Τα ορφανά των Ουστάσε στη Βολιβία – Ο ρόλος της κροατικής διασποράς στο πραξικόπημα κατά του Μοράλες

Πώς η ακροδεξιά της Βολιβίας διαμορφώθηκε από Κροάτες φυγάδες δοσίλογους που έφτασαν στη χώρα με τη βοήθεια της CIA μετά τον πόλεμο.

Πολλά έχουν γραφτεί για τον Λουίς Φερνάντο Καμάτσο, τον ακροδεξιό εθνικιστή εκατομμυριούχο που πρωταγωνίστησε στην ανατροπή του νόμιμου προέδρου Έβο Μοράλες στη Βολιβία, λιγότερο γνωστές είναι οι σχέσεις συνολικά της οικογένειας Καμάτσο με την κροατική διασπορά της Βολιβίας, που είναι συγκεντρωμένη στο Oriente, δηλαδή τα ανατολικά της Βολιβίας.

Οι Καμάτσο έκαναν λεφτά όταν οι πρόγονοι τους εκμεταλλεύτηκαν τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της χώρας, έχασαν όμως μέρος της περιουσίας τους, όταν ο επί προεδρίας Μοράλες εθνικοποιήθηκαν τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βολιβία. Η οικογένεια φιγουράρει και στα διαβόητα Πάναμα Πέιπερς, το διασημότερο μέλος της ωστόσο είναι αναμφίβολα ο Λουίς Φερνάντο. Ο ίδιος διαμορφώθηκε πολιτικά στην Ένωση Νεολαίας της Σάντα Κρους (Unión de la Juventud Cruceña – UJC), μια φασιστική οργάνωση που εδώ και δεκαετίες είναι γνωστή για τους φασιστικούς χαιρετισμούς των μελών της, αλλά και την παραστρατιωτικού τύπου οργάνωσής της, που έχει αποδεδειγμένα στο ενεργητικό της συνωμοσίες για τη δολοφονία του Έβο Μοράλες, αλλά και επιθέσεις σε αριστερούς αγωνιστές, ιθαγενείς αγρότες και δημοσιογράφους.

Ο Καμάτσο, αφού αναδύθηκε σε ηγετικά κλιμάκια της οργάνωσης, έφυγε σε ηλικία 25 ετών, για να ιδρύσει την “Επιτροπή πολιτών της Σάντα Κρους”. Παρά τον ανώδυνο τίτλο, επρόκειτο για μια αποσχιστική οργάνωση, που με το πρόσχημα της μεγαλύτερης αυτονομίας ζητούσε ουσιαστικά απόσχιση ολόκληρης της βορειανατολικής Βολιβίας, λόγω αντίθεσης προς την κυβέρνηση Μοράλες. Ανάμεσα στις κεφαλές της Επιτροπής ήταν και ο κροατικής καταγωγής Μπράνκο Μαρίνκοβιτς, μετέπειτα δήμαρχος της Σάντα Κρους, ο οποίος το Δεκέμβρη του 2010 κατηγορήθηκε μαζί με 38 ακόμα άτομα για πιθανή συνωμοσία κατά της ζωής του Μοράλες και τη διοργάνωση τρομοκρατικών επιθέσεων. Σε προσωπικό επίπεδο. ο ίδιος κατηγορήθηκε επίσης για εκτεταμένη φοροδιαφυγή και ξέπλυμα χρήματος μέσω λογαριασμών οφσόρ.  Ο Μπράνκοβιτς, υποστηρίζοντας πως δεν έχει καμία σχέση με την υπόθεση, κατέφυγε στις ΗΠΑ και στη συνέχεια στη Βραζιλία, όπου μένει ως σήμερα, συνδέεται όμως ακόμα στενά με τον Καμάτσο, ο οποίος πρόσφατα ζήτησε την αλλαγή του νόμου που προϋποθέτει τουλάχιστον διετή παραμονή στη Βολιβία ως προϋπόθεση για την υποψηφιότητα στις εκλογές.

Ο Μαρίνκοβιτς ειναι ένα μονο μέλος της μικρής αριθμητικά (περί τις 5000), αλλά οικονομικά ιδιαίτερα ισχυρής κροατικής διασποράς στη χώρα, όπου μεγάλες οικογένειες ελέγχουν τη ζυθοποΐα και τη βιομηχανία γαλακτοκομικών της Βολιβίας. Εκτός από τον Μαρίνκοβιτες, γνωστοί απόγονοι Κροατών μεταναστών είναι ο επιχειρηματίας και πρώην αντιπρόεδρος της χώρας Ίβο Κούλις, ο επιχειρηματίας και εκδότης της εφημερίδας “Pagina Siete”, Ραούλ Γκαραφούλιτς, όπως και οι επίσης εκκατομυριούχοι Μπάμπλο Ιβάνοβιτς και Ζβόνκο Μάτκοβιτς.

Το πρώτο κύμα Κροατών μεταναστών ξεκίνησε από το τέλος του 19ου αιώνα ως το ξέσπασμα του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου. Εφοδιασμένοι με διαβατήρια της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, περίπου 25000 Κροάτες εγκαταστάθηκαν στην πόλη Αντοφαγάστα της ερήμου Ατακάμα για να ασχοληθούν με την εξόρυξη νιτρικού νατρίου. Η βιομηχανία αυτή σύντομα κατέρρευσε, ενώ από το 1883 η Ατακάμα ενσωματώθηκε στη Χιλή. Οι περισσότεροι Κροάτες επέστρεψαν στην πατρίδα τους, και μόνο λίγες οικογένειες έμειναν στην περιοχή, αρκετές όμως μετεγκαταστάθηκαν στα ανατολικά της Βολιβίας, όπου λειτούργησαν ως πόλος έλξης για το δεύτερο κύμα Κροατών μεταναστών μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.

Η νέα γενιά μεταναστών ήταν κυριολεκτικά ένας και ένας, αφού προήλθε από τους συνεργάτες των ναζί στην Κροατία, και πιο συγκεκριμένα υποστηρικτές και στελέχη του κράτους των Ουστάσε, που τυπικά ήταν “ανεξάρτητο”, πρακτικά μαριονέτα της Γερμανίας και υπεύθυνο για ανείπωτα εγκλήματα κατά Εβραίων, Σέρβων, αλλά και Κροατών αντιφασιστών. Πριν ακόμα τελειώσει ο πόλεμος, σαν τα ποντίκια που εγκαταλείπουν το πλοίο, οι δοσίλογοι Κροάτες, όπως και άλλοι ομογάλακτοί τους στην υπόλοιπη κατεχόμενη Ευρώπη, κατέφυγαν στη Βολιβία.

Στο γεγονός αυτό συνέβαλε και η στάση της CIA, που πίεσε τη βολιβιανή κυβέρνηση της εποχής να υποδεχτεί μέλη των Ουστάσε από περιοχές που είχε καταλάβει ο Κόκκινος Στρατός, αλλά και τα δυτικά συμμαχικά στρατεύματα. Αρωγός στην προσπάθεια των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών ήταν μέλη της κροατικής εκκλησιαστικής ιεραρχίας, ενώ την επιχείρηση συντόνιζε ο διαβόητος “σφαγέας της Λυών” Κλάους Μπάρμπι. Τα δίκτυα διοχέτευσης εκατοντάδων Κροατών φασιστών με ψεύτικα χαρτιά στη Βολιβία, ονομάστηκαν από την ίδια τη CIA, “rat lines”.

Οι απόγονοι αυτής της νέας εσοδείας Κροατών μεταναστών, μεγάλωσαν με ακραία ρατσιστικές και αντικομμουνιστικές ιδέες, κατορθώνοντας παράλληλα να αναδειχτούν ως οικονομική ελίτ των περιοχών τους. Συνδέθηκαν άμεσα με τη CIA, αλλά και τη DEA, την υπηρεσία δίωξης ναρκωτικών των ΗΠΑ, προκειμένου να ελέγχουν πιο αποτελεσματικά της φυτείες κόκας και το εμπόριο κοκαΐνης, ενώ αποτέλεσαν ραχοκοκκαλιά στήριξης του δικτάτορα της δεκαετίας ου ’70 Ούγκο Μπάνσερ, που επέστρεψε το 1997 ως νόμιμος πρόεδρος της χώρας στην κυβέρνηση, ως το 2002.

Η ανατροπή του Έβο Μοράλες αρχικά δεν αποτελούσε πρώτη προτεραιότητα για τους ακροδεξιούς Κροάτες της Βολιβίας, ποτέ όμως δεν απαρνήθηκαν τα σχέδιά τους για τον παραμερισμό του ιθαγενούς προέδρου, για να εγκαθιδρυθεί μια λευκή, “προκομμένη” ηγεσία, που δε θα σχετιζόταν πια με το οροπέδιο της Κόγια, δηλαδή την πρωτεύουσα Λα Πας, για την οποία “καθημερινά πρέπει να πληρώνουν φόρους”. Αφού απέτυχαν τα σχέδια τους για απόσχιση της ανατολικής Βολιβίας, επανήλθε το σχέδιο μιας συνολικής κατάληψης της εξουσίας, με τη βοήθεια φυσικά των ΗΠΑ. H επικήρυξη του πρώτου ιθαγενούς προέδρου για 50000 δολάρια ήταν μόνο ένα μέρος αυτού του σχεδίου, που εξακολουθεί να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.

Με πληροφορίες από nachdenkseiten.de

 

Δείτε ακόμα:

Φασιστική μπόχα Κροατίας στο πραξικόπημα κατά του Μοράλες στη Βολιβία

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: