Γαλλία: Προσοχή! Κυκλοφορούν καρχαρίες
Ο Μανουέλ Μακρόν εξελέγη 8ος πρόεδρος της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας με ποσοστό 66,1%. Ο ακροδεξιός εθνικιστικός μπαμπούλας, της Μαρί Λεπέν κατόρθωσε να στείλει τον άνθρωπο που… υποτίθεται ήρθε από το «πουθενά», κατευθείαν στο μέγαρο των Ηλυσίων.
Ουδεμία έκπληξη και οι δημοσκοπήσεις απόλυτα ακριβείς: ο Μανουέλ Μακρόν εξελέγη 8ος πρόεδρος της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας με ποσοστό 66,1%. Ο ακροδεξιός εθνικιστικός μπαμπούλας, της Μαρί Λεπέν κατόρθωσε να στείλει τον άνθρωπο που… υποτίθεται ήρθε από το «πουθενά», κατευθείαν στο μέγαρο των Ηλυσίων.
Βέβαια, αυτό το «πουθενά» είναι μύθος. Κατασκευασμένος μύθος. Η συνταγή Μακρόν κρίθηκε, όπως μέχρι στιγμής διαφαίνεται, η πλέον κατάλληλη για την αντιμετώπιση της πολιτικής και κοινωνικής κρίσης στην οποία ολοένα και βυθίζεται η Γαλλία. Και όταν λέμε Γαλλία, λέμε και εννοούμε την μεγα-καπιταλιστική, ιμπεριαλιστική Γαλλία, όχι καμιά ψωροκώσταινα. Η βαθύτατη κρίση έγινε απολύτως διακριτή καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών: «απαγορευμένη» λέξη η «Ευρώπη», δηλαδή η ΕΕ, και όποιος υποψήφιος τολμούσε να την εκστομίσει απλώς έχανε ψήφους (και ας θριαμβολογούν εκ των υστέρων ότι πρόκειται για ράπισμα κατά του λαϊκισμού και των αντι-ΕΕ δυνάμεων). Από την άλλη πλευρά μία άλλη λέξη κυριάρχησε. Η λέξη σύστημα και όλα τα παράγωγά της. Τελικά παρά το «αντισυστημικό» κύμα, η πιο συστημική επιλογή, δηλαδή του Μανουέλ Μακρόν επικράτησε, ασχέτως αν και αυτή παρουσιάστηκε ως «αντισυστημική», όπως και το κόμμα «Εμπρός!», που ίδρυσε ο Μακρόν πριν μερικούς μήνες.
Η Λεπέν ηττήθηκε, αν και παρά την συστοιχία όλων των δυνάμεων εναντίον της συγκέντρωσε 11.000.000 ψήφους και ποσοστό ρεκόρ για το Εθνικό Μέτωπο. Από την άλλη ο Μακρόν και οι αστικές δυνάμεις παρουσιάζονται ως νικητές. Τίποτα δεν δείχνει όμως ότι η κρίση πρόκειται να τελειώσει. Κανείς δεν γνωρίζει ποιο θα είναι ή καλύτερα πώς θα διαμορφωθεί το πολιτικό σκηνικό σε περίπου πέντε εβδομάδες, οπότε και θα πραγματοποιηθούν οι βουλευτικές εκλογές. Ο κατακερματισμός είναι αναμενόμενος και το κόμμα του Μακρόν με τους συμμάχους του, République En Marche/MoDem, θεωρείται μαθηματικά βέβαιο ότι δεν πρόκειται να έχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Τα πάντα θα κριθούν στις συμμαχίες που θα γίνουν μετεκλογικά και όπου όλα τα κόμματα που συμμετέχουν θα δείξουν την «ποιότητά» τους, δηλαδή εάν έχουμε όντως τους «γάμους» λόγων και πράξεων, ή θα αποδειχτεί ότι επρόκειτο απλώς για αδυσώπητο προεκλογικό «φλερτ» με μοναδικό στόχο την χειραγώγηση του εκλογικού σώματος που είναι και το πιο πιθανό σενάριο… για ρεαλιστικούς λόγους. Εννοείται, ότι η εν λόγω επισήμανση δεν έχει αποδέκτες τα κόμματα της αστικής τάξης αφού κανείς δεν μπορεί να περιμένει κάτι λιγότερο από αυτά, αλλά τα κόμματα του φάσματος της γαλλικής αριστεράς.
Ειδικά υπό το πρίσμα της απειλής που εκπροσωπεί το ρατσιστικό, ακροδεξιό και νεοφασιστικό Εθνικό Μέτωπο της Μαρί Λεπέν σε συνδυασμό με την ανηλεή επίθεση που δέχεται ο γαλλικός λαός (τελικά ο μεγάλος ηττημένος) εκ μέρους του εγχώριου αλλά και του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, την ανεργία που μαστίζει, την αποψίλωση εργασιακών και ατομικών δικαιωμάτων και το παγιωμένο πια κλίμα της διχοτόμησης της χώρας. Διχοτόμησης που συντελείται σταδιακά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες της εφαρμογής των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Στις προεδρικές εκλογές η διχοτόμηση είναι όχι μόνο ορατή αλλά προκάλεσε και σεισμό, καθώς συνοδεύτηκε και από την κατακρήμνιση των μέχρι σήμερα παραδοσιακών αστικών κομμάτων. Ειδικά στην περίπτωση του Σοσιαλιστικού Κόμματος, μιλάμε για συντριβή, που από κόμμα τείνει σε απόκομμα.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία του γαλλικού υπουργείου εσωτερικών και οι έρευνες της κοινής γνώμης που δείχνουν τη στάση του γαλλικού λαού έναντι του εκβιαστικού διλήμματος για τη διάσωση της ρεπουμπλικανικής δημοκρατίας με κάθε τίμημα. Ειδικά κατά το δεύτερο γύρο.
Πρώτο στοιχείο, ίσως και το πιο ενδεικτικό, η αποχή, που ήταν 25,44%, με τα λευκά στο 6,35% και τα άκυρα στο 2,21%. Το ποσοστό αποχής είναι ιδιαίτερα υψηλό για δεύτερο γύρο προεδρικών εκλογών και το υψηλότερο μετά τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 1969. Ειδικά στη νεολαία καταγράφεται ρεκόρ στο ποσοστό αποχής (34%) για τους 18-24 και 32% για τους 25-34) στοιχείο που καταδεικνύει ότι η νεολαία σε εντυπωσιακό τρόπο γύρισε την πλάτη στην κάλπη και δεν ενέδωσε στο εκβιαστικό δίλημμα. Όχι μόνο δεν ενέδωσε αλλά αναζήτησε τη δική της διέξοδο, είτε μέσα από το κίνημα των «νινιστών» (ni Macron, ni Lepen), που βγήκαν να διαδηλώσουν την επομένη κιόλας του πρώτου γύρου, είτε την εργατική Πρωτομαγιά και τη μέρα της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων για το δεύτερο γύρο, με σημαντική συμμετοχή και δεκάδες συλλήψεις.
Αναφορικά με την γεωγραφική ανακατανομή, στο Παρίσι ο Μακρόν άγγιξε το σαρωτικό 89,68%, έναντι του 10,32% της Λεπέν, με τη συμμετοχή στο 92,70%, δηλαδή κάτω από εκείνη του πρώτου γύρου. Η Λεπέν πήγε συγκριτικά καλύτερα στις αγροτικές περιοχές και στις πόλεις κάτω των 100.000 κατοίκων ως επί των πλείστον στο βορρά και χειρότερα στις μεγάλες πόλεις.
Ωστόσο, μάλλον αρνητικό είναι το γεγονός –αν και αναμενόμενο– ότι Λεπέν απέσπασε την πλειοψηφία όσων δηλώνουν «εργάτες» (56%). Ένα ακόμη δυσοίωνο στοιχείο είναι ότι η Λεπέν έχει την ισχυρότερη παρουσία της στις ηλικίες 35-49, και πολύ υψηλά ποσοστά σε όσους έχουν μηνιαίο εισόδημα κάτω των 1250 ευρώ (45%) και κάτω των 2000 ευρώ (41%), στους μισθωτούς (46% έναντι 54% του Μακρόν), αν και οι δύο τελευταίες κατηγορίες είχαν και από τα υψηλότερα ποσοστά αποχής 32% και 30% αντίστοιχα. Επίσης, η Λεπέν έλαβε το 47% των ανέργων, κατηγορία στην οποία υπήρξε επίσης υψηλή αποχή (35%).
Η ψήφος υπέρ του Μακρόν δεν χρήζει ιδιαίτερης ανάλυσης, γιατί είναι πασιφανές ότι ήταν μία επιλογή του «μικρότερου κακού» παρά ενεργητικής στήριξης στο πρόγραμμά του: για το πρόγραμμά του δήλωσε ότι τον ψήφισε μόλις το 16% των ψηφοφόρων του, για την ανανέωση που εκπροσωπεί το 33%, και για την προσωπικότητά του το 8%.
Εν κατακλείδι, το μεγάλο ερώτημα-πρόκληση από όλα όσα συμβαίνουν στη Γαλλία και ειδικά υπό το σκεπτικό ότι εντός του αστικού συστήματος έχουν αρχίσει πυρετώδεις διεργασίες για την ανασύνθεση του πολιτικού πεδίου, είναι τι μέλλει γενέσθαι με αυτόν τον εκδηλωμένο ριζοσπαστισμό και τη διάθεση ολοκληρωτικής ρήξης, κυρίως εκ μέρους της νεολαίας. Είναι ισχυρος; Και ποια πολιτική μορφή μπορεί να λάβουν οι συγκεκριμένες αντιδράσεις δεδομένου ότι σήμερα αποτελούν σημαντικό και ίσως το πιο δυναμικό μέρος της εξίσωσης; Και αν αποκτήσουν έστω μία υποτυπώδη πολιτική μορφή, μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο σε εύλογο χρόνο πριν η κρίση αρχίσει να ξεπερνιέται και πριν την ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού; Ερωτηματικά δύσκολα και μάλλον θεωρητικά γιατί στην πράξη έχει αποδειχτεί, όχι μόνο στη Γαλλία αλλά παγκοσμίως, ότι μπορεί να γίνεται επαρκής (ακόμη και εξοντωτική) μαρξιστική ανάλυση των δεδομένων, να γίνονται οι σωστές διαπιστώσεις, όμως στην πράξη, στο τι κάνουμε, πειστικές απαντήσεις και λύσεις δεν υπάρχουν. Ο χρόνος σε αυτήν την περίπτωση δεν είναι ο καλύτερος γιατρός. Ούτε οι ατέρμονες συζητήσεις για το νέο, που δεν καταλήγουν όμως πουθενά γιατί κατά το σύνηθες σκοντάφτουν σε αγκυλώσεις και σχήματα του παρελθόντος.
1) Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις για τις εκλογές του Ιουνίου, της εταιρίας Harris Interactive, το δίδυμο République En Marche/MoDem συγκεντρώνουν το 29% στην πρόθεση ψήφου, καταγράφοντας άνοδο 3% σε σύγκριση με την προηγούμενη σφυγμομέτρηση που διεξήχθη τη νύχτα του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών. Ακολουθούν οι Ρεπουμπλικάνοι και οι σύμμαχοί τους, η «Ένωση Δημοκρατών και Ανεξαρτήτων» που εξασφαλίζουν ποσοστό 20% και το Εθνικό Μέτωπο, με επίσης 20% των ψήφων. Και οι δύο βλέπουν τα ποσοστά τους να μειώνονται κατά 2%, σύμφωνα με αυτήν την έρευνα για λογαριασμό του LCP. Η «Ανυπότακτη Γαλλία» του Ζαν-Λικ Μελανσόν συγκεντρώνει ποσοστό 14% (+1%), μπροστά από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και το σύμμαχό του PRG (7%, -1%). Οι Οικολόγοι Πράσινοι (Europe Ecologie Les Verts) εξασφαλίζουν ποσοστό 3%, το κόμμα Debout la France 3% και το Κομμουνιστικό Κόμμα 2%, με τα ποσοστά τους να παραμένουν αμετάβλητα. Τέλος, το Lutte Οuvrière ή NPA ενισχύεται κατά 1%, στο 2% των ψήφων.
2) http://elections.interieur.gouv.fr/presidentielle-2017/FE.html