Επίκαιρη Ερώτηση του ΚΚΕ για τη ΛΑΡΚΟ: Να συνεχιστεί η λειτουργία της και να αναπτυχθεί η παραγωγή της, με διασφάλιση όλων των θέσεων εργασίας
Η κυβέρνηση της ΝΔ, πατώντας στο έδαφος που έστρωσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, εξετάζει τα σενάρια της πτώχευσης, της εκκαθάρισης εν λειτουργία και της ιδιωτικοποίησης, ακόμα και το κλείσιμο της επιχείρησης. Κάθε σενάριο από αυτά είναι απαράδεκτο και έχει προκαλέσει την οργή των εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ και της περιοχής.
Επίκαιρη Ερώτηση για τη ΛΑΡΚΟ κατέθεσε στη Βουλή προς τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας ο Γιώργος Μαρίνος μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και βουλευτής. Αναμένεται να συζητηθεί την Παρασκευή 7 Φλεβάρη:
«Όπως γνωρίζετε, η χώρα μας έχει στο υπέδαφός της το 90% των συνολικών κοιτασμάτων νικελίου της Ευρώπης και η ΛΑΡΚΟ είναι η μοναδική επιχείρηση στην ΕΕ συνεχούς πυράς που παράγει σιδηρονικέλιο μέσα από την επεξεργασία δικών της εγχώριων μεταλλευμάτων. Καλύπτει το 6% των αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το 3% των παγκόσμιων αναγκών. Η παραγωγή της δίνεται ως πρώτη ύλη σε μεγάλα ευρωπαϊκά μονοπώλια παραγωγής ανοξείδωτου χάλυβα, προϊόν πολλαπλάσιας υπεραξίας. Από το προϊόν που πουλά η ΛΑΡΚΟ (σιδηρονικέλιο) πληρώνεται μόνο για το νικέλιο (18-23% του συνολικού τελικού προϊόντος). Το σίδερο και το κοβάλτιο (το υπόλοιπο 77-82% του συνολικού τελικού προϊόντος) δεν πληρώνονται από τους πελάτες της.
Η χώρα μας έχει στο υπέδαφός της κοιτάσματα χρωμίου, όπου μαζί με το νικέλιο δημιουργούν τον ανοξείδωτο χάλυβα, ο οποίος τώρα εισάγεται. Από το 1982 έχει πραγματοποιηθεί πειραματικά, με επιτυχία, στη ΛΑΡΚΟ παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί στην εγχώρια βιομηχανία και την κάλυψη αναγκών της παραγωγής της χώρας.
Με διαχρονική ευθύνη όλων των κυβερνήσεων, όχι μόνο δεν αξιοποιήθηκαν οι μεγάλες δυνατότητες της επιχείρησης, αλλά οι αντιλαϊκές πολιτικές που εφαρμόστηκαν έπληξαν τη ΛΑΡΚΟ και οδήγησαν στον οικονομικό στραγγαλισμό της που εκδηλώνεται ακόμα και με καθυστέρηση της μισθοδοσίας, της καταβολής των δεδουλευμένων. Η ανάπτυξη που προβάλλεται από τις Κυβερνήσεις είναι για τους λίγους, για τα μεγάλα συμφέροντα και κατά των εργαζομένων.
Η ίδια αυτή αντιλαϊκή πολιτική ευθύνεται για την έλλειψη των αναγκαίων μέτρων προστασίας της υγείας, της ασφάλειας και της ζωής των εργαζομένων. Μόνο το τελευταίο εξάμηνο υπάρχουν δύο θανατηφόρα εργατικά “ατυχήματα” και δεκάδες συμβάντα και από τύχη δεν έχουμε θρηνήσει περισσότερα θύματα. Οι εργαζόμενοι εργάζονται σε σκληρές, ανθυγιεινές και επικίνδυνες συνθήκες και είναι προκλητική η προσπάθεια συκοφάντησής τους και σκόπιμης ενοχοποίησης των δικαιωμάτων τους.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, πατώντας στο έδαφος που έστρωσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, εξετάζει τα σενάρια της πτώχευσης, της εκκαθάρισης εν λειτουργία και της ιδιωτικοποίησης, ακόμα και το κλείσιμο της επιχείρησης. Κάθε σενάριο από αυτά είναι απαράδεκτο και έχει προκαλέσει την οργή των εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ και της περιοχής, οι οποίοι καταγγέλλουν την οικονομική δολιοφθορά της κυβέρνησης που δεν αποδεσμεύει χρήματα της ΛΑΡΚΟ και έτσι σταματά σταδιακά, λόγω έλλειψης ρευστότητας, πρώτων υλών και ανταλλακτικών, την παραγωγή και τη λειτουργία, οδηγεί σκόπιμα την επιχείρηση στο κλείσιμο.
Οι αιτιολογίες για την απαγόρευση της χρηματοδότησης της ΛΑΡΚΟ είναι τουλάχιστον προσχηματικές, τη στιγμή που το Δεκέμβριο του 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την κρατική χρηματοδότηση από 7 κράτη-μέλη της ύψους 3,2 δισ. ευρώ σε κοινοπραξία 17 επιχειρήσεων, για να τη στηρίξει στην κούρσα του ανταγωνισμού. Άλλωστε, είναι γεγονός πως με τους αποκαλούμενους αναπτυξιακούς νόμους, με χρηματοδοτήσεις και πλήθος φοροαπαλλαγές, όλες οι κυβερνήσεις διαθέτουν δισεκατομμύρια ευρώ στους μονοπωλιακούς ομίλους.
Ερωτάται ο κ. υπουργός, τι μέτρα θα λάβει η κυβέρνηση ώστε:
• Η ΛΑΡΚΟ να χρηματοδοτηθεί από κράτος, ώστε να συνεχιστεί η λειτουργία της, να αναπτυχθεί η παραγωγή της και να ληφθούν άμεσα μέτρα εφαρμογής του Κανονισμού Μεταλλευτικών και Λατομικών Επιχειρήσεων (ΚΜΛΕ) για τη διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος και την ασφάλεια στην εργασία.
• Να καταργηθούν οι εργολαβίες, να μονιμοποιηθούν οι εργαζόμενοι, να καλυφθεί το οργανόγραμμα λειτουργίας της επιχείρησης και να υπογραφεί η συμφωνημένη Συλλογική Σύμβαση με την προηγούμενη διοίκηση, να διασφαλιστεί η μισθοδοσία και τα δικαιώματα των εργαζομένων».