Την απαγόρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος ετοιμάζει η κυβέρνηση της Πολωνίας
Στο σκεπτικό της προτεινόμενης απαγόρευσης αναφέρεται ως αιτιολογία πως το ΚΚ Πολωνίας “υποδαυλίζει την επανάσταση” στο καταστατικό του, και χρησιμοποιεί “ολοκληρωτικές και κομμουνιστικές μεθόδους”.
Στην αντεπίθεση περνά η δεξιά κυβέρνηση του Αντρέι Ντούντα, μετά την αναγκαστική υποχώρησή της στο θέμα της απαγόρευσης σχεδόν όλων των αμβλώσεων, υπό το βάρος των πολυήμερων πάνδημων κινητοποιήσεων σε ολόκληρη την Πολωνία. Στο στόχαστρό της βρίσκονται για άλλη μια φορά οι Πολωνοί κομμουνιστές, που ήδη αντιμετωπίζουν το φάσμα διαρκών διώξεων και περιορισμό στη δραστηριότητά τους στα χρόνια που ακολούθησαν τις ανατροπές του 1989.
Πιο συγκεκριμένα, ο γενικός εισαγγελέας καθώς και ο υπουργός δικαιοσύνης Ζμπίγκνιεφ Ζιόμπρο, ο ίδιος άνθρωπος δηλαδή που προσπάθησε να επιβάλλει τον αυταρχικό και μισογύνικο νόμο για τις αμβλώσεις, εισηγήθηκαν στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας, το ίδιο δηλαδή που έβγαλε τη διαβόητη απόφαση για τις αμβλώσεις, να βγάλει παράνομο το ΚΚ και τη δράση του ως ασύμβατη προς τον καταστατικό χάρτη της Πολωνίας.
Στο σκεπτικό της προτεινόμενης απαγόρευσης αναφέρεται ως αιτιολογία πως το ΚΚ Πολωνίας “υποδαυλίζει την επανάσταση” στο καταστατικό του, και χρησιμοποιεί “ολοκληρωτικές και κομμουνιστικές μεθόδους”. Προσθέτει ακόμα πως τα μέλη του κόμματος “καλούν ανοιχτά σε επανάσταση, εμπνευσμένη από την Οχτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία, μετά την οποία οι μπολσεβίκοι πήραν την εξουσία”, κι ότι στοχεύει “να φέρει σε πέρας εθνικοποιήσεις και κολλεκτιβοποιήσεις με βίαιο τρόπο”. Η προηγούμενη απόπειρα ποινικοποίησης του κόμματος έπεσε στο κενό το 2015, καθώς οι δικαστές έκριναν πως ναι μεν είναι αδίκημα “η διάδοση ενός ολοκληρωτικού συστήματος” αλλά όχι της “κομμουνιστικής ιδεολογίας αυτής καθεαυτής”.
Το σημερινό Κομμουνιστικό Κόμμα Πολωνίας ιδρύθηκε το 2002 και αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως διάδοχο του ιστορικού ΚΚ Πολωνίας που ιδρύθηκε το 1918 και έδρασε ως το 1938, δίνοντας τη θέση του 1942 στο Εργατικό Κόμμα Πολωνίας και στη συνέχεια το Ενιαίο Εργατικό Κόμμα Πολωνίας που είχε και τη διακυβέρνηση της χώρας την περίοδο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Στην Πολωνία ισχύει η πολιτική της “αποκομμουνιστικοποίησης”, δηλαδή της προσπάθειας απάλειψης κάθε ιστορικού ίχνους της σοσιαλιστικής περιόδου, στην οποία από το 2017 προστέθηκαν και τα σοβιετικά μνημεία που μνημονεύουν τον αγώνα κατά των ναζί. Επιπλέον, οι αρχές το 2009 προσπάθησαν να απαγορεύσουν “φασιστικά, κομμουνιστικά και άλλα ολοκληρωτικά σύμβολα” πλην όσων χρησιμοποιούνται για “καλλιτεχνικούς, εκπαιδευτικούς, συλλεκτικούς ή ακαδημαϊκούς σκοπούς”, απόφαση που κρίθηκε ενάντια στην ελευθερία της έκφρασης από το Συνταγματικό Δικαστήριο το 2011.
Οι Πολωνοί κομμουνιστές βρίσκονται επίσης συχνά αντιμέτωποι με δικαστικές διώξεις, με χαρακτηριστικότερο το παράδειγμα της συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας “Brzask”, που μετά από συνεχείς δίκες καταδικάστηκαν τελικά τον περασμένο Οκτώβρη από το Ανώτατο Επαρχιακό Δικαστήριο του Κατοβίτσε σε διετή φυλάκιση με αναστολή και πρόστιμα.