Άρθουρ Μίλλερ-Ο δραματουργός που αψήφησε το Μακαρθισμό
Σε αντίθεση με τον παλιό του φίλο και συνεργάτη Ελία Καζάν, αρνήθηκε να γίνει πληροφοριοδότης και να καταδώσει άτομα που εμπλέκονταν με το ΚΚ ΗΠΑ.
Ένας από τους δημοφιλέστερους Αμερικανούς θεατρικούς συγγραφείς σε όλο τον κόσμο, ο Άρθουρ Μίλλερ, έφυγε σαν σήμερα από τη ζωή το 2005. Γεννήθηκε στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης το 1915, σε οικογένεια Πολωνικής και Εβραϊκής καταγωγής. Ο πατέρας του ήταν βιομήχανος παλτών και η μητέρα του εκπαιδευτικός με μεγάλη αγάπη στη λογοτεχνία, την οποία εμφύσησε και στο γιο της εξ απαλών ονύχων. Το κραχ το 1929 σημάδεψε βαθιά τον έφηβο Άρθουρ, αφού τότε η οικογένεια του έχασε σχεδόν όλη της την περιουσία και εξαναγκάστηκε να μετακομίσει από το Μανχάταν στο πιο λαϊκό Μπρούκλυν. Την περίοδο της Οικονομικής Ύφεσης χρονολογείται και η πρώτη του επαφή με τις μαρξιστικές ιδέες, μέσω ενός φοιτητή που γνώρισε το 1932. Προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του, ο Μίλλερ έκανε διάφορες περιστασιακές δουλειές. Ως φοιτητής στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν έγραψε το πρώτο του θεατρικό έργο, το οποίο έλαβε και το βραβείο της Σχολής. Παρακολούθησε επίσης μαθήματα κοντά στο θεατρικό συγγραφέα και καθηγητή Κέννεθ Ρόου. Στη διάρκεια των σπουδών του γνώρισε και την πρώτη του σύζυγο Μαίρη Σλάτερυ, με την οποία είχαν κοινή ιδεολογία κι αργότερα απέκτησαν δύο παιδιά.
Η καριέρα του ως θεατρικού συγγραφέα δεν ξεκίνησε πολύ ευοίωνα, καθώς το πρώτο του έργο στο Μπρόντγουεϋ (1944) με τον εκ του αποτελέσματος ειρωνικό τίτλο “Ο άνθρωπος που είχε όλη την τύχη”, κατέβηκε μετά από τέσσερις παραστάσεις εν μέσω συντριπτικά αρνητικών κριτικών. Τον επόμενο χρόνο του δημοσιεύτηκε το μυθιστόρημά του “Focus”, που αφορούσε τον αντισημιτισμό. Η επόμενη θεατρική του απόπειρα με το “Ήταν όλοι τους παιδιά μου” το 1947 είχε πολύ καλύτερη τύχη, αφού ανέβηκε για ένα συνεχόμενο έτος και βραβεύτηκε επίσης με το βραβείο Τόνυ καλύτερου συγγραφέα. Το γνωστότερο ίσως έργο του, “Ο θάνατος του εμποράκου”, του οποίου η πρώτη πράξη είχε γραφτεί σε λιγότερο από μία μέρα, ανέβηκε σαν σήμερα το 1949 στο θέατρο Μορόσκο σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν, με τον οποίο τότε τον συνέδεε στενή φιλία. Το δράμα του Γουϊλυ Λόμαν, το εμπόρου απ’ το Μπρούκλυν που βλέπει οι αξίες στις οποίες φανατικά πίστευε μια ζωή να σηματοδοτούν το χαμό του, εξακολουθεί να συγκινεί εκατομμύρια θεατές σε κάθε γωνιά του πλανήτη όπου υπάρχουν θέατρα. Το έργο έλαβε σειρά βραβείων, μεταξύ των οποίων και το πολυπόθητο Πούλιτζερ.
Η δεκαετία του ’40 υπήρξε και περίοδος έντονης πολιτικής δραστηριότητας του Μίλλερ, καθώς αρθρογραφούσε με το ψευδώνυμο Matt Wayne (ενίοτε δε και με το κανονικό του όνομα) στο πολιτιστικό περιοδικό The New Masses, το οποίο συνδεόταν στενά με το ΚΚ ΗΠΑ, κατά τα έτη 1945-1946. Τον Απρίλη του 1946 έδωσε συνέντευξη στο κομματικό όργανο The Daily Worker, όπου μεταξύ άλλων ανέφερε πως “ο βασικός αγώνας” της μεταπολεμικής περιόδου ήταν “ο αγώνας να βελτιωθεί το βιωτικό επίπεδο των λαών όλου του κόσμου κι εχθρός είναι ο ιμπεριαλισμός”.
Το 1956 προκάλεσε το ενδιαφέρον τον ταμπλόιντ διεθνώς όταν παντρεύτηκε τη θρυλική ντίβα του Χόλυγουντ Μαίρλυν Μονρόε, ένα μήνα μετά το διαζύγιο από την πρώτη του γυναίκα. O γάμος διαλύθηκε το 1961, συνέπεσε όμως χρονικά με την εμπλοκή του Μίλλερ με την διαβόητη επιτροπή αντιαμερικανικών υποθέσεων (HUAC), περίοδος κατά την οποία η ηθοποιός του συμπαραστάθηκε απόλυτα (εξάλλου όπως αποκαλύφθηκε πολλά χρόνια μετά το θανάτό της, το FBI την παρακολουθούσε από τα μέσα της δεκαετίας υποπτευόμενο τις συναναστροφές της με άτομα που θεωρούνταν κομμουνιστές ή συνοδοιπόροι). Στα τέλη του 1956, ο Μίλλερ κλήθηκε να καταθέσει στην Επιτροπή, η οποία αρνήθηκε να του ανανεώσει το διαβατήριο. Το πολιτικό παρελθόν του συγγραφέα, αλλά και το γεγονός πως το βραβευμένο έργο του Η δοκιμασία (1953), πίσω από την πλοκή για το κυνήγι Μαγισσών στο Σάλεμ το 1692, κατήγγειλε την αντικομμουνιστική υστερία του μακαρθισμού αποτέλεσαν κίνητρα για αυτή την έρευνα σε βάρος του. Σε αντίθεση με τον παλιό του φίλο και συνεργάτη Ελία Καζάν, αρνήθηκε να γίνει πληροφοριοδότης και να καταδώσει άτομα που εμπλέκονταν με το ΚΚ ΗΠΑ ή συμμετείχαν σε φιλοκομμουνιστικές εκδηλώσεις ή οργανώσεις, όπως παραδέχτηκε ότι έπραττε ο ίδιος. Για τη στάση του αυτή το 1957 καταδικάστηκε για περιφρόνηση του κογκρέσου, κατηγορία από την οποία απαλλάχθηκε ένα χρόνο μετά.
Το 1962 παντρεύτηκε την αυστριακής καταγωγής φωτογράφο Ίνγκε Μόρατ, με την οποία απέκτησε δυο παιδιά, τη Ρεμπέκα που αργότερα παντρεύτηκε το διάσημο ηθοποιό Ντάνιελ Ντέι Λιούις και τον Ντάνιελ, ένα παιδί με σύνδρομο Ντάουν. Αποτελεί μελανή κηλίδα στη ζωή του η άρνησή του να περιλάβει το γιο του στην οικογένεια, ιδρυματοποιώντας τον από βρεφική ηλικία. Αργότερα, χάρη στην παρέμβαση του γαμπρού του, ο Μίλλερ απεκατέστησε τις σχέσεις του με τον ενήλικα πλέον γιο του, παρότι η ύπαρξή του παρέμενε σχεδόν άγνωστη ως το θάνατο του συγγραφέα. Συνέχισε να συγγράφει θεατρικά έργα σε πιο αραιά διαστήματα, όπως και μυθιστορήματα, ενώ το 1987 δημοσίευσε την αυτοβιογραφία του “Στη δίνη του χρόνου”. Δυο έργα του διασκευάστηκαν για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, “Ο θάνατος του εμποράκου” με τον Ντάστιν Χόφμαν το 1985 και “Η δοκιμασία” (υπό τον τίτλο “Οι μάγισσες του Σάλεμ”) το 1996, για την οποία και έλαβε τη μοναδική υποψηφιότητα για Όσκαρ στην καριέρα του. Αντιτάχθηκε στον πόλεμο του Βιετνάμ και υποστήριξε το δικαίωμα των Παλαιστινίων στην ανεξαρτησία, ενώ το 1985 επισκέφτηκε την Τουρκία του Τουγκούτ Οζάλ για να συμπαρασταθεί σε πολιτικούς κρατούμενους. Έφυγε προδομένος από την καρδιά τη μέρα της 56ης επετείου της πρώτης πρεμιέρας του “Θανάτου του εμποράκου” στις 10.2. 2005.