Μα τον Στάλιν μου μέσα!…
Γεναριάτικο βράδυ του ’06 στο μουντό Στρασβούργο…το κατάπτυστο αντικομμουνιστικό πόνημα, αυτό που επί έντεκα χρόνια τώρα περιφέρεται μέχρι και σήμερα στο Ταλίν, δεν πέρασε. Το φίδι κουλουριάστηκε. Λούφαξε τότε. Για λίγο. Ξαναβγαίνει και σέρνεται στον κόρφο των λαών, αλλάζοντας πουκάμισα με κάθε ευκαιρία.
Γεναριάτικο βράδυ του ’06 στο μουντό Στρασβούργο. Στις λιγοστές ανοιχτές μπυραρίες ακούγεται η «Διεθνής» από κατάκοπες αλλά ενθουσιώδεις συντροφιές κομμουνιστών, που είχαν συρρεύσει από τα τέσσερα σημεία του ευρωπαϊκού ορίζοντα. Έχω την αίσθηση ότι ζω σ’ έναν μελλοντικό αλλά όχι μακρινό κόσμο ακαταδίωκτης αλλά και δίκαιης χαράς. Το βάρος της ευθύνης που συγκυριακά σήκωσα εκείνες τις μέρες, όταν η Ευρώπη ύπουλα και… δημοκρατικά προσπαθούσε να περάσει το Αντικομμουνιστικό Μανιφέστο απ’ το Συμβούλιο της Ευρώπης για να πλασάρει αντικομμουνισμό «απ’ τον Ατλαντικό έως τα Ουράλια», συνθλίβεται απ’ τη χαμογελαστή μορφή του υπέροχου συντρόφου Μπάμπη Αγγουράκη και τη στεντόρια φωνή του Στρατή του Κόρακα.
Το πρωί, στους δρόμους του Στρασβούργου, οι κόκκινες παντιέρες με το σφυροδρέπανο, σε πορεία προς το ΣτΕ, προς κατάπληξη της αστυνομίας που μας είχε προειδοποιήσει να μη βγούμε σε διαδήλωση γιατί μας την είχαν στημένη οι ναζιστοφασίστες που αφθονούν στην περιοχή, κατατρόπωσαν τα μαύρα κοράκια, που δεν εμφανίστηκαν πουθενά. Η πρωτοβουλία του ΚΚΕ, να μάθουν οι λαοί τι απεργάζονταν σε βάρος τους, πίσω απ’ την πλάτη τους, περιλάμβανε και συνέντευξη Τύπου μέσα στο κτίριο του ΣτΕ. Και βεβαίως θέλαμε να είναι ανοιχτή και στο πλήθος που υπερασπιζόταν τους νικητές του φασισμού. Όταν φτάνουν στην πόρτα οι πρώτοι διαδηλωτές για να μπουν, η φρουρά στηλώνει τα πόδια. Λόγοι… ασφάλειας. Ο μοναδικός τρόπος να μπουν ήταν να θεωρηθούν «προσωπικοί» μου καλεσμένοι (το μόνο μέλος της Συνέλευσης ήμουν άλλωστε, οπότε τυπικώς έφερα το βάρος) κι επειδή ήταν πολλοί κι ο έλεγχος για τα στοιχεία τους θα ήθελε μια μέρα, μου ζητήθηκε να εγγυηθώ για όλους και να αναλάβω την όποια αστική και ποινική ευθύνη για ό,τι γίνει.
Δε χρειάστηκαν πολλά. Απλώς να το πούμε στο πλήθος κι από στόμα σε στόμα να φτάσει έως το τέλος της ουράς. Κάπου 500 σύντροφοι μπήκαν με περηφάνια και τάξη και διπλάσιοι έμειναν έξω να φυλάνε καραούλι μην και πλακώσουν προβοκάτορες. Στην αίθουσα Τύπου, μοντέρνα κι υπερεξοπλισμένη, με καμιά πενηνταριά θέσεις, στριμώχτηκαν αγόγγυστα καμιά διακοσαριά όρθιοι. Και ώ! του δημοκρατικού θαύματος και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν υπάρχει ούτε ένας δημοσιογράφος, δεν λειτουργούν τα μικρόφωνα, και μεταφραστής ούτε για δείγμα!… Και θα μιλούσαν ο εκπρόσωπος του ΚΚ Πορτογαλίας με δεύτερη γλώσσα τα γαλλικά και ο Ρώσος με δεύτερη γλώσσα τα αγγλικά, με το κοινό στην πλειοψηφία του Έλληνες. Μισή ώρα αναμονής και οι αρμόδιοι εξέφρασαν τη λύπη τους που δεν έγινε γραπτή αναφορά αιτήματος για μια συνέντευξη Τύπου, η οποία κατά την κρίση τους, εξελίχθηκε σε κατάληψη τρόπον τινά από διαδηλωτές κομμουνιστές. Τότε κάποιοι σύντροφοι μου φώναξαν, «άστους!, τους ξέρουμε, μπορούμε και μόνοι μας, ξεκίνα»!
Η συνέντευξη κράτησε δυόμιση ώρες. Μετέφραζα σε τρεις γλώσσες, όσο ταχύτερα μπορούσα, κι όπως το πλήθος είχε δεσμευτεί, έκαμε μια απόλυτη πεντακάθαρη ησυχία. Έτσι και χωρίς μικρόφωνα, ακούστηκαν όλοι, μα τον Στάλιν μου μέσα, κι έξω από την αίθουσα. Αποχωρήσαμε συντεταγμένα. Στις μοκέτες δεν έπεσε μήτε ένα χαρτάκι. Στην πύλη οι φάτσες των έκπληκτων φρουρών ήταν όλα τα λεφτά. Κάποιοι έλεγαν και ωρεβουάρ και μπονζούρ, στους χαμογελαστούς συντρόφους, μ’ έναν σεβασμό αυθόρμητο. Στην Ολομέλεια, όπου ψηφίζουν αντιπρόσωποι βουλευτές από 47 χώρες, το κατάπτυστο αντικομμουνιστικό πόνημα, αυτό που επί έντεκα χρόνια τώρα περιφέρεται μέχρι και σήμερα στο Ταλίν, δεν πέρασε. Το φίδι κουλουριάστηκε. Λούφαξε τότε. Για λίγο. Ξαναβγαίνει και σέρνεται στον κόρφο των λαών, αλλάζοντας πουκάμισα με κάθε ευκαιρία. Τώρα τι χρώμα θα φοράει αύριο μεθαύριο, που θα πλακώσουν οι Γάλλοι επίσημοι για ευρωμπίζνες, ας το αποφασίσει ο λογογράφος του πρωθυπουργού κι η ενδυματολόγος της μαντάμ Μπριγκίτ.
Αναδημοσίευση από τον Κυριακάτικο Ριζοσπάστη