Εκλογές στις ΗΠΑ: Ο Τραμπ φεύγει ( ; ), ο “Δημοκρατικός” κλώνος του έρχεται…
Οι κάλπες στις ΗΠΑ ανοίγουν και η ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται, σαν φάρσα και τραγωδία μαζί.
Τα (μη) προγνωστικά της “Κατιούσα” για το απόλυτο αστικό εκλογικό (μη) υπερθέαμα του 2020.
Οι κάλπες στις ΗΠΑ ανοίγουν και η ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται, σαν φάρσα και τραγωδία μαζί.
Το 2008, με την εκλογή Ομπάμα στις ΗΠΑ, ζήσαμε την πρώτη εκδοχή του σίριαλ “η ελπίδα έρχεται” -που μεταφέρθηκε αργότερα με αποτυχία και στην ελληνική πολιτική σκηνή. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου το σχεδόν θριαμβευτικό πρωτοσέλιδο της Αυγής που χαιρέτιζε τη νίκη των Δημοκρατικών, μετά την οκταετία του νεότερου Μπους, και την εκλογή του πρώτου Αφρο-αμερικανού προέδρου των ΗΠΑ στα χρονικά.
Η εκλογή του Ομπάμα έδινε σε κάποιους υποσχέσεις πως μπορεί να πετύχει μια αλλαγή ή τουλάχιστον μικρές εφικτές αλλαγές σε επιμέρους τομείς της καθημερινότητας, όπως η υγεία με το Obamacare ή ακόμα και οι σχέσεις με την Κούβα. Επί των ημερών του, όμως, συνεχίστηκαν αμείωτες οι εν ψυχρώ δολοφονίες μελών της φυλής του από αστυνομικούς που απολάμβαναν ειδικής ασυλίας, καθώς και οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις που ματοκυλούσαν τους λαούς σε διάφορες γωνιές του πλανήτη. Yes, we can…
Αυτός ήταν ο λόγος, άλλωστε, που η “Υπουργός Πολέμου” των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον δεν κατάφερε να εκλεγεί, για να γίνει η πρώτη γυναίκα πρόεδρος των ΗΠΑ. Οι παραδοσιακές δεξαμενές των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ δεν προσήλθαν μαζικά στις κάλπες, γιατί δεν πείστηκαν πως υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ της Κλίντον και του Τραμπ και η μεγάλη αποχή ήταν που έδωσε ουσιαστικά τη νίκη στον δεύτερο.
Τι έχει αλλάξει λοιπόν έκτοτε στα δεδομένα και περιμένουμε διαφορετικό αποτέλεσμα και μεγαλύτερη προσέλευση στις κάλπες; Ως προς τους υποψηφίους, σχεδόν τίποτα.
Ο Τζο Μπάιντεν είναι μια συντηρητική, δεξιά εκδοχή των Δημοκρατικών, κάτι σαν αρσενική κόπια της Κλίντον, που εγγυάται πως δε θα έχουμε θεαματικές διαφοροποιήσεις. Στο πλευρό του όμως είναι η υποψήφια αντιπρόεδρος Καμάλα Χάρις, ένα είδος “θηλυκού Ομπάμα”, που δεν είναι απίθανο να γίνει αυτή η πρώτη γυναίκα πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ, δεδομένης της βεβαρημένης υγείας του Μπάιντεν, που προ ημερών δυσκολευόταν να θυμηθεί ακόμα και το όνομα του αντιπάλου του, αποκαλώντας τον “Τζορτζ”. H Xάρις, με πολυπολιτισμικό υπόβαθρο από την πλευρά των γονιών της, δεν διαφοροποιείται σε τίποτε ουσιαστικό από την πολιτική του συνυποψηφίου της, ενώ στην προεκλογική περίοδο φρόντισε για κύματα γέλιου στο ίντερνετ όταν χαρακτήρισε τον -δολοφονημένο εδώ και δεκαετίες – Tupac ως “τον αγαπημένο της εν ζωή ράπερ”.
Πέρα από τα πρόσωπα, που έρχονται και παρέρχονται χωρίς να επηρεάζουν την ουσία, υπάρχουν τρία βασικά σημεία που μεσολάβησαν από το ’16.
-Το πρώτο είναι η τετραετής θητεία του Τραμπ. Το σκηνικό το έχουμε δει και στην Ελλάδα, όπου το βασικό επιχείρημα της εκάστοτε αντιπολίτευσης για την εκλογή της είναι… ο αντίπαλός της και τα πεπραγμένα στην κυβέρνηση, με το περιβόητο σύνθημα “να φύγουν αυτοί… -κι ας έρθει οποιος να ‘ναι στη θέση τους, αποκλείεται να είναι χειρότερα.
Ο Τραμπ παίζει ως γερό χαρτί του την καλή ως το ξέσπασμα της πανδημίας εικόνα της αμερικανικής οικονομίας, όπου εν πολλοίς η ευημερία των αριθμών δεν είχε καμία σχέση με την κατάσταση που αντιμετωπίζει η συντριπτική πλειοψηφία του λαού. Το “θαύμα” επί Τραμπ αφενός φυσικά κατέρρευσε με κρότο από έναν ιό, αποδεικνύοντας τα ίδια τα σαθρά θεμέλια του καπιταλιστικού συστήματος, αφετέρου ήταν και αποτέλεσμα θετικής συγκυρίας μετά από την παρατεταμένη κρίση που ακολούθησε το κραχ του 2008, αλλά και της ακόμα πιο δυναμικά φιλικής προς το κεφάλαιο και εχθρικής προς τα εργατικά δικαιώματα πολιτικής του. Στα κοινωνικά ζητήματα, εμφανίζεται ως εγγυητής της ουσιαστικά ανεμπόδιστης οπλοφορίας, ενώ παράλληλα κλείνει το μάτι στους “pro – lifers” για το θέμα του παραπέρα περιορισμού των αμβλώσεων στις ΗΠΑ. Ενδεικτικό είναι εξάλλου ότι από τις τελευταίες του ενέργειες σε αυτή τη θητεία ήταν ο άρον – άρον διορισμός της υπερσυντηρητικής Amy Coney Barrett, μέλους χριστιανικής σέχτας με βασικό πρόταγμα μεταξύ άλλων την υποταγή της γυναίκας στο σύζυγο, στη θέση της ανώτατης δικαστού των ΗΠΑ. Στο μεταναστευτικό, η παρακαταθήκη του ήταν το τείχος – φράχτης στο Μεξικό και η πολιτική βάναυσου διαχωρισμού παιδιών από τους γονείς τους στα σύνορα, ενώ και στην προεκλογική του εκστρατεία δεν παρέλειψε να τονίζει πως θα συνεχίσει ακάθεκτος την ίδια απάνθρωπη και ρατσιστική πολιτική.
Στην εξωτερική πολιτική, ο Τραμπ διαφημίζει τη συμφωνία του με τους Ταλιμπάν στον Αφγανιστάν και τη σκληρή του πολιτική έναντι της Κίνας, με κύρια ως τώρα έκφανσή του τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ των δύο χωρών, αλλά και την προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου να αποδοθούν με συνωμοσιολογικές θεωρίες οι απαρχές του κορονοϊού σε κινεζικό εργαστήριο. Σε άλλα μέτωπα, ο Τραμπ πήγε σε νέα ύψη την ούτως ή άλλως δεδομένη στήριξη των ΗΠΑ στον ιμπεριαλισμό του Ισραήλ και τη συνέχιση της βάναυσης κατοχής της Παλαιστίνης, δίνοντας κυριολεκτικά λευκή επιταγή στον Νετανιάχου και φυσικά αναγνωρίζοντας την Ιερουσαλήμ ως “πρωτεύουσα” της χώρας. Επίσης αποχώρησε από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ενώ προχώρησε σε μια ακόμα και για ιμπεριαλιστικά ειωθότα πρωτοφανή γκανγκστερική εκτέλεση του υψηλόβαθμου Ιρανού αξιωματούχου Κασέμ Σολεϊμανί. Όσο για τις προσπάθειες συζήτησης για το πυρηνικό πρόγραμμα και τις γενικότερες σχέσεις με τη ΛΔΚ, οι συναντήσεις έμειναν χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, ανέδειξαν όμως ποιος είναι ο πραγματικά φιλειρηνικός ηγέτης της υπόθεσης (hint: δε βρίσκεται στο Λευκό Οίκο). Σε ό,τι αφορά τη Λατινική Αμερική, ο Τραμπ στήριξε ακούραστα τις πραξικοπηματικές απόπειρες σε Βενεζουέλα και Βολιβία, ενώ σε μια όντως σημαντική τακτική διαφοροποίηση σε σχέση με τον προκάτοχό του, κλιμάκωσε σε ακραίο βαθμό την πολεμική προς την Κούβα, κηρύσσοντας έναν οικονομικό και πολιτικό πόλεμο σε όλα τα επίπεδα, βάζοντας – προς ώρας τουλάχιστον – τέλος στην προσπάθεια των ΗΠΑ να επιτύχουν τους στόχους τους με “ειρηνικά” μέσα στο νησί.
-Στα βασικά πεπραγμένα της διακυβέρνησης Τραμπ συγκαταλέγεται φυσικά η τραγική αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού, που έχει στοιχίσει ήδη τη ζωή σε πάνω από 230.000 Αμερικανούς. Λίγο καιρό μετά το φαιδρό αφήγημα του “κινέζικου ιού” που “πολεμά τη Δύση”, η μητρόπολη του καπιταλισμού εξελίχθηκε σε πρωτεύουσα της πανδημίας, παίρνοντας τη θλιβερή πρωτιά στη στατιστική των θυμάτων, με χιλιάδες νεκρούς.
Ο Τραμπ έδινε εμμέσως λαμπρές ιδέες στο ποίμνιό του, που κατάπινε χλωρίνη για να θεραπευτεί -αλλά η βλακεία είναι αήττη και μη ιάσιμη. Επίσης, ήταν αποφασισμένος να μην αφήσει τα εργοστάσια να διακόψουν την παραγωγή, ενώ η δημόσια υγεία είναι ένας υποβαθμισμένος τομέας, καθώς οποιοδήποτε μέτρο για την ενίσχυσή του θεωρείται ως ένα είδος “κομμουνιστικής επανάστασης” για τα δεδομένα της χώρας.
Παρόλα αυτά, είναι αρκετά πιθανό να μην βαρύνει τόσο στην εκλογική πλάστιγγα το συγκεκριμένο ζήτημα, σε μια χώρα όπου η οικονομική ανάπτυξη συμβαδίζει με την πνευματική οπισθοδρόμηση και δίνει πολλές φορές την εντύπωση να απολαμβάνει την αυτο-καταστροφική της παρακμή.
-Ένας ιδιαίτερα αποφασιστικός παράγοντας ωστόσο, που αναμένεται να αποτυπωθεί στις κάλπες και να επηρεάσει το τελικό αποτέλεσμα είναι το κίνημα Black Lives Matter, με τις πιο σημαντικές κινητοποιήσεις στις ΗΠΑ του 21ου αιώνα και εξεγερσιακές καταστάσεις, σε αρκετές πόλεις όπου οι αρχές φαινόταν να χάνουν τον έλεγχο.
Το ποτήρι της αγανάκτησης ξεχείλισε και βγήκε ορμητικά στους δρόμους, μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, αν και οι αρχές συνέχισαν να τροφοδοτούν την οργή με αντίστοιχες δολοφονίες Αφρο-αμερικανών από αστυνομικούς. Το κίνημα απέκτησε πρωτοφανείς διαστάσεις, τα play-off του ΝΒΑ διακόπηκαν συμβολικά για λίγες μέρες και μια σειρά διάσημοι -από αθλητές ως αστέρες του Χόλιγουντ και μουσικούς- άφησαν τη βολή της ουδετερότητας και πήραν ανοιχτα θέση, απαιτώντας μια αλλαγή. Μόνο που αυτή μπήκε σύντομα σε ελεγχόμενα κανάλια, συναντώντας το εκλογικό της ταβάνι.
Ο Τραμπ παίζει το χαρτί του νόμου και της τάξης έναντι στους “τρομοκράτες” αντίφα, ποντάροντας σε σοκαρισμένους από κατά τόπους βανδαλισμούς λευκούς μεσοαστούς ή και σε ορισμένους Αφροαμερικανούς και Λατίνους που “πέτυχαν” και δε θέλουν να εξομοιώνονται με τους κολασμένους αδερφούς τους που βγήκαν στους δρόμους. Φαίνεται πάντως αρκετά πιθανό μέλη μειονοτήτων που δε συγκινήθηκαν με την καθόλα αποτυχημένη επιλογή της Χίλαρι για την προεδρία, να πάνε να δώσουν (ή να έχουν ήδη στείλει επιστολικά) την ψήφο τους στον καθόλα αντικλιμακτικό Μπάιντεν, στη λογική του μικρότερου κακού, που μαθηματικά βέβαια καταλήγει πάντα μεγαλύτερο.
Και τι γίνεται με όσους, μικρούς ποσοστιαία, αλλά όχι ασήμαντους σε απόλυτο αριθμό, Αμερικανούς ψηφοφόρους, δε θέλουν ούτε τον ένα, ούτε τον άλλον; Θεωρητικά, οι επιλογές τους είναι πολλές, αφού στις εκλογές δεν κατέρχονται ούτε ένας, ούτε δύο, αλλά 1225 υποψήφιοι (ναι, καλά διαβάσατε), αν και μόνο τέσσερις έχουν παρουσία σε επαρκή αριθμό πολιτειών για να διεκδικήσουν – θεωρητικά τουλάχιστον – πλειοψηφία 270 ψήφων στο εκλεκτορικό σώμα. Εκτός από τους δύο μονομάχους, τη μερίδα του λέοντος των “λοιπών” αναμένεται να κερδίσουν οι υποψήφιοι του Νεοφιλελεύθερου (Libertarian) και του Πράσινου Κόμματος (Green Party), αν και δύσκολα θα προσεγγίσουν την – για τα δεδομένα των ΗΠΑ – επιτυχημένη εκλογική καταγραφή των προκατόχων τους το 2016. Από τους υπόλοιπους υποψήφιους, ο διασημότερος φυσικά είναι ο αμφιλεγόμενος ράπερ Κάνιε Γουεστ, που μάλιστα φερόταν να έχει λάβει ήδη 40.000 ψήφους στην πολιτεία του Κεντάκι, είδηση που αποδείχτηκε γρήγορα hoax. Καλλιτεχνικό αέρα έχει και το όνομα του Φιλ Κόλινς, υποψηφίου που υπερασπίζεται την… ποτοαπαγόρευση και φυσικά μόνο συνωνυμία τον συνδέει με το διάσημο συνονόματό του. Υπάρχει πάντως μεταξύ των υποψηφίων και μια πιανίστρια, αλλά και ένας πρώην ηθοποιός, στην παιδική του ηλικία, γιατί τώρα δραστηριοποιείται στον χώρο των κρυπτονομισμάτων. Για τα δικαιώματα της φυλής του δεσμεύεται πως θα αγωνιστεί ο Ναβάχο πρώην πάστορας Μαρκ Τσαρλς. Αξίζει φυσικά να σημειωθεί, παρότι δεν αποτελεί προεδρική υποψηφιότητα, και η εκλογική κάθοδος του πρώτου κομμουνιστή για το Κογκρέσο, του Κρις Χελάλι, που δίνει τη δική του άνιση μάχη στην πολιτεία του Βερμόντ. Την Πολιτεία δηλαδή από την οποία προέρχεται η πολυδιαφημισμένη “τρίτη λύση” του Μπέρνι Σάντερς, που ωστόσο αποσύρθηκε νωρίς από την κούρσα για το χρίσμα του Δημοκρατικού υποψήφιου.
Προς το παρόν είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς αν η εκλογική νύχτα θα είναι μακρά ή αν αυτή τη φορά, σε αντίθεση με το 2016, οι δημοσκοπήσεις που δίνουν άνετο προβάδισμα στο Μπάιντεν δικαιωθούν. Ο Τραμπ μοιάζει να κλείνει την ψαλίδα σε κάποιες κρίσιμες πολιτείες, τα πλήθη των – αρνητών ή τουλάχιστον αδιάφορων προς την πανδημία – οπαδών του σαφώς δεν συγκρίνονται με τις λίγες εκατοντάδες που μαζεύει ο αντίπαλός του, ενώ ορισμένοι αναλυτές μιλούν και για “βουβή” ψήφο προς τον ενεργεία πρόεδρο, που δεν εκφράζεται δημοσκοπικά, είτε λόγω “ντροπής” των ψηφοφόρων είτε λόγω της απέχθειάς τους προς τα ως επί το πλείστον ενεργά φιλο – Μπάιντεν ΜΜΕ. Η γενική αίσθηση είναι ότι μάλλον δύσκολα ανατρέπονται τα προγνωστικά, χωρίς να μπορεί κανείς να αποκλείσει την έκπληξη λόγω του γνωστού ιδιόμορφου εκλογικού συστήματος των ΗΠΑ. Προτού όμως κοροϊδέψουμε για πολλοστή φορά τα “αμερικανάκια” για το σώμα των εκλεκτόρων και την αλλοίωση της λαϊκής ετυμηγορίας, ας αναλογιστούμε πόσο “δημοκρατικότερο” είναι ένα εκλογικό σύστημα που αναπροσαρμόζεται σχεδόν ανά τετραετία ανάλογα με τους υπολογισμούς του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος κι όπου η ψήφοι μόνο ισότιμα δε μετράνε, στο βωμό της “κυβερνησιμότητας” πάντα.
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback