Χωρίς όρια η απάτη των εξαγγελιών Τσίπρα για το Ασφαλιστικό των επιστημόνων
Ακόμα μια φορά, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ προκαλεί τη νοημοσύνη των αυτοαπασχολούμενων και των μισθωτών – αμειβομένων με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών επιστημόνων, εξαγγέλλοντας «ελαφρύνσεις» στις αβάστακτες ασφαλιστικές εισφορές.
Για μια ακόμα φορά, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ συνεχίζει να προκαλεί τη νοημοσύνη των αυτοαπασχολούμενων και των μισθωτών – αμειβομένων με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών επιστημόνων. Αυτήν τη φορά, με τις πρόσφατες πρωθυπουργικές εξαγγελίες από το βήμα της ΔΕΘ, όπου ανακοίνωσε, για μια ακόμα φορά, πως προχωρά, τάχα, σε «ελαφρύνσεις» στις αβάστακτες ασφαλιστικές εισφορές.
Πρόκειται πραγματικά για πρόκληση από πλευράς της κυβέρνησης. Η ανακοίνωση για τις τάχα μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών έρχεται σχεδόν 2 χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου – «λαιμητόμου» Κατρούγκαλου για το Ασφαλιστικό και ενώ δεν έχει καν ολοκληρωθεί η εφαρμογή του συνόλου των αντιασφαλιστικών ρυθμίσεων. Στην πραγματικότητα, κόντρα στις προπαγανδιστικές εξαγγελίες της κυβέρνησης, οι εργαζόμενοι επιστήμονες όχι απλά δεν θα δουν τις γενναίες μειώσεις που ακούν, αλλά, ορισμένες κατηγορίες θα δουν ακόμα και αυξήσεις την επόμενη χρονιά.
Ενα παράδειγμα μπορεί να δείξει τον χαρακτήρα πρόκλησης που έχουν οι κυβερνητικές εξαγγελίες. Οι ρυθμίσεις για ένα μέσο εισόδημα διατηρούν σταθερή την επιβάρυνση για το 2019, ενώ το ασφαλιστικό χαράτσι εκτοξεύεται μετά το 2020. Ενδεικτικά για έναν αυτοαπασχολούμενο μηχανικό, που για χάρη του παραδείγματός μας διατηρεί κάθε χρονιά το καθαρό του εισόδημα σταθερά στα 14.000 ευρώ, το χαράτσι του Ασφαλιστικού διαμορφώνεται: Το 2017 κοντά στα 2.950 ευρώ, το 2018 κοντά στα 3.015 ευρώ, το 2019 κοντά στα 3.360 ευρώ και το 2021 σε πάνω από 4.400 ευρώ.
Παράλληλα, αποτελεί τουλάχιστον κοροϊδία να ξεστομίζει η κυβέρνηση πως «επιδιορθώνει αδικίες», την ώρα που η φοροαφαίμαξη διαλύει τα εισοδήματα, η «απελευθέρωση» παραδίδει την αγορά στους μεγάλους ομίλους, οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας είναι ανύπαρκτες, οδηγώντας σε ραγδαία επιδείνωση των όρων εργασίας, οι μισθωτοί αμείβονται με μισθούς πείνας. Μεγάλο μέρος των αυτοαπασχολούμενων επιστημόνων έχουν χρέη στα ασφαλιστικά ταμεία, με τον ίδιο τον πρόεδρο του ΤΕΕ, Γ. Στασινό, να δηλώνει πως σχεδόν 8 στους 10 αυτοαπασχολούμενους μηχανικούς είναι ανασφάλιστοι και απειλούνται τώρα απ’ τις ηλεκτρονικές κατασχέσεις που ετοιμάζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Η ευφυής κυβερνητική προπαγάνδα
Η κυβέρνηση, για το 2019, ανακοίνωσε με πανηγυρικό τρόπο τη μείωση της ασφαλιστικής εισφοράς για κύρια σύνταξη στο 13,3% από 20% επί του εισοδήματος, που είναι μέχρι σήμερα, και επιβολή πάγιας μηνιαίας εισφοράς των 64,5 ευρώ για τους κλάδους επικουρικού και εφάπαξ αντί του αθροίσματος 11% επί του εισοδήματος, που έχει θεσπίσει από το Γενάρη του 2017.
Τόσο η κυβέρνηση όσο και μια σειρά από Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης που έχουν αναλάβει εργολαβικά τη στήριξή της, έσπευσαν να αναδείξουν πόσο μεγάλες είναι οι μειώσεις των εισφορών και μέσα στο κλίμα επικοινωνιακής επίθεσης που έχουν εξαπολύσει, να πείσουν ότι ξεκινάει να μοιράζει «ελαφρύνσεις» και ότι κάθε κοινωνική κατηγορία έχει κάτι να περιμένει από τη «δίκαιη ανάπτυξη» των «μεταμνημονιακών» μνημονίων διαρκείας.
Ποια προπαγάνδα χρησιμοποιούν; Να συγκρίνουν τις εισφορές του 2019 με τις εισφορές που θα προέκυπταν αν επιβάλλονταν ολόκληρες οι αυξήσεις στις εισφορές που είχε σχεδιάσει η κυβέρνηση από πριν. Με απλά λόγια, η βάση σύγκρισης είναι η κατάσταση που ΘΑ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΤΑΝ αν οι εισφορές αυξάνονταν με τον τρόπο που επεδίωκε η κυβέρνηση, αλλά που δεν της βγαίνει γιατί ως γνωστόν «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος…». Ουσιαστικά, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στο πλαίσιο του ρεαλισμού που τη διακρίνει, διαπίστωσε πως είναι αδύνατο να εισπράξει αυτά που είχε προγραμματίσει, αναπροσαρμόζει λίγο το πρόσθετο χαράτσι για το 2019 και αυτό τολμά, έχει το θράσος να το αποκαλεί μείωση των εισφορών…
Οι κρυφές αυξήσεις πίσω απ’ τις «μειώσεις»
Η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική αν συγκρίνει κανείς τις εισφορές του 2018 με τις εισφορές του 2019…
Πιο συγκεκριμένα:
— Για το 2018 ήδη μισθωτοί και αυτοαπασχολούμενοι επιστήμονες καλούνται να πληρώσουν αυξημένες εισφορές σε σχέση με το 2017. Οι ασφαλιστικές εισφορές του 2018 υπολογίζονται ως ποσοστό του συνολικού εισοδήματος του 2017, στο οποίο αθροίζονται το καθαρό εισόδημα και οι ασφαλιστικές εισφορές του 2017, οδηγώντας σε αύξηση της βάσης υπολογισμού και άρα των εισφορών. Για το 2018, το συνολικό εισόδημα υπολογίζεται έως το 85% του ανωτέρω αθροίσματος. Για 2019, η βάση υπολογισμού των εισφορών της νέας χρονιάς αυξάνεται, δηλαδή από το 85% στο 100% (αύξηση πάνω από 15%), οδηγώντας σε αύξηση των εισφορών που υπερβαίνει το 15%, αν ο συντελεστής παρέμενε ίδιος. Αυτή η αύξηση αφορά το σύνολο των αυτοαπασχολούμενων και των μισθωτών με ΔΠΥ. Ετσι, η όποια μείωση του συντελεστή των εισφορών, απ’ το 20% στο 13,3%, αναιρείται σε μεγάλο βαθμό απ’ την αύξηση κατά 15% λόγω αυτής της αναπροσαρμογής.
— Παράλληλα, οι αυτοαπασχολούμενοι και μισθωτοί με μπλοκάκι μηχανικοί και άλλες κατηγορίες επιστημόνων δεν καταβάλλουν το 2018 καμιά εισφορά για επικουρικό και εφάπαξ (που με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου ανέρχονται στο 11% του εισοδήματός τους – 7% για επικουρικό και 4% για εφάπαξ). Η επιβολή των 775 επιπλέον ευρώ ετησίως επιπρόσθετων ασφαλιστικών εισφορών οδηγεί τελικά σε αύξηση των εισφορών του 2019 σε σχέση με το 2018. Πέραν αυτού, η κυβέρνηση ήδη ανακοίνωσε πως θα καταλογίσει αναδρομικά αυτές τις εισφορές για τα έτη 2017-2018, προσθέτοντας ένα ακόμα δυσβάστακτο βάρος στις πλάτες των εργαζομένων.
— Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, καταργούνται οι μεταβατικές εκπτώσεις (για το ποσό του εισοδήματος που υπερβαίνει τις 7.000 ευρώ) στις εισφορές ΕΦΚΑ που θέσπισε ο νόμος Κατρούγκαλου, οδηγώντας σε αυξήσεις που μεσοσταθμικά ανέρχονται στο περίπου 27% για ένα μέσο εισόδημα.
— Ειδικά για τους μηχανικούς, η κυβέρνηση ζητά να εισπράξει αναδρομικά τις αυξήσεις που έφερε η προηγούμενη αναθεώρηση του ασφαλιστικού συστήματος.
— Οι κυβερνητικές εξαγγελίες ντροπής δεν «αγγίζουν» καθόλου άνεργους ή υποαπασχολούμενους, με εισοδήματα μέχρι 7.000 ευρώ, που καλούνται να πληρώνουν 2.800 ευρώ το χρόνο για να έχουν υγειονομική κάλυψη και δικαίωμα σε μια σύνταξη – «επίδομα πτωχοκομείου», που αποτελούν σήμερα την πλειοψηφία.
Η κυβερνητική πρόκληση «χτυπάει κόκκινο» εάν αναλογιστούμε ότι όποια προσωρινή, μεσοπρόθεσμη ή μόνιμη «ελάφρυνση» τελικά χρεώνεται στις πλάτες του ίδιου του ασφαλισμένου. Μετατρέπεται σε απώλεια δικαιώματος από τη μελλοντική σύνταξη (κύρια ή επικουρική) και το εφάπαξ. Οι δηλώσεις της υπουργού ήταν αποκαλυπτικές. Οποιος θέλει παραπάνω σύνταξη, ας πληρώσει μεγαλύτερα ποσά για επικουρικό και εφάπαξ… Η ανταποδοτικότητα στο απόγειό της…
Δέκα σου παίρνει, ένα σου δίνει… ποιος θα το πει αυτό δικαιοσύνη;
Η κυβέρνηση «παίζει» με την υπομονή μας. Προσπαθεί να εξαπατήσει με τη γνωστή, από το σχετικό ανέκδοτο, τακτική του Χότζα με το υποζύγιο… Απειλεί να προσθέσει 100 επιπλέον κιλά πάνω στο υπερφορτωμένο υποζύγιο, και αν δεν προσθέσει τίποτα ή αν προσθέσει «μόνο» 50, το υποζύγιο νιώθει «ανακούφιση».
Το Ασφαλιστικό Πινοσέτ: Είναι ο νόμος Κατρούγκαλου
Η τεχνητή πόλωση που έχουν ξεκινήσει τα δύο κύρια αστικά κόμματα ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ περί του Ασφαλιστικού, επιχειρεί να συγκαλύψει την ουσιαστική συμφωνία τους στην κεντρική πολιτική κατεύθυνση θωράκισης της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, που προϋποθέτει την απαλλαγή εργοδοτών και αστικού κράτους από το «βάρος» της Ασφάλισης και την πλήρη εφαρμογή της ανταποδοτικότητας στο Ασφαλιστικό. Δεν υπάρχει «σωτηρία» των εργαζομένων εντός του αντιασφαλιστικού πλαισίου της ανταποδοτικότητας στην Κοινωνική Ασφάλιση. Ανταποδοτικότητα σημαίνει αύξηση εισφορών του εργαζόμενου και μείωση συντάξεων και δικαιωμάτων σε Υγεία – Πρόνοια, όποιος κι αν είναι ο κυβερνητικός «χειριστής» του αντιλαϊκού οδοστρωτήρα.
Αυτό επιβάλλει η αρχή της ανταποδοτικότητας, που ήδη εφαρμόζει πλήρως ο ΣΥΡΙΖΑ με τον νόμο Κατρούγκαλου: Το σχηματισμό «ατομικού λογαριασμού ασφάλισης», όπου σε έναν κουμπαρά ο ασφαλισμένος συλλέγει διά βίου τις εισφορές του, προκειμένου να εξασφαλίσει μια πενιχρή σύνταξη με ένα ισχνό ποσοστό αναπλήρωσης, που ανέρχεται σε περίπου 40% του συνόλου των εισφορών που έχει καταβάλει στο σύνολο του εργασιακού του βίου. Είτε με ΣΥΡΙΖΑ είτε με ΝΔ, σπρώχνονται όσοι ασφαλισμένοι έχουν ακόμα τη δυνατότητα να πληρώσουν, στο ιδιωτικό «κεφαλαιοποιητικό» σύστημα Ασφάλισης, για να εξασφαλίσουν ικανοποιητική σύνταξη, ενώ οι υπόλοιποι καταδικάζονται στη σύνταξη πτωχοκομείου.
Το Ασφαλιστικό μια μόνο πλευρά της επίθεσης
Παράλληλα, ο ισχυρισμός περί απόδοσης «δικαιοσύνης» δεν καταρρίπτεται, αν αναλογιστεί κανείς πως οι «μειώσεις» είναι σε ορισμένες κατηγορίες αυξήσεις και γενικά πολύ μικρότερες απ’ όσο διαφημίζονται.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς την πολυδιάστατη επίθεση που βιώνουν οι εργαζόμενοι επιστήμονες.
Απ’ την προώθηση της λεγόμενης απελευθέρωσης μέχρι τη φοροαφαίμαξη και την επίθεση στα εργασιακά και μισθολογικά δικαιώματα, η κυβερνητική επίθεση κλιμακώνεται με κοινή στόχευση τη διασφάλιση της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων.
— Η απελευθέρωση που προωθείται επιθετικά με την προώθηση των εξετάσεων, των πιστοποιήσεων και της αλλαγής στα επαγγελματικά επιμελητήρια, στοχεύει στο να επιταχύνει τη συγκέντρωση της «πίτας» στους μεγάλους ομίλους. Ο αυτοτελώς εργαζόμενος αδυνατεί σταδιακά – λόγω νομοθετικής απαγόρευσης – να «ασκεί το επάγγελμα» και ο μεγάλος όμιλος κερδίζει αποφασιστικό πλεονέκτημα.
— Οι αλλαγές στη φορολογία, η κατάργηση της έκπτωσης, το υψηλό τέλος επιτηδεύματος και δίπλα σ’ αυτό οι τεράστιες ασφαλιστικές εισφορές απομυζούν το μεγαλύτερο κομμάτι των εσόδων, φτάνοντας μέχρι και το 60%. Η διασφάλιση ενός αξιοπρεπούς εισοδήματος γίνεται «όνειρο θερινής νυχτός» και η σταδιακή εγκατάλειψη του «επαγγέλματος» απ’ τους αυτοαπασχολούμενους, απ’ τη μια, αφήνουν χώρο στο μεγάλο κεφάλαιο, απ’ την άλλη, αυξάνουν τους ανέργους που δέχονται να εργαστούν με ακόμα μικρότερους μισθούς.
— Η εργασία με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών, που συγκαλύπτει μια πραγματική μισθωτή σχέση, καταργεί ακόμα και τα τυπικά δικαιώματα του μισθωτού, όπως άδειες, την προστασία από απολύσεις κ.ά. και αποτελεί έναν απ’ τους κεντρικούς μηχανισμούς με τους οποίους προχωρά η «ελαστικοποίηση» της αγοράς εργασίας. Είναι άλλωστε και ένα άλλο επίτευγμα της «μεταρρύθμισης» ΣΥΡΙΖΑ στο Ασφαλιστικό μέσω του νόμου Κατρούγκαλου, ότι «νομιμοποίησε» οριστικά την εργασία με το «μπλοκάκι», οι εργοδότες αρνήθηκαν να αναλάβουν τη συμμετοχή τους (21% του μισθού) στην Ασφάλιση και μετακύλησαν στις πλάτες του εργαζόμενου την εργοδοτική εισφορά.
— Η έλλειψη Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, λόγω του αντεργατικού νομοθετικού πλαισίου, έχει οδηγήσει και τους μισθούς σε μια δραστική μείωση την τελευταία περίοδο.
Η επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων αφορά τελικά όλους τους κλάδους και όλα τα μέτωπα. Η ανάγκη του κεφαλαίου για φτηνή εργατική δύναμη και για νέα πεδία κερδοφορίας δίνει τον τόνο.
Αντεπίθεση του κινήματος για την οριστική ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής
Η «μεταμνημονιακή Ελλάδα» της «δίκαιης ανάπτυξης» του ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν περιλαμβάνει ανάκτηση των απωλειών και ανακούφιση για τον εργαζόμενο λαό, αλλά προϋποθέτει νέα κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης με τα «μεταμνημονιακά» μνημόνια επιτήρησης της ΕΕ. Μονόδρομος είναι η οργάνωση της πάλης με συγκέντρωση νέων δυνάμεων και πολλαπλασιασμό των εστιών αντίστασης απέναντι στην πολιτική του κεφαλαίου. Με αιχμή την κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου, πρέπει να τεθεί ξανά το θέμα του Ασφαλιστικού σε όλα τα ΔΣ και τις Γενικές Συνελεύσεις των επιστημονικών συλλόγων. Ο συντονισμός της πάλης των μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων επιστημόνων, με το ζωντανό αγωνιστικό κομμάτι του κινήματος που θέτει στο στόχαστρο τον πραγματικό αντίπαλο, τους μονοπωλιακούς ομίλους, το κράτος τους, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ που τους στηρίζει, με τον ταξικό πόλο του εργατικού κινήματος, με τα ταξικά σωματεία και τις Επιτροπές Αγώνα, με το ΠΑΜΕ και την ΠΑΣΕΒΕ.
Του Ηλία Τσιμπουκάκη, μέλους του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ
Πηγή: Ριζοσπάστης