Χεμπερτσχάουζεν – Ένας άγνωστος τόπος μαρτυρίου Σοβιετικών αιχμαλώτων δίπλα στο Νταχάου
Μόλις τα τελευταία 5 χρόνια υπάρχει μνημείο στο χώρο, κυρίως χάρη στις άοκνες προσπάθειες τοπικών αντιφασιστών και μελών του DKP.
Συμπληρώθηκαν πριν λίγες μέρες 74 χρόνια από την απελευθέρωση του πρώτου στρατοπέδου συγκέντρωσης των ναζί στο Νταχάου από στρατιώτες των ΗΠΑ και χθες έλαβε χώρα η καθιερωμένη εκδήλωση τιμής και μνήμης στο μνημείο των θυμάτων. Εκατοντάδες άνθρωποι παραβρέθηκαν στην τελετή, που περιλάβανε ομιλίες επιζώντων της Διεθνούς Επιτροπής του Νταχάου καθώς και του Βαυαρού υπουργού πολιτισμού Μίχαελ Πιατσόλο. Σύνθημα της Ένωσης Επιζώντων για τη φετινή εκδήλωση είναι «Όσο τα εγγόνια σου θυμούνται την ιστορία σου, υπάρχει ελπίδα να μη χρειαστεί να ξαναζήσουν το παρελθόν».
Από το Μάρτη του 1933 λειτουργούσε το στρατόπεδο, που αρχικά προοριζόταν αυστηρά για πολιτικούς κρατούμενους του χιτλερικού καθεστώτος, αργότερα ωστόσο προστέθηκαν Ρομά, Εβραίοι, ομοφυλόφυλοι και μάρτυρες του Γιεχωβά. Βασική «αποστολή» των κρατουμένων ήταν να εργάζονται για την πολεμική βιομηχανία των ναζί, ενώ αρκετοί αιχμάλωτοι έγιναν και πειραματόζωα ιατρικών δοκιμών. Πάνω από 40.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή της, είτε από σχεδιασμένες εκτελέσεις, είτε ως συνέπεια του υποσιτισμού, της υπερκόπωσης και των συχνών επιδημιών.
Δυο χιλιόμετρα περίπου βόρεια του βασικού στρατοπέδου του Νταχάου βρίσκεται η μικρή κοινότητα Χεμπερτσχάουζεν. Ένα ακόμα φρικιαστικό έγκλημα των ναζί, άγνωστο στους περισσότερους εντός κι εκτός Γερμανίας, διεξήχθη κατά συρροή μεταξύ 1941 και 1942, καθώς σε αυτό το διάστημα εκτελέστηκαν εκεί τουλάχιστον 4000 Σοβιετικοί αιχμάλωτοι πολέμου.
Οι ψυχροπολεμικές προτεραιότητες στη Δυτική Γερμανία οδήγησαν σε σχεδόν απόλυτη αποσιώπηση του γεγονότος. Οι επίσημες αρχές της Βαυαρίας αλλά και της τοπικής κοινότητας δεν είχαν κανένα ενδιαφέρον να συντηρήσουν τη μνήμη του εγκλήματος. Υπήρχε μόνο μια αναμνηστική πλάκα και οι εγκαταστάσεις του χώρου εκτελέσεων από μπετόν, που κινδύνευαν να χαθούν κάτω από τα δέντρα και τα αγριόχορτα. Επί δεκαετίες, η Ένωση διωχθέντων του ναζιστικού καθεστώτος (VVN – BdA) αγωνίστηκαν για την ανάδειξη του χώρου και την έγερση ενός μνημείου αντάξιου των θυμάτων. Το θέμα απέκτησε και διεθνή διάσταση το 1999, κατά την επίσκεψη του τότε δημάρχου Μόσχας Γιούρι Λιούσκοφ, που διαπίστωσε την εγκατάλειψη του χώρου και προέβη σε επίσημη διαμαρτυρία. Εν τέλει, μόλις τα τελευταία 5 χρόνια ο χώρος απέκτησε μνημείο άξιο λόγου, το οποίο πλέον υπάγεται στον οργανισμό που διαχειρίζεται και το Νταχάου. Περίπου 100 άνθρωποι, μετά την τελετή μνήμης στο κυρίως στρατόπεδο, επισκέφτηκαν τον τόπο εκτελέσεων στο Χεμπερτσχάουζεν, για να τιμήσουν τη μνήμη των εκτελεσμένων στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού. Ο Έρνστ Γκρούμπε, επικεφαλής της Κοινότητας Στρατοπέδου Νταχάου, τόνισε στην ομιλία του πως μνήμη σημαίνει και αγώνας ενάντια στο ξαναγράψιμο της ιστορίας, όπως επιχειρείται μεταξύ άλλων και από την ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία».
Από την πλευρά του, ο επικεφαλής της κομματικής οργάνωσης Νότιας Βαυαρίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας (DKP), Βέρνερ Φελντμαν, σημείωσε πως «Χαίρομαι που εδώ από το 2014 είναι πάλι εφικτή μια αρμόζουσα εκδήλωση μνήμης», προσθέτοντας πως «Η φασιστική τρομοκρατία και το αντικομμουνιστικό κήρυγμα μίσους πάνε χέρι – χέρι, τώρα όπως και τότε». Στηλίτευσε επίσης τις ομιλίες των εκπροσώπων της τοπικής κυβέρνησης των Χριστιανοκοινωνιστών σε αυτές τις εκδηλώσεις ως υποκριτικές: «Οι χριστιανοδημοκράτες ανήκουν στους υποκινητές ρατσισμού στη χώρα, είναι υπέρ του αποκλεισμού και των διακρίσεων σε βάρος προσφύγων, μεταναστών και αντιφρονούντων. Είναι μέρος του προβλήματος, κι όχι της λύσης».
Με πληροφορίες από jungewelt.de