Κεμάλ Οκουγιάν: “Εκπληκτική άνοδος στις αιτήσεις μελών για το ΤΚΡ από τότε που άρχισε η πανδημία”
Η αποξένωση από το υπάρχον κοινωνικό σύστημα, που βρίσκεται σε εξέλιξη από πέρσι, ωθεί πολλούς στην απαισιοδοξία και κάποιους ακόμα και στην αυτοκτονία. Αλλά ωθεί επίσης άλλους εργάτες σε οργανωμένη πάλη.
Αρκετός λόγος γίνεται τις τελευταίες μέρες και βδομάδες για την κατάσταση της πανδημίας στην Τουρκία, για την αποτελεσματικότητα ή μη των μέτρων, την ακρίβεια των αριθμών που ανακοινώνονται, υπάρχουν όμως και βαθύτερες πλευρές, κάποιες από τις οποίες φωτίζει με άρθρο του στην εφημερίδα του ΚΚ Βρετανίας Morning Star, ο γγ του ΤΚΡ, Kεμάλ Οκουγιάν. Αναλύει τα διλήμματα της τουρκικής κυβέρνησης και αστικής τάξης, που οξύνθηκαν κι έλαβαν νέα διάσταση μετά το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης, τις πιθανές κοινωνικοπολιτικές συνέπειες μόλις περάσει το πρώτο κύμα, την αντίδραση της τουρκικής εργατικής τάξης, δίνοντας και ένα ελπιδοφόρο μήνυμα ότι μέσα σε ένα κλίμα διάχυτης απαισιοδοξίας, διαφαίνεται μια τάση προσέγγισης περισσότερων ανθρώπων από πριν για την πρόταση των Τούρκων κομμουνιστών.
O καπιταλισμός βιώνει μια άνευ προηγουμένου κρίση σε όλο τον κόσμο. Παρότι θα ήταν παράλογο να νομίσουμε ότι αυτή η κρίση πυροδοτήθηκε από τον Covid – 19, ο ιός αδιαμφισβήτητα εξέθεσε όχι μόνο τις οικονομικές αδυναμίες και την πολιτική ευθραυστότητα του ιμπεριαλιστικού κόσμου, αλλά και την ηθική του κατάπτωση.
Από τώρα, το να λέμε ότι μια χώρα είναι με κάποιο τρόπο καλύτερη από τις άλλες, ότι μια καπιταλιστική χώρα μπορεί να προβληθεί ως παράδειγμα, σημαίνει ότι γελοιοποιούμε την ανθρώπινη λογική.
Αυτή η εικόνα είναι ιδιαίτερα σημαντική για τους μαρξιστές της Τουρκίας. Για πολλά χρόνια η άποψη πως η Τουρκία, ως υπανάπτυκτη χώρα, θα εξελισσόταν σε δημοκρατία δυτικού τύπου έχει προκαλέσει σύγχυση σε πολλά μυαλά.
Ένας απλός ιός αποκάλυψε ότι όλα αυτά ήταν ανοησίες σε μια στιγμή. Κοιτάζοντας το τι συνέβη στις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Γαλλία ή την Ιταλία, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας έχει δει ότι αυτές οι χώρες δεν μπορούν να είναι πρότυπα.
Είναι ευρέως αποδεκτό ότι στη σημερινή Τουρκία περισσότεροι άνθρωποι δείχνουν ενδιαφέρουν για την Κούβα, περισσότεροι στρέφουν το πρόσωπό τους προς το σοσιαλισμό.
Τι συμβαίνει στα αλήθεια στην Τουρκία; Γιατί η Τουρκία εμφανίζεται διαρκώς ως χαοτική, ενώ εδώ και σχεδόν 20 χρόνια έχει μια “σταθερή” κυβέρνηση με έναν ηγέτη διάσημο για τον αυταρχισμό του;
Για να απαντήσουμε αυτή την ερώτηση, να καταλάβουμε το πρόσφατο παρελθόν και την παρούσα κατάσταση στην Τουρκία, πρέπει κανείς να θυμάται μερικά βασικά σημεία. Θα προσπαθήσω να τα συνοψίσω εδώ, συσχετίζοντάς τα με τη συνεχιζόμενη πανδημία.
Το πρώτο ζήτημα είναι η ένταση μεταξύ της προώθησης της φονταμενταλιστικής θρησκείας και τη συσσώρευση κοσμικών αξιών μέσα στην κοινωνία μας. Όχι επειδή αυτή η ένταση είναι η πιο σημαντική, αλλά γιατί η επιρροή της στους ταξικούς αγώνες γενικά υποτιμάται.
Η Τουρκία έχει υποστεί μια ταχεία διαδικασία αστικοποίησης μετά το 1980. Παρότι η Τουρκία είναι γνωστή ως αγροτική χώρα, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ζουν τώρα σε αστικά κέντρα.
Επιπλέον, προκειμένου να εκπληρώσουν την ανάγκη για φτηνό κι εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό, νέα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης και πανεπιστήμια έχουν εγκαθιδρυθεί σε όλη τη χώρα.
Σήμερα σχεδόν ένα δέκατο των 80 εκ. του πληθυσμού είναι φοιτητές – ενώ 25 εκ. βρίσκονται σε κάποιου τύπου εκπαίδευση.
Συνεπώς, η Τουρκία έχει μια νέα, αστικοποιημένη εργατική τάξη και είναι αδύνατον να μην υπάρχει ένταση μεταξύ της και των φονταμενταλιστικών πολιτικών της κυβέρνησης του ΑΚΡ. Πράγματα, το κυβερνών κόμμα έχει τώρα χάσει τις τοπικές ελογές στις τρεις μεγαλύτερες και πιο ανεπτυγμένες πόλεις.
Τα τμήματα της κοινωνίας που στήριξαν αρχικά την κυβέρνηση τώρα απομακρύνονται γρήγορα από αυτή. Το πολύ ένα τέταρτο του πληθυσμού στηρίζει την προώθηση της φονταμενταλιστικής θρησκείας από το ΑΚΡ ως βασική αρχή κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης.
Πολιτικά ωστόσο το ΑΚΡ χρειάζεται αυτούς τους θρησκευτικούς “μαχητές” και το καταφύγιο που του παρέχουν οι λεγόμενες θρησκευτικές τους αξίες.
Αυτή η ένταση είναι διαρκώς ζωντανή. Έτσι δεν είναι έκπληξη ότι οι αντιεπιστημονικές κυβερνητικές πολιτικές και οι συνεχόμενες αποτυχίες της να προσεγγίσει συστηματικά την επιδημία έχουν προκαλέσει πολλές αντιδράσεις.
Ο δεύτερος παράγοντας που κρατάει την Τουρκία συνεχώς σε κρίση έχει τη ρίζα της στην εξωτερική πολιτική. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προθυμία της τουρκικής αστικής τάξης να έχει μεγαλύτερο χώρο μέσα στο ιμπεριαλιστικό σύστημα βρίσκεται πίσω από τις νεο-οθωμανικές πολιτικές της κυβέρνησης του ΑΚΡ.
Ωστόσο, οι απόπειρες του Ερντογάν και του ΑΚΡ να αυξήσουν την επιρροή της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή έχουν δείξει μια εμφανή έλλειψη πολιτικού ρεαλισμού κι αυτό έχει σύρει τη χώρα σε μια κρίση εξωτερικής πολιτικής εδώ και μια δεκαετία.
Ο Ερντογάν επιδίωξε να εκμεταλλευτεί τη σύγχυση στη διεθνή σκηνή που προέρχεται από την ασταθή παρακμή της αμερικανικής ηγεμονίας. Παρόλα αυτά, ένα μεγάλο μέρος της τουρκικής αστικής τάξης νιώθει πολύ άβολα με τα συνεπαγόμενα ρίσκα.
Από τη μια, θεωρούν πως αυτές οι πρωτοβουλίες μπορούν να παράγουν νέες ευκαιρίες, ή τουλάχιστον να ενισχύσουν τη διαπραγματευτικοή δύναμη της Τουρκίας. Από την άλλη, φοβούνται την αναστάτωση που προκύπτει.
Ακόμα και και κύκλοι κοντά στο ΑΚΡ εκφράζουν ανησυχία πως αυτές οι επιθετικές πολιτικές, που τώρα εκτείνονται πέρα από την ορμή για λόγο στα ενεργειακά κοιτάσματα της Αν. Μεσογείου σε επιπλέον απαιτήσεις στη Συρία, την Κύπρο, τη Λιβύη και το Αιγαίο, είναι στρατιωτικά και πολιτικά μη βιώσιμες.
Πράγματι, οι ιδιοκτήτες μεγάλου κεφαλαίου δείχνουν τις νέες οικονομικές προκλήσεις που πυροδοτήθηκαν από την επιδημία και υποστηρίζουν πως αυτή η κατάσταση πρέπει να αξιοποιηθεί ως ευκαιρία βελτίωσης των σχέσεων με τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Αυτό μας φέρνει στην τουρκική οικονομία.
Το “οικονομικό θαύμα” του Ερντογάν βασίστηκε στο άνοιγμα της χώρας για λεηλασία από τα διεθνή μονοπώλια, την άρση νομικών εμποδίων στην είσοδο ανοιχτά ή έμμεσα “ζεστού” χρήματος, την εξασθένιση της οργανωμένης εργατικής τάξης μέσω εκβιασμών και θρησκευτικού σεχταρισμού και μια υπερβολική εξάρτηση σε διεθνή δάνεια.
Αυτά τα κόλπα έχουν εξαντληθεί εδώ και αρκετό καιρό. Η κυβέρνηση πλέον έχει στερέψει από πηγές χρηματοδότησης, ανάμεσά τους κι αυτές που καρπώθηκε από τα ταμεία κοινωνικής πρόνοιας και δεν έχει πολλές επιλογές πέρα από το να κόψει χρήμα ή να καταφύγει στο ΔΝΤ.
Σε αυτές τις συνθήκες είναι που χτύπησε ο Covid-19 και έφερε την Τουρκία σε άνευ προηγουμένου κρίση.
Η οικονομία είναι σε ύφεση, η ανεργία καλπάζει και η αξία της τουρκικής λίρας κατρακυλά. Καμία προηγούμενη κυβέρνηση στην τουρκική ιστορία δεν κατόρθωσε να επιβιώσει από μια τόσο αρνητική οικονομική εικόνα.
Παρότι είναι σαφές ότι ο Ερντογάν τώρα θα κατηγορήσει τον ιό, όπως πριν κατηγορούσε διεθνείς συνωμοσίες, μπορεί κανείς να υποθέσει πως η δημοφιλία μιας φιλοαμερικανικής, φιλοκαθεστωτικής εναλλακτικής, που προωθείται εδώ και καιρό, θα αυξηθεί.
Η οργή των εργατών επίσης συσσωρεύεται. Ένα μεγάλο τμήμα του εργατικού πληθυσμού, ειδικά στη βιομηχανία του μετάλλου, τις κατασκευές, τα λιμάνια και το εμπόριο, αμφισβητεί το γιατί πρέπει να δουλεύει υπό σκληρές συνθήκες, χαμηλούς μισθούς και χωρίς εργασιακή ασφάλεια ενώ στο γενικό πληθυσμό λένε “να μείνει σπίτι”.
Η αποξένωση από το υπάρχον κοινωνικό σύστημα, που βρίσκεται σε εξέλιξη από πέρσι, ωθεί πολλούς στην απαισιοδοξία και κάποιους ακόμα και στην αυτοκτονία. Αλλά ωθεί επίσης άλλους εργάτες σε οργανωμένη πάλη.
Απόδειξη αυτής της αλλαγής είναι η εκπληκτική άνοδος στις αιτήσεις μελών για το ΤΚΡ από τότε που άρχισε η πανδημία. Πέρα από τις κρίσεις στη θρησκεία, την εξωτερική πολιτική και την οικονομία, η πρόκληση της επιβίωσης στις νέες αυτές συνθήκες έχουν γίνει ένα καθημερινό βάσανο για πολύ σημαντικό τμήμα του πληθυσμού.
Το κυβερνών ΑΚΡ το γνωρίζει αυτό. Γι’αυτό προσπαθούν να χειραγωγήσουν τη δημόσια αντίληψη.
Αναφέρουν συνέχεια κοινωνική βοήθεια που στην πραγματικότητα δε φτάνει σε κανένα ή κανείς δεν ξέρει σε ποιον θα φτάσει, υποβαθμίζοντας τον αριθμό των νεκρών από τον αρρώστεια και προωθώντας το έντονα ιδιωτικοποιημένο σύστημα υγείας ως μεγάλη επιτυχία, όλα αξιοποιούνται για να χειραγωγηθεί η δημόσια αντίληψη των πραγμάτων.
Σε ό,τι αφορά την άμεση επίδραση της πανδημίας, ο Ερντογάν είχε μπορέσει να εκμεταλλευτεί το νεανικό προφίλ του πληθυσμού και την περιορισμένη δυνατότητα των ηλικιωμένων να κοινωνικοποιηθούν, να βγουν έξω και να εκφράσουν τις ανησυχίες τους.
Παρόλα αυτά, η καθυστερημένη απόφαση να σταματήσουν οι μαζικές προσευχές σε τζαμιά και η αποτυχία να μπουν σε καραντίνα οι δεκάδες χιλιάδες προσκυνητές από τον Ούμρα δημιούργησε μεγάλο θυμό.
Οι εντονότερες διαμαρτυρίες είναι ενάντια στη συνεχιζόμενη λειτουργία χώρων εργασίας εκτός καφέ κι εστιατορίων.
Με δεδομένο ότι ο αριθμός αναπνευστήρων και φαρμάκων είναι σχετικά επαρκής στην Τουρκία, το κύριο πρόβλημα για την κυβε΄ρνηση θα είναι οι πολιτικές, οικονομικές και πολιτισμικές αναταραχές μόλις περάσει η άμεση επίδραση της πανδημίας.
Ο Ερντογάν θα αντιμετωπίσει πίεση τόσο από τη φιλελεύθερη, φιλοδυτική αντιπολίτευση που φτάνει και μέσα στο ίδιο το ΑΚΡ – όσο και την αντίδραση του εργαζόμενου λαού που πιθανόν να περάσει σε αντισυστημικούς διαύλους.