Φανταστείτε την είδηση “Εκπαιδευτικοί στη Βόρεια Κορέα φυλακίζονται για κατοχή αντικαθεστωτικών βιβλίων”, πόση δημοσιότητα θα γνώριζε και πόσος αποτροπιασμός θα εκφράζονταν για τη “στυγνή δικτατορία” στη χώρα. Η είδηση είναι αληθινή, με τη “μικρή” λεπτομέρεια ότι προέρχεται από τη “δημοκρατική” Νότια Κορέα, οπότε δε θα την ακούσετε σε κανένα σημαντικό δυτικό μέσο.
Μάλιστα, η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Νότιας Κορέας που ελήφθη την περασμένη εβδομάδα, δεν αποτελεί παρά την κορωνίδα πολύχρονων διώξεων που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί, επειδή τόλμησαν να κατέχουν απαγορευμένα βιβλία από τη ΛΔ Κορέας.
Την περασμένη Πέμπτη λοιπόν, το δικαστήριο καταδίκασε σε φυλάκιση τέσσερις δασκάλους και συνδικαλιστές του μεγαλύτερου συνδικάτου δασκάλων της Ν. Κορέας, με βάσει διατάξεις του έντονα αμφιλεγόμενου νόμου Εθνικής Ασφάλειας. Αιτία ότι κατείχαν μια σειρά βιβλίων από τη ΛΔΚ, ανάμεσά τους την “Ιστορία της Κορέας” και μια επίτομη έκδοση της αυτοβιογραφίας του Κιμ Ιλ – Σουνγκ, υλικά τα οποία μοιράζονταν με άλλους σε μια κλειστή ομάδα μελέτης.
Τα βιβλία αυτά έχουν μπει σε λίστα παράνομων υλικών που παραβιάζουν το νόμο περί Εθνικής Ασφάλειας, από τη νοτιοκορεατική υπηρεσία πληροφοριών. Ο ιδιαίτερα αυταρχικός νόμος τιμωρεί κάθε άτομο που “εισάγει, αναπαράγει, κατέχει, φέρει, διανέμει, πωλεί ή αποκτά οποιοδήποτε κείμενο, σκίτσο ή άλλο εκφραστικό μέσο που βάζουν σε κίνδυνο την ασφάλεια του κράτους και τα δημοκρατικά της θεμέλια”.
Οι επικίνδυνοι παραβάτες περιλαμβάνουν την 60χρονη Παρκ, που παλιότερα υπήρξε ηγετικό στέλεχος της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εκπαιδευτικών KTU. Η γυναίκα καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκιση, συν δυο χρόνια με αναστολή. Η ποινή αυτή επικυρώνει την ετυμηγορία του προηγούμενου δικαστηρίου που είχε λάβει χώρα το 2016.
Η Παρκ και οι άλλοι τρεις κατηγορούμενοι είχαν καταδικαστεί για πρώτη φορά το 2013, επειδή το 2008 είχαν ιδρύσει το “Εκπαιδευτικό Κίνημα Νέας Εποχής”, το οποίο κατά τους δικαστές ήταν μια ανατρεπτική οργάνωση με στόχο την υπονόμευση της νοτιοκορεατικής κυβέρνησης.
Επιπλέον, οι εισαγγελείς υποστήριξαν πως η οργάνωση, χρησιμοποιώντας ως ομπρέλα την KTU, είχε στόχο “να ενσταλάξει λάθος ιδεολογία σε μαθητές των οποίων οι αξίες δεν έχουν ακόμα σχηματιστεί, προωθώντας αντιαμερικανικά συναισθήματα και κατάργηση του Νόμου περί Εθνικής Ασφάλειας”.
Το 2015, δικαστήριο απεφάνθη πως οι δάσκαλοι ήταν ένοχοι παραβίασης του συγκεκριμένου νόμου, επειδή κατείχαν κείμενα με περιεχόμενο “απαράδεκτο για νοτιοκορεάτη πολίτη”, που “επαινούσαν τυφλά” τους ηγέτες της ΛΔΚ και την ιδεολογία τζούτσε. Από την άλλη, το δικαστήριο απέρριψε την κατηγορία σύστασης παράνομης οργάνωσης, λόγω έλλειψης στοιχείων.
Νέο στοιχείο της πιο πρόσφατης ετυμηγορίας πριν λίγες μέρες, είναι ότι οι κατηγορούμενοι χάνουν οριστικά τη θέση τους ως δάσκαλοι. Οι κατηγορούμενοι έχουν στο πλευρό τους την ΚΤU, όπως συνέβη σε όλη τη διάρκεια της δίκης. Η οργάνωση σε ανακοίνωσή της υπογράμμισε την εγγενή αντίφαση της απόφασης, αφού στο ίντερνετ είναι πολύ εύκολο να βρει κανείς βίντεο και περιεχόμενα από τη Νότια Κορέα.
Ο Νόμος περί Εθνικής Ασφάλειας είναι σε ισχύ από το 1948 και βρίσκεται στο στόχαστρο οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ν. Κορέα και το εξωτερικό, αφού περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης και έχει χρησιμοποιηθεί συχνά από κυβερνήσεις της χώρας για να σιγήσουν αντιπολιτευτικές φωνές και να επιβάλουν λογοκρισία. Αντίθετα, για τους υποστηρικτές του νόμου, κατά βάση συντηρητικών πεποιθήσεων, ο νόμος είναι τάχα απαραίτητος ενάντια σε “σαμποτέρ” από τη ΛΔΚ που εποφθαλμιούν το “φιλελύθερο” σύστημα της Ν. Κορέας.