Του Χριστού
“Εκεί που σβήνει το φεγγάρι,
ένα παιδί αιμορραγεί,
Χριστέ μου, κάνε μου τη χάρη,
να γιάνεις τούτη την πληγή…”
Εκεί που λάμπει ένα αστέρι,
στης νύχτας το θολό ιστό,
άπλωσε το σεμνό σου χέρι
ν’ αγγίξεις το μικρό Χριστό.
Εκεί που σβήνει το φεγγάρι,
ένα παιδί αιμορραγεί,
Χριστέ μου, κάνε μου τη χάρη,
να γιάνεις τούτη την πληγή.
Ένας τυφλός στο άδειο σκοτάδι,
θα ψάλλει πάλι ωσαννά,
να νιώσει τ’ ουρανού το χάδι
τη γη να θυμηθεί ξανά.
Κι αυτή η κόρη που κεντάει,
μπροστά στο αδύναμο κερί,
τη μοναξιά ξαναρωτάει
πότε θ’ αλλάξουν οι καιροί.
Μα οι καημοί βρήκαν λιμάνι
στην έρημη τη γειτονιά
κι η Παναγιά βγαίνει σεργιάνι
ν’ απλώσει φως στη σκοτεινιά.
Να ιδούν τα μάτια μια αλήθεια,
ν’ ανάψει ο νους να στοχαστεί
κι η θλίψη που τρυπά τα στήθια,
στ’ άγιο Της δίχτυ να πιαστεί…
*Από την ποιητική συλλογή: Τα λυρικά.