Πολωνία: «Η απεργία είναι το καλύτερό μας όπλο!»
Οι απεργιακές και άλλες κινητοποιήσεις στην Πολωνία για το σύστημα Υγείας έχουν ξεπεράσει τον έναν μήνα. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, συνδικάτα από όλα τα ιατρικά επαγγέλματα συμμετέχουν από κοινού σε μια απεργία.
Οι απεργιακές και άλλες κινητοποιήσεις στην Πολωνία για το σύστημα Υγείας έχουν ξεπεράσει τον έναν μήνα. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, συνδικάτα από όλα τα ιατρικά επαγγέλματα συμμετέχουν από κοινού σε μια απεργία.
Η μαζικότητα είναι χαρακτηριστική, καθώς στις 11 Σεπτέμβρη, στη Βαρσοβία, 40.000 εργαζόμενοι από όλους τους τομείς του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης βγήκαν στους δρόμους, διεκδικώντας περισσότερα κονδύλια για το σύστημα Υγείας και σεβασμό των δικαιωμάτων τους.
Αφορμή στάθηκε η ανακοίνωση της κυβέρνησης να αναβάλει την αναγκαία αύξηση των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού για την υγειονομική περίθαλψη και να μην αυξήσει τις δαπάνες στο 7% του ΑΕΠ μέχρι το 2027. Στις 17 Σεπτέμβρη, η κυβέρνηση ψήφισε νόμο στο Κοινοβούλιο, σύμφωνα με τον οποίο ο προϋπολογισμός πρόκειται να αυξηθεί μόνο κατά 85 δισ. ζλότι (περίπου 19 δισ. ευρώ) σε διάστημα 6 ετών, ένα σχεδόν προσβλητικό ποσό, λαμβάνοντας υπόψη τις καταστροφικές συνθήκες στο σύστημα Υγείας και τις συνέπειες της πανδημίας.
Την ίδια στιγμή, οι γιατροί, οι νοσηλευτές, οι μαίες, οι φυσιοθεραπευτές, οι παραϊατρικοί και το διοικητικό προσωπικό ζητούν, μεταξύ άλλων, αύξηση των κατώτατων μισθών και αλλαγές στον νόμο για τη μέθοδο καθορισμού του κατώτατου μισθού στην υγειονομική περίθαλψη, αύξηση της αποτίμησης των ιατρικών παροχών, απασχόληση πρόσθετων υπαλλήλων στον τομέα των διοικητικών υπηρεσιών και του βοηθητικού προσωπικού, ρύθμιση των συνθηκών εργασίας των εργαστηριακών ιατρών και των παραϊατρικών, με νόμο και καθιέρωση άδειας ασθενείας μετά από 15 χρόνια επαγγελματικής εργασίας. Οι εργαζόμενοι τονίζουν ότι δεν πρόκειται μόνο για αύξηση των μισθών, αλλά για μια σειρά θεμελιωδών αλλαγών στο σύστημα Υγείας, οι οποίες είναι σημαντικές κυρίως προς όφελος των ασθενών.
Το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης της Πολωνίας χαρακτηρίζεται από τους χαμηλούς μισθούς, τις οξείες ελλείψεις προσωπικού και τις άθλιες συνθήκες εργασίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο μέσος μισθός των νοσηλευτών, που κυμαίνεται στα 3.000 ζλότι τον μήνα καθαρά, δηλαδή περίπου 659 ευρώ. Συνέπεια αυτού είναι διάφορες ειδικότητες να αναγκάζονται να εργάζονται σε παραπάνω από ένα νοσοκομεία και κλινικές, τόσο για να τα βγάλουν πέρα, όσο και για να διατηρήσουν τις βασικές υπηρεσίες σε πολλές περιοχές.
Περίπου το 60% του συνόλου των Πολωνών ιατρών εργάζονται σε περισσότερα από ένα ιδρύματα. Τα τραγικά παραδείγματα ενός γιατρού από το Lodz, που εργαζόταν 620 ώρες το μήνα και ενός 39χρονου αναισθησιολόγου από το Walbrzyc, ο οποίος, σύμφωνα με τους συναδέλφους του, εργαζόταν 96 ώρες τη βδομάδα λόγω έλλειψης προσωπικού και πέθανε στα τέλη Αυγούστου, αναδεικνύουν με τον χειρότερο τρόπο ότι η εξάντληση και η έλλειψη συγκέντρωσης λόγω χρόνιας κόπωσης αποτελούν τεράστιο κίνδυνο τόσο για τους ασθενείς όσο και για τους υγειονομικούς.
Αλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι τραυματιοφορείς, οι οποίοι συμμετέχουν στην απεργία σε ποσοστά άνω του 65%. Για τον λόγο αυτό, τοπικές κυβερνήσεις προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν πυροσβέστες και στρατιωτικό προσωπικό ως απεργοσπάστες, οι οποίοι όμως αρνήθηκαν. Oι Πολωνοί τραυματιοφορείς, οι περισσότεροι από τους οποίους πρέπει να υπομένουν 24ωρες βάρδιες, εργάζονται κατά μέσον όρο 300 ώρες υπερωρίες το χρόνο. Την ίδια στιγμή, το μεικτό ωρομίσθιο ενός τραυματιοφορέα στη Βαρσοβία είναι μόλις 24 ζλότι (5,25 ευρώ).
Οι καταστροφικές συνθήκες στο πολωνικό σύστημα Υγείας είναι άμεσο αποτέλεσμα της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στη χώρα. Οι ιδιωτικοποιήσεις που ακολούθησαν επιδείνωσαν την κατάσταση περαιτέρω όταν η Πολωνία εντάχθηκε στην ΕΕ, το 2004. Εκτός από τους μισθούς φτώχειας, το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης μαστίζεται από οξεία έλλειψη προσωπικού.
Σύμφωνα με τον Ανώτατο Ιατρικό Σύλλογο, περισσότεροι από 10.000 γιατροί εγκατέλειψαν τη χώρα μόνο μεταξύ 2004 – 2017. Ενας στους τέσσερις εργαζόμενους χειρουργούς είναι στην πραγματικότητα ήδη συνταξιούχος. Λόγω της μείωσης των γεννήσεων, της μετανάστευσης και του κλεισίματος ιατρικών σχολών και πανεπιστημίων, μόνο ο αριθμός των φοιτητών Ιατρικής συρρικνώθηκε από 6.310 το 1987 σε 2.070 το 2000. Μπροστά στις τεράστιες ελλείψεις που δημιουργήθηκαν, ο αριθμός αυτός στη συνέχεια αυξήθηκε σχετικά, περνώντας τις 5.000 για πρώτη φορά το 2020, ωστόσο και πάλι το υπουργείο Υγείας παραδέχεται ότι θα χρειαστούν δεκάδες χιλιάδες γιατροί περισσότεροι από όσους εκπαιδεύονται για να αντισταθμιστούν οι ελλείψεις που σχετίζονται με την ηλικία τα επόμενα χρόνια.
Η κατάσταση είναι εξίσου δραματική για τις περίπου 225.000 Πολωνές νοσοκόμες. Με μέσο όρο ηλικίας τα 53 έτη, η μαζική έλλειψη προσωπικού σημαίνει ότι είναι ήδη σχεδόν αδύνατο να παρέχεται ασφαλής νοσηλευτική φροντίδα, και επίσης, θα χρειαστούν δεκάδες χιλιάδες νέες προσλήψεις για την κάλυψη των αναγκών.
Η πρόεδρος του συνδικάτου των νοσηλευτών, Krystyna Malas, επικαλούμενη επεξεργασία στοιχείων από το μητρώο PESEL τονίζει χαρακτηριστικά: «Οι νοσηλεύτριες ζουν κατά μέσον όρο 62 χρόνια, ενώ η μέση Πολωνή γυναίκα ζει 82 χρόνια. Αυτό δείχνει ότι η δουλειά που κάνουν είναι σκληρή. Οι νοσηλευτές εργάζονται σε σκληρές και επιβλαβείς συνθήκες εργασίας που προκαλούν ορισμένες ασθένειες και πεθαίνουν αρκετά νωρίς. Γιατί δουλεύουμε πάνω από 300 ώρες μηνιαίως, αφού δεν έχουμε την ευκαιρία να χρησιμοποιήσουμε τη σύνταξη, γιατί μετά τη λήψη της, ζούμε μόνο 2 χρόνια…».
Φυσικά η πανδημία επιδείνωσε όλα αυτά τα χρόνια προβλήματα. Μέχρι σήμερα, πάνω από 75.000 άνθρωποι έχουν πεθάνει από Covid-19 στην Πολωνία, συμπεριλαμβανομένων 500 υγειονομικών. Μέχρι στιγμής, μόνο περίπου 20 εκατομμύρια Πολωνοί είναι πλήρως εμβολιασμένοι, περίπου το 51% του πληθυσμού, ενώ ένας στους τέσσερις δεν έχει καθόλου εμβολιαστική προστασία.
Οι διαμαρτυρίες για το σύστημα Υγείας εξελίσσονται στο πλαίσιο μιας εκρηκτικής κατάστασης συνολικότερα για τους εργαζόμενους στην Πολωνία. Εκατομμύρια εργαζόμενοι του δημόσιου τομέα, συμπεριλαμβανομένων των εκπαιδευτικών και των δικαστικών υπαλλήλων, διεκδικούν αύξηση μισθών κατά 12,5%. Επίσης, ενόψει της απόφασης για σταδιακή κατάργηση της χρήσης άνθρακα, επίκεινται αγώνες από περίπου 100.000 ανθρακωρύχους. Ταυτόχρονα, οι τιμές της Ενέργειας αυξάνονται ραγδαία εδώ και μήνες, ενώ ο πληθωρισμός ανέρχεται στο 4%.
Την ίδια στιγμή η ακροδεξιά κυβέρνηση του Κόμματος Νόμου και Δικαιοσύνης (PiS) έχει υιοθετήσει μια προκλητική και σκληρή στάση στις συνομιλίες με τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα. Ωστόσο, την ώρα που οξύνεται η λαϊκή δυσαρέσκεια, οι συμβιβασμένες ηγεσίες των συνδικάτων αποτελούν το στήριγμα της πολωνικής αστικής τάξης και προσπαθούν απεγνωσμένα να αποτρέψουν την ανάπτυξη ενός ευρέος απεργιακού κινήματος της εργατικής τάξης.
Παρά την προκλητική στάση της κυβέρνησης, η Εθνική Επιτροπή Απεργίας και Διαμαρτυρίας, που αποτελείται από διάφορα συνδικάτα και επαγγελματικές ενώσεις στον τομέα της Υγείας, διεξήγαγε διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση. Την ίδια στιγμή, ανεξάρτητα συνδικάτα έχουν οργανώσει την «κατασκήνωση» διαμαρτυρίας «Biale miasteczko 2.0» στη Βαρσοβία («Λευκή Πόλη 2.0»), όπου οργανώνονται οι περισσότερες από τις άλλες δράσεις των γιατρών και άλλων παραϊατρικών επαγγελμάτων.
Οι ηγεσίες των σωματείων, ωστόσο, έχουν δώσει ήδη πολλά αρνητικά δείγματα γραφής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συμφωνία που υπέγραψε στις 21 Σεπτέμβρη η κυβέρνηση με το συνδικάτο των παραϊατρικών (OZZRM) και την αντίστοιχη ένωση εργοδοτών (SPZOZ). Ο πυρήνας της συμφωνίας είναι ένα επίδομα ταξιδιού 30% επί των μισθών και ένα κατώτατο ωρομίσθιο 40 ζλότι (περίπου 8,74 ευρώ) για ορισμένους από τους παραϊατρικούς. Το Ανώτατο Επιμελητήριο Φαρμακοποιών έχει επίσης ήδη συνάψει ξεχωριστή συμφωνία και ομοίως αποχώρησε από τη συμμαχία διαμαρτυρίας.
Τα συνδικάτα και οι ενώσεις που οργανώνονται στην Εθνική Επιτροπή έχουν άλλωστε μακρά ιστορία ξεπουλήματος αγώνων. Για παράδειγμα, το συνδικάτο νοσηλευτών και μαιών OZZPiP, όπως και ολόκληρη η ομοσπονδία συνδικάτων FZZ, έχει στενούς δεσμούς τόσο με την κυβέρνηση όσο και με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Κορυφαίοι συνδικαλιστές, όπως η Lucyna Dargiewicz ή η Dorota Gardias, κατέβηκαν για αξιώματα σε λίστες του PiS (κυβερνών κόμμα) ή του πρώην Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Πολωνίας (SDPL). Το συνδικάτο των γιατρών, PROZZL, διέκοψε τη διαμαρτυρία του το 2018, που συνοδεύονταν από απεργίες πείνας, για ευτελείς παραχωρήσεις που περιλάμβαναν τον περιορισμό της αύξησης των δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη στο 6% του ΑΕΠ έως το 2024. Ο Marek Twardowski, εκπρόσωπος της ένωσης γιατρών «Porozumienie Zielonogorskie», που διαμαρτύρονταν, εντάχθηκε μάλιστα στην κυβέρνηση PO του Donald Tusk το 2007.
Το τελευταίο επεισόδιο των τωρινών διαπραγματεύσεων μεταξύ των υγειονομικών και του υπουργείου Υγείας ολοκληρώθηκε στις 7 Οκτώβρη. Δεν επιτεύχθηκε συμφωνία, καθώς η πρόταση που υπέβαλε το υπουργείο δεν έγινε αποδεκτή από τους γιατρούς. Ευτυχώς οι γιατροί δεν δέχθηκαν τις αυξήσεις – ψίχουλα και συνεχίζουν τις κινητοποιήσεις τους.
Σε κάθε περίπτωση, παραμένει ζητούμενο για το εργατικό – συνδικαλιστικό κίνημα, μέσα και από αυτές τις μάχες, το κατά πόσο θα αποκτά εκείνα τα χαρακτηριστικά τα οποία θα του επιτρέπουν να διεκδικεί τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, έχοντας παράλληλα επίγνωση ότι η ικανοποίησή τους δεν χωράει στα όρια του τωρινού συστήματος.
Πηγές:
4. https://pulsmedycyny.pl/ptok-jestesmy-gotowi-do-dialogu-ale-nie-z-ministrem-niedzielskim-1127662
6. https://polskatimes.pl/fiasko-rozmow-medykow-z-resortem-zdrowia-co-dalej-z-protestem/ar/c14-15841459
Υποψήφιος διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών – Ιστορίας