Ανάπτυξη για λίγους – Αμετάβλητα τα ποσοστά φτώχειας στη Γερμανία από το 2005
Σε “πτωχοκομεία της ΟΔΓ” μετατρέπονται ολοένα και περισσότερες μεγαλουπόλεις στη Γερμανία, την ώρα που παρά τα χρόνια των παχέων αγελάδων την τελευταία 10ετία οι φτωχοί είναι ελάχιστα λιγότεροι σε σχέση με το 2005.
Μπορεί η γερμανική αστική τάξη να είναι η μεγαλύτερη κερδισμένη από την οικονομική κρίση στην ΕΕ, με ανάπτυξη άγνωστη εδώ και δεκαετίες και μειούμενη ανεργία, τίποτε όμως σχεδόν δεν έχει αλλάξει σε ό,τι αφορά το πιο αποκλεισμένο κομμάτι του πληθυσμού. Από την εποχή του σοσιαλδημοκράτη καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ ως τη διακυβέρνηση της Άνγεκλα Μέρκελ ο αριθμός των ανθρώπων που επίσημα αναγνωρίζονται από τη στατιστική υπηρεσία της χώρας ως φτωχοί δεν έχει μεταβληθεί παρά ελάχιστα. Η μικρή μείωση στα ποσοστά φτώχειας στις περιοχές της τέως ΓΛΔ, παραδοσιακά αρκετά μεγαλύτερα από τον εθνικό μέσο όρο, αντισταθμίζεται πρακτικά από αντίστοιχη αύξηση στα ποσοστά φτώχειας της “εύπορης” δύσης. Αν το 2005 20,4% των Ανατολικογερμανών ζούσαν σε συνθήκες φτώχειας, πλέον, με βάση τα τελευταία στοιχεία του 2018, ανέρχονται σε 17,5%, ενώ αντίστοιχα στην “παλιά” ΟΔΓ, 15% των κατοίκων είναι φτωχοί, σχεδόν 2% περισσότεροι απ’ ό,τι 14 χρόνια πριν.
Μάλιστα, πρωταθλήτρια στη φτώχεια αναδυκνύεται το δυτικό κρατίδιο-πόλη της Βρέμης, όπου το 2018 πάνω από 1 στους 5 κατοίκους, το 22,7% απειλείται από το φάσμα της ένδειας. Ακόμα και στο πλουσιότερο κρατίδιο, τη Βαυαρία, το ποσοστό φτώχειας είναι διψήφιο, με 11,7%. Ακολουθούν τα κρατίδια του Μεκλεμβούργου – Άνω Πομερανίας (20,9%), Σαξονίας – Άνχαλτ (19,5%) και το Βερολίνο με 18,2%. Τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση καταγράφει ωστόσο η Βόρεια Ρηνανία – Βεστφαλία, το κατεξοχήν βιομηχανικό κέντρο της χώρας, όπου από 14,4% τ0 2005 οι “ομάδες κινδύνου” εκτοξεύθηκαν στο 18,1%.
Δεν προκαλεί έκπληξη πως το μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας διατρέχουν οι μονογονεϊκές οικογένειες και τα παιδιά του, 40,4% στο δυτικό και 44,5 στο ανατολικό μέρος της χώρας, με μεγάλες αποκλίσεις από περιοχή σε περιοχή. Έντονα είναι και τα προβλήματα στα αστικά κέντρα, με 5 μεγαλουπόλεις να καταγράφουν ποσοστά φτώχειας άνω του 20% (Βρέμη, Έσσεν, Ντόρτμουντ, Λειψία και Ντουίσμπουργκ), “κερδίζοντας” το χαρακτηρισμό “πτωχοκομεία της ΟΔΓ”.
Αποδεικνύεται για άλλη μια φορά τόσο η ανισόμετρη φύση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, ακόμα και μέσα στην ίδια τη χώρα, όσο και το γεγονός πως οι υποσχέσεις για “χρυσά κουτάλια”, που θα έρθουν αν ο λαός κάνει θυσίες προς όφελος των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης είναι μια φενάκη για να πληρώνουν πάντα εκείνοι που παράγουν τον πλούτο την κρίση των αφεντικών τους και να μη διεκδικούν τίποτε παρά τα – ολοένα λιγότερα κι αυτά – ψίχουλα που είναι διατεθειμένα να μοιραστούν μαζί τους σε συνθήκες υψηλής κερδοφορίας.
Με πληροφορίες από jungewelt.de