά στο σώμα, παλιού σπιτιού σκόνη
Τη μία μετά την άλλη, την κάλπικη ομορφιά τους
δεν γυρεύω, ούτε στημένες ελπίδες να ‘ρθούνε
σαν τ’ άχαρα τα στολίδια τα χρυσαφιά τους
οι άθλιοι μοναχά καιροί, τον άνθρωπο να θυμηθούνε.
II
Μην μ’ εμποδίσεις
στο κεφάλι του νέου στοχαστή
τον πικρό σου πόνο να σκορπίσω
τον άνθρωπο ν’ αφουγκραστεί
Μην μ’ εμποδίσεις
με τη στοργή σου να σκεπάσω
του παλιού κόσμου τη νέα πληγή
τον άνθρωπο να μην ξεχάσω.
Στρατής Γαλιάτσος
Εικόνα: “Χειμώνας”, έγχρωμη ξυλογραφία (λεπτομέρεια) του Γιώργη Βαρλάμου