Ρομαίν Ρολάν Ένας συγγραφέας με λεπτό αισθητήριο ελευθερίας
Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ευρωπαίους συγγραφείς του καιρού του, σήμερα όμως σχεδόν δε διαβάζεται: Ο Γάλλος Ρομαίν Ρολάν. Κι αυτό παρότι τα πολιτικά γραπτά του, που δημιουργήθηκαν στη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, είναι εκπληκτικά επίκαιρα. Κάνουν επίκληση στη λογική και την συνεννόηση.
Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ευρωπαίους συγγραφείς του καιρού του, σήμερα όμως σχεδόν δε διαβάζεται: Ο Γάλλος Ρομαίν Ρολάν. Κι αυτό παρότι τα πολιτικά γραπτά του, που δημιουργήθηκαν στη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, είναι εκπληκτικά επίκαιρα. Κάνουν επίκληση στη λογική και τη συνεννόηση.
Ο Ρομαίν Ρολάν, που γεννήθηκε στις 29 Γενάρη 1866 στο Κλαμεσύ της Βουργουνδίας, ήταν αρρωστιάρικο παιδί, λόγος για τον οποίο τον φρόντιζε ιδιαίτερα η βαθιά θρησκευόμενη μητέρα του. Το ευαίσθητο αγόρι δραπέτευε σε αναγνώσματα, μέχρι που μια μέρα έπεσε σε μια στίβα σκονισμένες παρτιτούρες.
“Άνοιξα τα παλιά τετράδια, με συλλάβισα (sic) ψηλαφώντας στο πιάνο, και αυτά τα μικρά υπόγεια ρεύματα, αυτά τα ρυάκια μουσικής που νότισαν την καρδιά μου, απορροφήθηκαν μέσα μου. Προσήνεια, πόνε, επιθυμίες, όνειρα του Μότσαρτ και του Μπετόβεν, γίνατε κομμάτι από τη σάρκα μου. Κάθε φορά που νιώθω κάτι να μου χαλά το πνεύμα και την καρδιά, έχω το πιάνο μου και πλένομαι στη μουσική”.
Η Ρώμη ήταν για τον ευαίσθητο Ρολάν μια εμπειρία αφύπνισης
Φληναφήματα, τα θεωρούσε ο πατέρας του, που ήταν συμβολαιογράφος με κύρος στο Κλαμεσύ και μετακόμισε με όλη την οικογένεια στο Παρίσι. Στο κάτω-κάτω ο γιος του έπρεπε να λάβει μια εκπαίδευση “της προκοπής”. Μετά το λύκειο ο Ρομαίν Ρολάν αποφοίτησε με έπαινο από την École Normale Supérieure και προς λύπη του έλαβε υποτροφία για την Ιταλία. Η Ρώμη ωστόσο ήταν για εκείνον μια εμπειρία αφύπνισης: ο αισθησιασμός της πόλης, το φως και τελικά η φιλία του με την θαυμάστρια του, Βάγκνερ Μαλβίντα φον Μέιζενμπουργκ, του έδωσαν μια νέα πρόσβαση στη ζωή. Ερωτεύτηκε μια εύπορη παριζιάνα Εβραία. Προϋπόθεση για το γάμο ήταν ένα επάγγελμα, και ο Ρολάν έγινε λέκτορας πανεπιστημίου. Τον κόπο επίτευξης ηθικής ωριμότητας περιέγραψε αργότερα στο μυθιστορηματικό του κύκλο “Ζαν Κριστόφ”.
“Ποιος ο λόγος να παλέψεις; Δεν υπάρχει μήτε ομορφιά, μήτε καλό, μήτε Θεός μήτε ζωή μήτε οποιαδήποτε ύπαρξη. Όταν έβγαινε στο δρόμο, ξαφνικά έχανε το έδαφος, δεν υπήρχε πια γη, δεν υπήρχε αέρας, ούτε καν αυτός ο ίδιος, τίποτε δεν υπήρχε”.
Οι βιογραφίες καλλιτεχνών ήταν το πεδίο ειδίκευσης του διανοουμένου
Το δεκάτομο έργο για τον ιδιοφυή Γερμανό συνθέτη Ζαν Κριστόφ, του οποίου η γερμανική ενέργεια ενώνεται με το γαλλικό πνεύμα, κυκλοφόρησε μεταξύ 1904 και 1912. Το μυθιστόρημα έκανε τον συγγραφέα διάσημο διεθνώς -μόνο στη Γαλλία, λόγω της θετικής παρουσίασης ενός Γερμανού, η υποδοχή ήταν μάλλον συγκρατημένη. Προηγουμένως ο Ρολάν είχε γίνει γνωστός χάρη σε καλλιτεχνικές βιογραφίες, ο γάμος του είχε ήδη διαλυθεί. Μια σκοτεινή φθινοπωρινή ημέρα του 1910 τραυματίστηκε βαριά σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Η πολύμηνη ανάρρωσή του τον παρακίνησε να αφιερωθεί αποκλειστικά στο γράψιμο. Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Ρολάν έβλεπε από την Ελβετία πώς Γερμανοί και Γάλλοι κινητοποιούνταν στρατιωτικά ο ένας εναντίον του άλλου. Στις 29 Αυγούστου 1914 δημοσίευσε στο Journal de Genève μια ανοιχτή επιστολή στο συνάδελφο του Γκέρχαρτ Χάουπτμαν (1862-1946, Γερμανός συγγραφέας και νομπελίστας, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρεύματος του νατουραλισμού, σ.τ.Μ):
“Μη αρκούμενοι στο να παραβιάσετε το ζωντανό Βέλγιο, κάνετε πόλεμο κατά των Νεκρών, κατά της Φήμης των αιώνων. Βομβαρδίζετε το Μέχελεν (πόλης της Φλάνδρας, σ.τ.Μ), καίτε πίνακες του Ρούμπενς, η Λουβαίν είναι μόνο πια ένας σωρός στάχτη… Είστε τα εγγόνια του Γκαίτε ή του Αττίλα;”
Γραπτά για την εξόντωση της ελευθερίας και της ανθρωπιάς στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου
Ο Γκέρχαρτ Χάουπτμαν τον απέρριψε απότομα -ο πόλεμος είναι πόλεμος. Το όρομα του Ρολάν περί ενωμένης Ευρώπης έγινε σκόνη. Απτόητος αφοσιώθηκε στον αγώνα εναντίον της εξαχρείωσης και των δύο πλευρών. Τα δοκίμια του “Περί αναταραχής” δεν άρεσαν ούτε στους Γερμανούς ούτε στους Γαλλούς, ωστόσο το 1916 του απονεμήθηκε αναδρομικά για το προηγούμενο έτος το βραβείο Νόμπελ. Ο Ρολάν δώρισε τα χρήματα του βραβείου στον Ερυθρό Σταυρό. Ανέπτυξε συμπάθεια για την Οκτωβριανή επανάσταση κι έγινε κομμουνιστής, ταυτόχρονα ανακάλυψε την πνευματικότητά του, υποδέχτηκε τον Μαχάτμα Γκάντι και έγραψε βιβλίο για τον Ινδό μαχητή της ελευθερίας. Προνοητικά σημείωνε στο ημερολόγιο του το 1933:
“Αυτό που συμβαίνει σήμερα στη Γερμανία, η εξόντωση της ελευθερίας, η δίωξη των κομμάτων που αντιμάχονται τη θρησκεία, η απάνθρωπη και ντροπιαστική δίωξη των Εβραίων, προκαλεί την οργή του κόσμου και τη δική μου. Έχω την πεποίθηση πως μια τέτοια πολιτική ισοπεδώνει τη Γερμανία στα μάτια εκατομμυρίων ανθρώπων. Είναι ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.”
Το 1934 παντρεύτηκε μια Ρωσίδα μεταφράστρια, ταξίδεψε πολλές φορές στην ΕΣΣΔ και τελικά εγκαταστάθηκε στο Βεζελαί της Βουργουνδίας. Η περίφημη ρήση του που λέει πως έπρεπε να δείχνει κανείς μια απαισιοδοξία της λογικής και μια αισιοδοξία της θέλησης, επαληθεύτηκε. Λίγο πριν το θάνατο του στις 30 Δεκέμβρη 1944 ο Ρολάν βίωσε την απελευθέρωση της Γαλλίας.
Μετάφραση: Δύσκολες Νύχτες