«Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους…» – Η τέχνη του Δημήτρη Ραβάνη – Ρεντή φοράει άρματα

Για πολλά χρόνια έζησε και δημιούργησε ως πολιτικός πρόσφυγας στη Ρουμανία, όπου καταξιώθηκε ως ποιητής, πεζογράφος, δραματουργός. Ο Δ. Ρεντής ήταν ο συγγραφέας και ποιητής της Εθνικής Αντίστασης. Παιδί της. Γαλουχήθηκε με το πάθος, τα ιδανικά, τη ρωμαλέα φωνή της. Με το τραγούδι του μετέδιδε τον παλμό που ξεσήκωνε τα πλήθη: “Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους…”

«Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους…» - Η τέχνη του Δημήτρη Ραβάνη - Ρεντή φοράει άρματα

Σαν σήμερα, στις 24 του Δεκέμβρη 1925, γεννήθηκε ο φλογερός αγωνιστής της ΕΠΟΝ και του ΔΣΕ, αταλάντευτος κομμουνιστής, συνεργάτης επί πολλά χρόνια του Ριζοσπάστη, πολύτροπος και πολυγραφότατος δημιουργός, ο αξέχαστος Δημήτρης Ραβάνης – Ρεντής.

Με αφορμή την επέτειο σαν ελάχιστη τιμή στη μνήμη του, αναδημοσιεύουμε από τον Ριζοσπάστη (20/3/2005) απόσπασμα εκτενούς ομιλίας, που είχε κάνει ο συναγωνιστής του, συγγραφέας Νίκος Κυτόπουλος, σε εκδήλωση προς τιμήν του Δ. Ραβάνη – Ρεντή (με την ευκαιρία των 60ών γενεθλίων του και της 45ης συγγραφικής δημιουργίας του), στο Δημοτικό Θέατρο Καλλιθέας, ώστε να γνωρίσει η νεότερη γενιά το συγγραφικό έργο του, καθώς για πολλά χρόνια έζησε και δημιούργησε ως πολιτικός πρόσφυγας στη Ρουμανία, όπου καταξιώθηκε ως ποιητής, πεζογράφος, δραματουργός.

Δημήτρης Ραβάνης – Ρεντής

«Τα χρόνια της δημιουργίας του τα μοιράστηκε ανάμεσα στην Αθήνα και το Βουκουρέστι, όπου έζησε από το 1949 ως το 1968, οπότε επαναπατρίστηκε. Κι όμως στο Βουκουρέστι ήταν “αστέρι” πρώτου μεγέθους και τα βιβλία του λαϊκό ανάγνωσμα. Ο “Δρομάκος με την πιπεριά” κυκλοφόρησε σε 60.000 αντίτυπα. Τα παιδικά του βιβλία ήταν ανάρπαστα. Σε 50.000 αντίτυπα κυκλοφόρησε το “Οι θεοί κατεβαίνουν από τον Ολυμπο”, πράγμα φανταστικό για τα ελληνικά δεδομένα. Τα θεατρικά του έργα παίζονταν για μακρόχρονο διάστημα, όπως και τα κινηματογραφικά. Η ταινία “Οι δρόμοι έχουν αναμνήσεις”, με σεναριογράφο και καλλιτεχνικό υπεύθυνο τον ίδιο, άφησε εποχή. Παιζόταν στους κινηματογράφους της Ρουμανίας στην εθνική επέτειο της 23ης Αυγούστου, αποτελούσε “εθνικό κεφάλαιο” για το ρουμάνικο λαό. Ο Ρεντής εκπροσωπούσε εκεί το ελληνικό πνεύμα.

Δυστυχώς στην Ελλάδα δε λάμπει το “αστέρι” του. Τον βλέπουμε μόνο, όπως και τόσους άλλους συγγραφείς, σαν αγχώδη βιοπαλαιστή. Ενώ στο Βουκουρέστι όλες οι πόρτες ήταν γι’ αυτόν ανοιχτές. Εδώ το βιβλίο είναι ευτελές εμπόρευμα. Οι αιτίες γι’ αυτό είναι βαθιές.

Ο Δ. Ρεντής ήταν ο συγγραφέας και ποιητής της Εθνικής Αντίστασης. Παιδί της. Γαλουχήθηκε με το πάθος, τα ιδανικά, τη ρωμαλέα φωνή της. Με το τραγούδι του μετέδιδε τον παλμό που ξεσήκωνε τα πλήθη: “Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους(…)”.

Η αντίσταση όμως στα μεταπολεμικά χρόνια διώχθηκε απηνώς. Επί δεκαετίες. Μπορούσε να μείνει ο Ρεντής έξω από τη λαίλαπα; Οχι βέβαια! Κυνηγήθηκε κι ας ήταν μόνο 19 χρονών, με βαρύτατες κατηγορίες. Τον δίκασαν ερήμην δις εις θάνατον και έτσι πέρασε στην παρανομία, συνέχισε τον αγώνα με το ΔΣΕ και έπειτα στην αναγκαστική υπερορία.

Ποιο ήταν το έγκλημά του; Τα αντιστασιακά τραγούδια του! “Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους/ άνδρες και γυναίκες με όπλα στους ώμους/ Στο τίμιο λάβαρο πάντα πιστοί/ Η σάλπιγγα κράζει και μας προσκαλεί”.

Ποιος θα τολμούσε να μιλήσει κείνα τα χρόνια για το έργο του; Ποιος να τα τραγουδάει φανερά; Ποιος ήξερε ότι το “Παιδιά σηκωθείτε”, που συγκλόνιζαν την Ελλάδα, το “Εργάτες Αγρότες”, και πολλά άλλα γράφτηκαν από τον Ρεντή; Ναι, τότε έτσι γινόταν. Αλλά μετά τον επαναπατρισμό του γιατί δεν έγινε γνωστός; Βέβαια, έφταιξε κι αυτός! Το μυστικό των τραγουδιών το ‘μαθε ο υποφαινόμενος από τους τελευταίους. Κι ας ανταμώσαμε με τον Δημήτρη στο Βίτσι, πολεμήσαμε στο ίδιο χαράκωμα, ζήσαμε τόσα χρόνια στην ξενιτιά, μαζί το τραγουδήσαμε πολλές φορές. Κι όμως ποτέ δεν είπε: ξέρεις, αυτό το τραγούδι είναι δικό μου! Τρομερή η μετριοφροσύνη του».

Περίοδοι δημιουργίας – ποσότητα και ποιότητα

«Ο Δημήτρης Ραβάνης – Ρεντής γεννήθηκε το 1925. Το έργο του είναι πλούσιο και πολυεδρικό. Είναι αδύνατο να μιλήσουμε για όλο το έργο του. Θα επισημάνουμε μόνον ορισμένα σημεία πολύ περιληπτικά, κάνοντας ένα χρονικό χωρισμό.

Περίοδος 1940-1944. Περίοδος νεανική. Πυκνών αντιστασιακών εμπειριών και πείρας ζωής. Κυριαρχεί στο έργο του η ποίηση και το ηρωικό στοιχείο, τα θούρια, και στο θεατρικό σκετς και “επιθεώρηση”. Ανάμεσα σ’ αυτά κι η επιθεώρηση “Η φαλάκρα του Μουσολίνι”, που παιζόταν στους συνοικισμούς από ερασιτεχνικό θίασο.

Περίοδος 1944-1949. Περίοδος του εμφύλιου πολέμου. Ο Ρεντής πολεμά με το ντουφέκι και την πένα. Το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ συγκροτεί έναν περιοδεύοντα θίασο, με επικεφαλής τον αείμνηστο Αντώνη Γιαννίδη. Ο Μίμης είναι το δεξί του χέρι. Γράφει εργάκια και παίζει ταυτόχρονα. Κυριαρχεί στα έργα του το ποίημα, το τραγούδι, το σκετς, ή τα σατιρικά μονόπρακτα. Το όπλο της ειρωνείας και του γέλιου ήταν τις στιγμές εκείνες στα χαρακώματα το πιο ενδεδειγμένο. Εκείνη την εποχή έγραψε και τα τραγούδια “Βροντάει ο Ολυμπος και πάλι”, “Είμαστε εμείς θεμελιωτές”, “Ο Μπελογιάννης ζει” και άλλα.

Ο Δημήτρης Ραβάνης – Ρεντής με τον ηθοποιό Αντώνη Γιαννίδη, στο βουνό τα χρόνια του ΔΣΕ

Περίοδος 1949-1968… Είναι η περίοδος της ωριμότητας του πληθωρικού ταλέντου του. Ο Ρεντής ήταν πια “ηφαίστειο” από καυτά βιώματα. Στα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς, το σύνθημά μας ήταν: Εμπρός να κατακτήσουμε τα κάστρα της επιστήμης. Γράφτηκε κι ο Δημήτρης στο Πανεπιστήμιο, αλλά γρήγορα το εγκατέλειψε για να εκτονωθεί από τα βιώματά του με το γράψιμο. Αυτά τα χρόνια ήταν πολύ δημιουργικά. Δημοσίευσε πάνω από 25 έργα: Τρία μυθιστορήματα, δυο νουβέλες, δυο συλλογές διηγημάτων, πέντε θεατρικά, εννιά ποιητικές συλλογές και τα άλλα ήταν παιδικά βιβλία. Δεν άφησε κανένα είδος τέχνης ανεκμετάλλευτο. Εγραψε σενάρια, έγινε κινηματογραφικός καλλιτεχνικός διευθυντής, γύρισε δική του ταινία, που είχε μεγάλη επιτυχία.

Αυτό ήταν το έργο που φάνηκε. Υπήρχε, όμως, και τεράστιο αδημοσίευτο υλικό στα συρτάρια του. Το έργο του αυτό περιλάβαινε εκατοντάδες ποιήματα, διηγήματα, μονόπρακτα, θεατρικά, μυθιστορήματα. Δυστυχώς με τον επαναπατρισμό του, που έγινε σε συνθήκες δύσκολες, δεν μπόρεσε να το μεταφέρει μαζί του. Εμεινε στη Ρουμανία και τελικά χάθηκε.

Περίοδος 1968-1974. Μετά τον επαναπατρισμό του έως το 1974 δε δημοσίευσε τίποτα. Κι όμως έγραφε, αλλά τα κρατούσε στα συρτάρια. Ηταν η χούντα, η καινούρια του προσφυγιά, το νέο σκληρό κι αφιλόξενο για πνευματικούς δημιουργούς περιβάλλον, οι πιεστικές ανάγκες επιβίωσης. Με τη μεταπολίτευση αρχίζει νέα περίοδος δημοσιεύσεων έργων του.

Δημοσιεύει το “Ρεπορτάζ για ένα ζεστό Νοέμβρη”. Μια συλλογή 16 ποιημάτων του για το Πολυτεχνείο, που γράφτηκαν τις μέρες της εξέγερσης και κυκλοφόρησαν παράνομα σε λίγα δακτυλόγραφα αντίγραφα. Μέσα σε έντεκα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση δημοσίευσε 16 έργα του. Κάποια πρωτοδημοσιευμένα και άλλα επανέκδοση έργων του από τα χρόνια στο Βουκουρέστι – “Ο δρομάκος με την πιπεριά” κυκλοφόρησε σε 6η έκδοση, “Οι Αργοναύτες” σε 2η, “Τα παιδιά της Αθήνας”, παιδικό μυθιστόρημα, σε δύο εκδόσεις (1981 και 1985) και άλλα. Να σημειωθεί ότι ζει, πράγμα σπάνιο στην Ελλάδα, από τη συγγραφική του δουλιά – συνεργασίες σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνο, τηλεόραση, για την οποία γράφει κυρίως παιδικές εκπομπές.

Αυτά ως προς την ποσότητα του έργου του. Για την ποιότητά του τι ξέρουμε; Υπάρχουν πολλά παραδείγματα πολυγραφότατων συγγραφέων με ποιότητα χαμηλή ή αντιστρόφως. Δεν είναι τυχαίο το ρηθέν “ουκ εν τω πολλώ το ευ”. Στον Ραβάνη, το “πολύ” και το “ευ” δεν είναι σε αντίθεση. Αντιθέτως, είναι ευθέως ανάλογα, βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία.

Ο Δημήτρης Ραβάνης – Ρεντής

Παρά την τεράστια ποικιλία του γραπτού έργου του, παρά τις χρονικές αποστάσεις μεταξύ των έργων του, όλα έχουν ένα κοινό γνώρισμα. Φέρουν τη σφραγίδα της φιλοσοφίας του δημιουργού τους, έχουν στόχο την κοινωνική δικαιοσύνη, τη λευτεριά και την πρόοδο. Ολα διέπονται από την ίδια ουμανιστική ευαισθησία και την ίδια συγκινησιακή ένταση. Ο Ραβάνης είναι μαχητής μιας ιδέας. Η τέχνη του φοράει άρματα. Είναι στρατευμένη στην υπόθεση του λαού του. Εχει νεύρο, αποπνέει δυναμισμό, βάθος, κινείται σε υψηλά επίπεδα».

Πεζός λόγος

«Είναι εξίσου δυνατός σ’ όλα τα είδη του λόγου. Θα αναφερθούμε δειγματοληπτικά στην πεζογραφία και την ποίησή του, δίνοντας για το θέατρο λίγες πληροφορίες. Από την πεζογραφία του θα σταθούμε στο μυθιστόρημα, που του δίνει τη δυνατότητα ν’ αναπτύξει όλες τις πτυχές του ταλέντου του. Ο “Δρομάκος με την πιπεριά” θα μείνει στα νεοελληνικά γράμματα σαν ένα κλασικό έργο που θα δίνει στον αναγνώστη των επερχόμενων γενεών, όπως και στο σημερινό, όλη την ομορφιά, το πάθος και το μεγαλείο της Εθνικής Αντίστασης. Στο “Δρομάκο” συμπυκνώνεται η ψυχή της μαχόμενης αθηναϊκής συνοικίας, της μαχόμενης Ελλάδας. Από το μερικό δίνει το ολικό. Κινεί μάζες. Φωτίζει χαρακτήρες. Δίνει πίνακες. Μπαίνει στην ψυχή του απλού ανθρώπου της γειτονιάς. Ξέρει αυτόν τον άνθρωπο καλά και βλέπει τη λεπτομέρεια που γενικεύει. Κρατάει την αφήγηση ζωντανή. Εχει γοργές εναλλαγές. Πλούσια ψυχολογία. Συγκρούσεις χαρακτήρων. Νιώθεις το μεγάλο στοιχείο που χαρακτηρίζει την αληθινή τέχνη, το στοιχείο της μέθεξης. Είναι ένα θαυμάσιο έργο της αντιστασιακής λογοτεχνίας μας».

Θέατρο

«Το θέατρο πάντα τον τραβούσε. Η πρώτη του εμφάνιση στα Γράμματα έγινε με την επιθεώρηση “Η φαλάκρα του Μουσολίνι”. Στα νιάτα του έπαιξε πολύ ερασιτεχνικό θέατρο. Ζυμώθηκε με τη σκηνή παίζοντας και γράφοντας. Στην ιστορία του θεάτρου τα καλύτερα έργα τα έγραψαν συγγραφείς που έπαιξαν σαν ηθοποιοί. Ο Ρεντής έγραψε, εκτός από μεγάλα έργα – όπως τα “Σκοπιά”, “Θέατρο για παιδιά”, “Νεκρή Γραμμή”, “Πυρκαγιά”, “Φιλόδεντρο” – και δεκάδες μονόπρακτα, που δείχνουν την ποσότητα, αλλά και την ποιότητα. Ενας από τους καλύτερους μάρτυρες για την ποιότητα ήταν ο ενθουσιασμός, με τον οποίο υποδέχονταν το θίασο μέσα στην καρδιά του πολέμου οι αντάρτες του ΔΣΕ, αλλά και οι αγρότες της ελεύθερης περιοχής.

Εχουμε όμως και άλλες μαρτυρίες. Αναφέρω ένα άγνωστο, σε πολλούς, γεγονός, ότι ένα θεατρικό του έργο “συνηγόρησε” για ν’ αποσπάσει την άδεια επαναπατρισμού. Το 1965 τέλειωσε το θεατρικό έργο “Νεκρή γραμμή”. Τότε διάβασε στον αθηναϊκό Τύπο ότι υποβάλλονται στον ετήσιο κρατικό διαγωνισμό θεατρικά έργα και αποφάσισε να συμμετέχει στο διαγωνισμό. Ετοιμάζει ένα αντίγραφο, γράφει σε κλειστό φάκελο τ’ όνομά του όπως όριζε ο κανονισμός, και το στέλνει στην Αθήνα, στη μητέρα του, για να το υποβάλει στον διαγωνισμό. Η κριτική επιτροπή επέλεξε για το πρώτο βραβείο τη “Νεκρή γραμμή” και για το δεύτερο το “Λεωφορείο” του Ν. Ζακόπουλου. Οταν όμως οι αρμόδιοι άνοιξαν το φάκελο και είδαν ότι ο Ραβάνης ήταν πολιτικός πρόσφυγας, κουμπώθηκαν. Βραβείο, βέβαια, δεν του απονεμήθηκε. Εγινε, όμως, ντόρος. Εγραψε ο Τύπος. Εγινε συζήτηση ότι δεν επιτρέπεται τέτοια ταλέντα να χάνονται στα ξένα κλπ. Η ευκαιρία δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη. Ετρεξαν οι δικοί του και πέτυχαν τον επαναπατρισμό του. Μια ακόμη απόδειξη είναι η βράβευση, αργότερα, του θεατρικού έργου του “Κυρίαρχος”».

Ποίηση

«Χαρακτηριστικό γνώρισμα του συγγραφέα, αναπόσπαστο μέρος του έργου του, είναι η ποίηση. Οχι μόνο γιατί έγραψε πολλά ποιήματα, αλλά γιατί και τα πεζά του είναι γεμάτα λυρισμό και ποιητικά στοιχεία. Είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται στους περισσότερους μεγάλους πεζογράφους μας: Βάρναλη, Καζαντζάκη, Λουντέμη, Βενέζη, Μυριβήλη… Η κάθε κατάσταση περνάει από το συγκινησιακό πρίσμα του συγγραφέα κι αναλύεται σε χρώματα της ίριδας. Ολα διαποτίζονται από χρώματα της μαγείας και δίνουν μιαν άλλη υφή στα γεγονότα. Ετσι, η ποίηση του Ρέντη ενυπάρχει και στο πεζό. Μόνο που όταν παίρνει τη μορφή του ποιητικού λόγου οι εικόνες συμπυκνώνονται και οι λέξεις φορτίζονται περισσότερο συγκινησιακά κι εννοιακά. Κινείται στον ποιητικό χώρο με την ίδια άνεση που κινείται και στον πεζογραφικό. Μπορεί εύκολα να διατυπώσει τη σκέψη του με κλασικό στίχο, μέτρο και ρυθμό. Το βλέπουμε στους “Αργοναύτες” του. Πρόκειται για επικό ποίημα – παραμύθι. Κάνει μια δική του παραλλαγή του μύθου της Αργοναυτικής Εκστρατείας, με στίχους ενδεκασύλλαβους ή εξασύλλαβους, ανάλογα με το κείμενο. Διαβάζεις τους “Αργοναύτες” του Ρεντή και θυμάσαι τον “Ερωτόκριτο” του Βιτσέντσου Κορνάρου. Τέτοια ευχέρεια στη ροή και πλαστικότητα στο στίχο, τέτοιος πλούτος κι ευρηματικότητα στη ρίμα και στην αντιπαράθεση των εικόνων.

Δημήτρης Ραβάνης – Ρεντής

Και όταν χρησιμοποιεί τον ελεύθερο στίχο, αντιλαμβάνεσαι τον τεχνίτη. Οτι το κάνει γιατί θέλει να πει κάτι που δε χωρά στους πειθαρχημένους κανόνες της ρίμας. Γιατί θέλει να δώσει περισσότερη πυκνότητα, αμεσότητα, ορμή κι έξαρση στο λόγο του. Ο Ρεντής χρησιμοποιεί τον ελεύθερο στίχο, όχι για επίδειξη αμπελοφιλοσοφίας, όπως συνηθίζεται από τους οπαδούς της λεγόμενης μοντέρνας ποίησης, ή για να αφεθεί στη ροή συνειρμικών εικόνων, λέξεων κι αισθημάτων, που οδηγούν σ’ έναν ακατανόητο μονόλογο, αλλά για να κάνει αμεσότερο το διάλογο. Να δώσει βάθος και προεκτάσεις στις ποιητικές εικόνες. Να ξαφνιάσει τον αναγνώστη ή ακροατή, με φωτισμό των πραγμάτων μ’ ένα καινούριο φως, από άλλη νέα οπτική γωνία, ώστε να τα κάνει πιο εναργή και συναρπαστικά. Αυτός ο δημιουργικός ρεαλισμός είναι που χωρίζει την ποίηση του Ρεντή από τα παραληρήματα της αφηρημένης – παρακμιακής τέχνης. Αυτή είναι μια από τις αρετές του.

Θα επισημάνουμε μιαν ακόμα ποιητική αρετή του, που σπάνια τη συναντάμε αλλού. Την αμεσότητα. Είδαμε πώς αντέδρασε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Τις μέρες της εξέγερσης, πριν σβήσει ο απόηχος των δολοφονικών πυροβολισμών, με νωπό το αίμα στα πεζοδρόμια, έγραφε για την εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Εδρασε άμεσα, σαν ρεπόρτερ. Με τη φρίκη και τον πόνο του αυτόπτη μάρτυρα. Με την οργή του μαχητή. Γι’ αυτό κι ο τίτλος της συλλογής “Ρεπορτάζ για ένα ζεστό Νοέμβρη”. Το Πολυτεχνείο δεν ήταν εξαίρεση. Ηταν ο κανόνας αντίδρασης του ποιητή στα μηνύματα των καιρών. Το ίδιο έγινε και με το θάνατο του Μπελογιάννη. Μόλις έφτασε ή είδηση, την Κυριακή εκείνη, στο Βουκουρέστι, κλείστηκε στο σπίτι του κι έγραψε την ίδια νύχτα το τραγούδι “Ο Μπελογιάννης ζει”. Και την ίδια νύχτα ένας άλλος πολιτικός πρόσφυγας, ο Λάκης Χατζής, έγραφε τη μουσική του τραγουδιού. Και την άλλη Κυριακή έγινε κιόλας μια καλλιτεχνική εκδήλωση με το τραγούδι εκείνο, με απαγγελίες, αποσπάσματα από τη δίκη και την απολογία του Μπελογιάννη».

Για να δείτε όλες τις αναρτήσεις της Κατιούσα για τον Δημήτρη Ραβάνη – Ρεντή, πατήστε εδώ.

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: