Ζοζέ Σαραμάγκου: «Ο κομμουνισμός είναι στις ορμόνες μου»
«Όπως το σώμα μου έχει ορμόνες που κάνουν τα γένια μου να μεγαλώνουν, έτσι έχει κι ορμόνες που με κάνουν κομμουνιστή. Δεν πρόκειται να αλλάξω, θα ήταν ντροπή να γίνω κάποιος άλλος…»
Στις 16 του Νοέμβρη 1922 γεννήθηκε ο σπουδαίος Πορτογάλος συγγραφέας, Ζοζέ Σαραμάγκου. Κομμουνιστής από νεαρή ηλικία κι ένθερμος υποστηρικτής του ΚΚ Πορτογαλίας ως το τέλος της ζωής του, ο νομπελίστας Σαραμάγκου στάθηκε σε όλη του τη ζωή στο πλευρό των αδύναμων και καταπιεσμένων του κόσμου και προκάλεσε αίσθηση με όσα είπε παραλαμβάνοντας το βραβείο Νόμπελ, το 1998: «Η ισχύς των πολυεθνικών με απόλυτα αντιδημοκρατικό τρόπο μειώνει μέχρι εξαφανίσεως τα απομεινάρια της δημοκρατίας». Είναι χαρακτηριστικό ότι με το έργο του προκάλεσε βίαιες αντιδράσεις από την Καθολική Εκκλησία και για μεγάλο διάστημα έζησε αυτοεξόριστος, μέχρι που έφυγε από τη ζωή στις 18 του Ιούνη 2010.
Αντιγράφουμε από αφιέρωμα που επιμελήθηκε η Σοφία Αδαμίδου και δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη λίγες μέρες μετά το θάνατό του:
(…) Ο Σαραμάγκου , συγγραφέας, ποιητής, σεναριογράφος, δημοσιογράφος, γεννήθηκε στις 16 Νοέμβρη 1922 και ήταν παιδί οικογένειας ακτήμονων χωρικών από το χωριό Αζινιάγκα της Πορτογαλίας, ένα μικρό χωριό στην επαρχία Ριμπατέζου, 100 περίπου χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Λισαβόνας. Το 1924, η οικογένεια Σαραμάγκου μετακόμισε στη Λισαβόνα, όπου ο πατέρας του ξεκίνησε τη δουλειά του αστυνομικού. Μερικούς μήνες μετά τη μετακόμιση της οικογένειας στη Λισαβόνα, ο μεγαλύτερος κατά δύο χρόνια αδελφός του συγγραφέα, Φραντσίσκο, πεθαίνει. Στα 12 του χρόνια εγκατέλειψε το σχολείο και για περίπου μία διετία εργάστηκε ως κλειδαράς.
Στη συνέχεια, εξαιτίας της οικονομικής ανέχειας της οικογένειάς του, γράφτηκε σε τεχνική σχολή, αντί για το κλασικό γυμνάσιο που ήθελε. Μετά την αποφοίτησή του, εργάστηκε για δύο χρόνια ως μηχανικός αυτοκινήτων. Αλλά ο νεαρός Σαραμάγκου είχε πάθος με τα Γράμματα, με την ανάγνωση, τη μάθηση και τελικά το γράψιμο. Ετσι, ο αυτοδίδακτος αυτός συγγραφέας έμαθε μόνος του ξένες γλώσσες και από νωρίς μπήκε στο δημοσιογραφικό στίβο. Εργάστηκε στην εφημερίδα «Diario de Νoticias» ως το 1975, όταν πλέον μπορούσε να ζήσει αξιοπρεπώς από τα συγγραφικά δικαιώματα των βιβλίων του. Στα Γράμματα εμφανίστηκε πολύ νέος, το 1947, με το μυθιστόρημά του «Γη της Αμαρτίας» , που ωστόσο δεν προκάλεσε καμία αίσθηση. Το 1969 εντάχθηκε στο Πορτογαλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και τον Απρίλη του 1974 συμμετείχε στην «Επανάσταση των Γαριφάλων», που οδήγησε στην πτώση της χούντας του Σαλαζάρ. Το δεύτερο μυθιστόρημά του ήταν το «Εγχειρίδιο ζωγραφικής και καλλιγραφίας» (1977). Ευρέως γνωστός έγινε με το «Χρονικό του μοναστηριού» (1982). Σε μεγάλη ηλικία έγραψε και τα σημαντικότερα μυθιστορήματά του, την «Ιστορία της πολιορκίας της Λισαβόνας», την «Πέτρινη σχεδία», το «Περί τυφλότητας», το «Κατά Ιησούν Ευαγγέλιον» και το «Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις».
Παρά το Νόμπελ (1998) και τη διεθνή αναγνώριση, ο Πορτογάλος συγγραφέας εξακολούθησε να είναι παραγωγικός και πάντα πρόθυμος να στηλιτεύσει τις παρεκτροπές των απανταχού ισχυρών. Υπερασπίστηκε το δικαίωμα των Παλαιστινίων να ζήσουν σε μια δική τους πατρίδα συγκρίνοντας τη ζωή στους καταυλισμούς των προσφύγων στην Παλαιστίνη με το Αουσβιτς, ξεσηκώνοντας αντιδράσεις. Ενωσε τη φωνή του με τους Ζαπατίστας στη ζούγκλα του Μεξικού και με τους Βεδουίνους στη Δυτική Σαχάρα. Και δε δίστασε ποτέ να ασκήσει κριτική σε προέδρους όπως ο Μπους και να αποκαλέσει τον Μπερλουσκόνι εμετικό. Οσο για την «Ευρώπη των πολιτών», στα μάτια του Σαραμάγκου δεν ήταν παρά «μια κακόγουστη φάρσα, ένας μύθος για να κοιμόμαστε όρθιοι, στην εποχή όπου ο παγκόσμιος φιλελευθερισμός είναι μια όχι και τόσο καινούρια μορφή του ολοκληρωτισμού». Κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Λίβανο, το 2006, υπέγραψε δήλωση μαζί με άλλους διανοούμενους, καταδικάζοντας αυτό που χαρακτηρίζει ως «πολύχρονη στρατιωτική, οικονομική και γεωπολιτική πρακτική, της οποίας ο πολιτικός σκοπός δεν είναι τίποτα λιγότερο παρά η εξολόθρευση του παλαιστινιακού λαού». Ενώ, με κάθε ευκαιρία εξέφραζε την αλληλεγγύη του στην Κούβα, ζητώντας την άρση του βάρβαρου αποκλεισμού από τις ΗΠΑ. Οπως και, με κάθε ευκαιρία, δε δίσταζε να συστήνεται όχι μόνον ως άθεος, αλλά και ως κομμουνιστής. «Ο κομμουνισμός είναι στις ορμόνες μου», έλεγε σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις του. «Οπως το σώμα μου έχει ορμόνες που κάνουν τα γένια μου να μεγαλώνουν, έτσι έχει κι ορμόνες που με κάνουν κομμουνιστή. Δεν πρόκειται να αλλάξω, θα ήταν ντροπή να γίνω κάποιος άλλος».
Ο συγγραφέας περνούσε τις διακοπές του στο χωριό των γονιών του, Αζινιάγκα, μαζί με τους παππούδες του. Οταν ο παππούς του έπαθε καρδιακή προσβολή και έπρεπε να πάει στη Λισαβόνα για θεραπεία, ο Σαραμάγκου θυμάται: «Πήγε στην αυλή του σπιτιού, όπου υπήρχαν λίγα δέντρα, μερικές ελιές και συκιές. Και πέρασε από όλα αγκαλιάζοντάς τα με τη σειρά, κλαίγοντας, λέγοντάς τους “αντίο”, μιας και ήξερε πως δε θα επέστρεφε». Το να βλέπεις και να ζεις κάτι τέτοιο, λέει ο Σαραμάγκου , αν αυτό δε σε σημαδεύει για την υπόλοιπη ζωή σου, τότε δεν έχεις αισθήματα.
Στο λογοτεχνικό του «σύμπαν», με τα αλληγορικά μυθιστορήματά του, οι ήρωές του αγωνίζονται έντονα για την ανάγκη τους να συνδεθούν μεταξύ τους, να σφυρηλατήσουν σχέσεις και δεσμούς κοινότητας, καθώς και για την ανάγκη τους για ιδιαιτερότητα, ατομικότητα, όπως και να βρουν νόημα και αξιοπρέπεια.
Τα μυθιστορήματα του Σαραμάγκου συχνά πραγματεύονται φανταστικά σενάρια, όπως αυτό στο μυθιστόρημά του «Η Πέτρινη Σχεδία» (1986), στο οποίο η Ιβηρική Χερσόνησος, μετά από μία ρωγμή στα Πυρηναία, αποσπάται από την υπόλοιπη Ευρώπη και πλέει στον Ατλαντικό Ωκεανό. Στο μυθιστόρημά του «Περί Τυφλότητος» (1995), μια ολόκληρη απροσδιόριστη χώρα έχει πληγεί από μια μυστήρια μάστιγα «λευκής τυφλότητας», με διαρκώς αυξανόμενα περιστατικά αιφνίδιας τύφλωσης στον πληθυσμό.
Το «Περί Φωτίσεως» αποτελεί ένα σαφές ευθύβολο και καυτό σχόλιο για το σήμερα και κυρίως για τη σύγχρονη δημοκρατία. Το καθεστώς άλλωστε, στο οποίο λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα του βιβλίου (το οποίο χρησιμοποιεί ουσιαστικά ολοκληρωτικές μεθόδους), δεν είναι μια δικτατορία, μια στρατιωτικά επιβεβλημένη ολιγαρχία, ή ένα υποθετικό μελλοντικό καθεστώς. Ο χρόνος είναι το Τώρα και ο τόπος είναι το Εδώ. Το μυθιστόρημα πραγματεύεται τα όρια της δημοκρατίας και διερευνά μέχρι ποιο σημείο φτάνουν στην πράξη οι ελευθερίες των πολιτών της. Η πρόδηλη αγάπη του Σαραμάγκου προς τον Άνθρωπο, οι ήρωές του που διακατέχονται από μια πηγαία αξιοπρέπεια, το ήθος που κρατούν με κάθε κόστος, αποτελούν από μόνα τους το καλύτερο σημάδι ελπίδας.