Λούντβιχ Βιτγκενστάιν: Η απολυτοποίηση της γλώσσας και η θεμελιώδης αντίθεση προς το μαρξισμό
Το συνειδητά αντιφατικό περιεχόμενο και το απροσπέλαστο ύφος του φιλοσόφου διευκόλυναν πολλαπλές, όχι απαραίτητα συμβατές μεταξύ τους αναγνώσεις του φιλοσοφικού του έργου.
Σαν σήμερα το 1951 έφυγε από τη ζωή ένας από τους πιο επιδραστικούς φιλοσόφους του 20ου αιώνα, ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν. Θεωρήθηκε ένας από τους βασικούς εκπροσώπους της λεγόμενης “γλωσσικής στροφής” , η οποία στο πεδίο της φιλοσοφίας εκφράστηκε με τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από την κριτική της γνώσης στην κριτική της γλώσσας. Τα βασικά του έργα, το Τractatus logico-philosophicus ( Λογικο-Φιλοσοφική Πραγματεία, το μόνο που δημοσίευσε όντας εν ζωή το 1921, με το μεγαλύτερο μέρος του να έχει γραφτεί όσο ακόμα υπηρετούσε στον αυστροουγγρικό στρατό κατά τα διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου), καθώς οι Φιλοσοφικές Έρευνες που δημοσιεύτηκαν το 1953 θεωρούνται αφετηριακά έργα για διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα, κυρίως του νεοθετικισμού και της αναλυτικής φιλοσοφίας της γλώσσας. Το συνειδητά αντιφατικό περιεχόμενο και το απροσπέλαστο ύφος του φιλοσόφου διευκόλυναν πολλαπλές, όχι απαραίτητα συμβατές μεταξύ τους αναγνώσεις του φιλοσοφικού του έργου.
Στο διασημότερο έργο του, το Tractatus, η γλώσσα χαρακτηρίζεται ως απεικόνιση και απολυτοποιείται σε βαθμό να καταλήγει “γλωσσολογισμός”. Με βάση αυτή την αντίληψη, όλα τα φιλοσοφικά προβλήματα στη ρίζα τους αποτελούν γλωσσικά προβλήματα. Η γλωσσολογική σύγχυση, δηλαδή οι παρανοήσεις της γλώσσας, αλλά και η επιδίωξη αποτύπωσης του Γενικού και του Συνολικού (με κεφαλαία γιατί εδώ νοούνται ως αφηρημένες έννοιες) είναι αυτά που παράγουν τα ίδια τα φιλοσοφικά προβλήματα, ή μάλλον, σύμφωνα με αυτή την θεώρηση που θεωρεί κλειδί τον γλωσσικό χειρισμό των εννοιών μάλλον, παρά τις έννοιες αυτές καθεαυτές, “ψευδοπροβλήματα”.Η συνεισφορά του δηλαδή έγκειται στη μεγάλη προσοχή που έδωσε σε θέματα σημειωτικής και σύνταξης, δηλαδή γλωσσικής ανάλυσης, χωρίς την οποία η κατανόηση επιστημονικών λειτουργιών αλλά και η αποφυγή παρανοήσεων λόγω κακής χρήσης των γλωσσικών συμβόλων καθίστανται αδύνατα.
Δεν αποφεύγει ωστόσο το σκόπελο της “θεοποίησης” του γλωσσικού φαινομένου, κάτι που από κοινού ήδη οι Μαρξ και Ένγκελς είχαν επισημάνει ως κίνδυνο απαντώντας στο Στίρνερ, μέσω της “Γερμανικής Ιδεολογίας”. Υπογραμμίζουν δηλαδή ότι είναι από τα δυσκολότερα προβλήματα ενός φιλοσόφου, να κατέλθει από τον κόσμο της σκέψης στον πραγματικό κόσμο. Η μαρξιστική ανάλυση της σχέσης γλώσσας, σκέψης και συνείδησης οδηγεί στο αποτέλεσμα πως η σκέψη είναι συνιστώσα της συνείδησης, που βρίσκεται σε διαλεκτική σύνδεση με τις άλλες συνειδησιακές συνιστώσες. Η συνείδηση, η οποία στο γλωσσικό επίπεδο βρίσκει την έκφραση της κυρίως μέσω της νοηματοδότησης των λέξεων, έχει να κάνει με το αντιληπτικό-ορθολογικό στοιχείο της αντανάκλασης (της πραγματικότητας) , με το στοιχείο του αξιολογούντος, του συναισθανόμενου και του βουλόμενου υποκειμένου. Αυτά τα βασικά κοσμοθεωρητικά στοιχεία της αλληλεπίδρασης γλώσσας, σκέψης, συναισθημάτων μεταξύ τους και με την πραγματικότητα είναι αυτό που λείπει , όχι μόνο από το Βιτγκενστάιν, αλλά από όλες τις σύγχρονες αστικές θεωρήσεις περί γλώσσας, παρά τα επιμέρους ορθά ή έστω ενδιαφέροντα προς προβληματισμό πορίσματα τους.
Επιστρέφοντας στο ίδιο το έργο του φιλοσόφου, η υπερτίμηση της σημασίας της γλωσσικής ανάλυσης, οδηγεί τον Βιτγκενστάιν στην προσπάθεια δημιουργίας μιας “Σημειωτικής γλώσσας”, βασισμένης σε τέλειους κανόνες λογικής, σε μια ορθολογική σύνταξη. Προσοχή, αυτό δε σημαίνει πως ο φιλόσοφος ενδιαφέρεται για το βαθμό αλήθειας ή ψεύδους μιας πρότασης, αλλά μόνο για το αν είναι ορθολογική, δηλαδή αν βγάζει νόημα ή αν αντιθέτως σπέρνει συγχύσεις και παρανοήσεις. Η αλληλεπίδρασης γλώσσας και πραγματικότητας νοείται από το Βιτγκενστάιν ως εξής: Ο άνθρωπος σχηματίζει εικόνες για τα πράγματα στο μυαλό του. Αυτές οι εικόνες είναι το πρότυπο πάνω στο οποίο μορφοποιείται η πραγματικότητα. Οι εικόνες αυτές αντιπροσωπεύουν το πώς έχουν τα πράγματα στο λογικό πλαίσιο, το αν υφίστανται ή δεν υφίστανται αντικειμενικά κάποιες καταστάσεις, ανεξάρτητα από το βαθμό ορθότητάς τους. Από αυτή την άποψη λοιπόν, η σκέψη του Βιτγκενστάιν για τη σχέση γλώσσας και πραγματικότητας έχει ορθολογικά στοιχεία, ωστόσο η λογική ισομορφία που προτείνει ο Βιτγκενστάιν μεταξύ “Εικόνας” και “Πραγματικότητας”, στενεύει κατά πολύ τα όρια, και ουσιαστικά παραμορφώνει αυτή τη σχέση, καθιστώντας την θεμελιωδώς αντικείμενη σε μια μαρξιστική ερμηνεία της γλώσσας και του κόσμου γενικότερα.
Από τις πιο αινιγματικές κατακλείδες φιλοσοφικού έργου στην ιστορία, η τελευταία ρήση του Tractatus “Για όσα δεν μπορεί να μιλά κανείς θα πρέπει να σωπαίνει”, έχει ερμηνευτεί ως η επιτομή της διάκρισης-που διατρέχει το σύνολο του έργου- μεταξύ λέγειν (sagen) δηλαδή ό,τι λέγεται με αναφορά στα γεγονότα του κόσμου και δεικνύναι (zeigen), δηλαδή αυτού που δείχνεται και δεν έχει αναφορά στα γεγονότα του κόσμου, αρά δε μπορεί να νοηθεί (α-νοησία), ούτε να ειπωθεί, κάτι που καθιστά το Άρρητο ως το σημαντικότερο στοιχείο της ζωής. Πιθανόν δηλαδή ο Βιτγκενστάιν με την τελευταία του πρόταση να καταδεικνύει το σκοπό της πραγματείας του, δηλαδή του ότι δεν είπε κάτι πέραν της ίδιας του της σιωπής.
Στις Φιλοσοφικές Έρευνες, τα πράγματα περιπλέκονται περισσότερο, ενώ εισάγεται και η νέα, πολυσυζητημένη έννοια των “γλωσσικών παιχνιδιών”.Σε αυτό το έργο το ερώτημα της αντιμετώπισης των τρόπων εμφάνισης και των διαδικασιών της αντικειμενικής πραγματικότητας από το άτομο και η συνδεόμενη αναγκαστικά με αυτήν γλωσσική επικοινωνία, ή πιο απλά, η σχέση γλώσσας και πραγματικότητας από γνωσιολογικής σκοπιάς, δεν τίθεται καθόλου. Σε αντίθεση δηλαδή με τη θεωρία του Tractatus όπου η γλώσσα νοείται ως απεικόνιση, εδώ η γλώσσα δεν απεικονίζει γεγονότα, απλώς υπηρετεί την περαίωση διαφόρων αποστολών. Φέρνει ο ίδιος κάποια παραδείγματα, λέγοντας ότι θα μπορούσαμε να φανταστούμε μια γλώσσα που αποτελείται μόνο από διαταγές και ανακοινώσεις σε πολεμική μάχη, μια γλώσσα αποτελούμενη μόνο από ερωτήσεις και από εκφράσεις κατάφασης ή άρνησης. Το να συλλάβει κανείς στη σκέψη του μια γλώσσα, σημαίνει να συλλαμβάνει μια ορισμένη μορφή ζωής (Lebensform) .
Εδώ η σύνδεση του με ρεύματα σκέψης που θεωρούν τη γλώσσα μορφή (κι όχι απλώς έκφραση) πολιτισμού και σκέψης είναι εμφανής, εξού και συχνά ο όψιμος Βιτγκενστάιν συνδέεται με εκπροσώπους του μεταμοντέρνου, κυρίως το Λυοτάρ και το Φουκώ (ο οποίος ωστόσο να σημειωθεί ότι δεν αποδέχονταν την ένταξη του στον μεταμοντερνισμό). O γλαφυρός γερμανικός όρος “Zerzettelung”, δηλαδή η αποδόμηση αυτών που νοούνται ως γραμμικά συστήματα σκέψης από τον Βιτκγκενστάιν, έχει συσχετιστεί επίσης με την αποδόμηση όπως την καθιέρωσε ως όρο ο Ντεριντά, που ωστόσο αναγνωρίζει ως προδρομό του το Χάιντεγκερ, κι όχι το Βιτγκενστάιν.
Κλείνουμε με ένα απόσπασμα από τον πρόλογο του Tractatus, που καταδεικνύει ότι η πλήρως συγγνωστή από πλευράς του Βιτγκενστάιν απουσία συνοχής στο έργο του δεν ήταν προειλημμένη απόφαση, αλλά αποτέλεσμα ματαιωμένων προσπαθειών προς την κατεύθυνση της συγκρότησης μιας ενιαίας φιλοσοφικής θεωρίας:
“Μετά από ορισμένες αποτυχημένες προσπάθειες, να συγκολλήσω τα πορίσματα μου σε ένα τέτοιο Όλον, αντιλήφθηκα πως δε θα το πετύχαινα ποτέ, ότι το καλύτερο που θα μπορούσα να γράψω, θα παρέμεναν πάντα μόνο φιλοσοφικές παρατηρήσεις, ότι γρήγορα παρέλυαν οι σκέψεις μου όποτε προσπαθούσα, ενάντια στη φυσική τους κλίση, να τις σπρώξω καταναγκαστικά σε μια ορισμένη κατεύθυνση”
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
Notice: Only variables should be passed by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
7 Σχόλια
ΦΟΝΗΤΗΚΗ ΟΡΘΟΓΡΑΦΗΑ (ΣΧΕΔΟΝ ΑΠΟΛΗΤΗ)
A’ Φονήεντα
Τα “ο,ω” με “ο”
Τα “αι,ε” με “ε”
Τα “η,ι,υ,ει,οι,υι” με “η”,αλά το ημήφωνο με “ι”,βλέπε πιο κάτο για ημήφονο
–εξερέσεις μόνημες
με “ω,ει,εις”, στις καταλήξεις ρημάτων,
με “εις” στις καταλήξεις ονομαστηκής πληθηντηκού
με “ω” στις καταλήξεις γενηκής πληθηντηκού
με “ται” στις καταλήξεις ρημάτων γ’ ενηκού
με “αι,οι” στις καταλήξεις ονομαστηκής πληθηντηκού
με “υι” στο “υιός” και παράγογα
με “ι” στις λέξεις “τι,τις,στις” και σε ημίφονο (βραχή στην προφορά “η” που
σημπροφέρεται με το επόμενο φονηεν).
—εξερέσεις έκτακτες
χρησημοπηούντε τα “αι,ι,υ,ει,οι,υι,ω” προς αποφηγή παρανάγνοσης
Β’ Σήμφονα
το “ντ” γράφεται “ντ” ή “νντ” ή “ν’τ” ανάλογα με την προφορά
το “μπ” γραφεται “μπ” ή “μμπ” ή “μ’π” ανάλογα με την προφορά
το “γκ” γράφεται “γκ” ή “νγκ” ή “νκ” ανάλογα με την προφορά
το “γγ” γράφεται “γκ” ή “νγκ” ή “νγ” ανάλογα με την προφορά
το “γχ” γράφεται “νχ”
τα δηπλά σήμφονα καταργούντε,γράφοντε μόνο προς αποφηγή παρανάγνοσης
οι σηνδηασμοί γράφοντε αβ ή αφ,,εβ ή εφ,ηβ,ηφ
ΦΟΝΗΤΗΚΗ ΟΡΘΟΓΡΑΦΗΑ (με ελάχηστες εξερέσεις)
A’ Φονήεντα
Τα “ο,ω” με “ο”
Τα “αι,ε” με “ε”
Τα “η,ι,υ,ει,οι,υι” με “η”,αλά το ημήφωνο με “ι”,βλέπε πιο κάτο για ημήφονο
–εξερέσεις μόνημες
με “ω,ει,εις”, στις καταλήξεις ρημάτων,
με “ω” στις καταλήξεις “-ως” των επηρημάτων
με “εις” στις καταλήξεις ονομαστηκής πληθηντηκού
με “ω” στις καταλήξεις γενηκής πληθηντηκού
με “ται” στις καταλήξεις ρημάτων γ’ ενηκού
με “αι,οι” στις καταλήξεις ονομαστηκής πληθηντηκού
με “υι” στο “υιός” και παράγογα
με “ι” στις λέξεις “τι,τις,στις” και σε ημίφονο (βραχή στην προφορά “η” που
σημπροφέρεται με το επόμενο φονηεν).
—εξερέσεις έκτακτες
χρησημοπηούντε τα “αι,ι,υ,ει,οι,υι,ω” προς αποφηγή παρανάγνοσης
Β’ Σήμφονα
το “ντ” γράφεται “ντ” ή “νντ” ή “ν’τ” ανάλογα με την προφορά
το “μπ” γραφεται “μπ” ή “μμπ” ή “μ’π” ανάλογα με την προφορά
το “γκ” γράφεται “γκ” ή “νγκ” ή “νκ” ανάλογα με την προφορά
το “γγ” γράφεται “γκ” ή “νγκ” ή “νγ” ανάλογα με την προφορά
το “γχ” γράφεται “νχ”
τα δηπλά σήμφονα καταργούντε,γράφοντε μόνο προς αποφηγή παρανάγνοσης
οι σηνδηασμοί γράφοντε αβ ή αφ,,εβ ή εφ,ηβ,ηφ
ΜΕΤΡΙΟΠΑΘΕΣΤΕΡΟ,ΚΑΙ ΕΦΚΟΛΑ ΑΠΟΔΕΧΤΟ :
1) Η λέξη «κτίριο» με «ι» (όχι «κτήριο»).
2) Διπλά σύμφωνα,μόνο στις λέξεις «άλλος (και παράγογα)»,«αλλά»,όμως διατηρούνται τα «γγ».
3) Με «ο» το «ω» που έχει επεκταθεί από «ο» (π.χ. «επόνυμο»,διόροφο)
4) Το “υ” των συνδυασμών με “β” ή “φ”
5) Το «ω»,που δεν είναι στην πρώτη ή τελευταία συλαβή με «ο» (οι συλαβές συνθετικών δεν μετράνε ως συλαβές της λέξης),όταν δεν δημιουργείται παρανάγνωση,
6) Το «η» που δεν είναι στην πρώτη ή τελευταία συλαβή με «ι» (οι συλαβές συνθετικών δεν μετράνε ως συλαβές της λέξης),όταν δεν δημιουργείται παρανάγνωση
7) Η ιστορική ορθογραφία διατηρείται στα κύρια ονόματα,πλην των μικρών ονομάτων ανθρόπων.
ΑΠΛΟΠΟΙΙΣΗ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ (ΕΦΚΟΛΑ ΑΠΟΔΕΧΤΗ) :
1) Τα «αι,η,υ,ει,οι,υι,ω» διατηρούνται στη γνήσια πρώτη ή γνήσια τελεφταία συλαβή της λέξης (δηλαδή δεν μετράνε ως συλαβές της λέξης οι συλαβές των συνθετικών που έχουν ενσωματοθεί σ’ αφτή,που μπορεί να είναι προθέσεις ή άλλες λέξεις,ή,αν η λέξη είναι ρήμα ή μετοχή,δεν μετράει η ρηματική άφξιση ή ο αναδιπλασιασμός ως συλαβή της) .
Στις άλλες συλαβές,τα «αι,η,υ,ει,οι,υι,ω» γράφονται με «ε,ι,ο»,όταν δεν δημιουργίται παρανάγνωση.Σημίοση :Η ρηματική άφξιση «ει-»,«ω-» γράφεται με «η-»,«ο-»,διατηρίται η ρηματική άφξιση «η-».
2) Διπλά σύμφωνα,μόνο στις λέξεις : «άλλος (και παράγoγα)»,«αλλά».Όμως διατηρούνται τα «γγ».Κατ’ εξαίρεση σημιόνονται τα διπλά σύμφωνα.όταν υπάρχει άλλη λέξη με μονό σύμφωνο.
3) Με «ο» γράφεται το «ω» που έχει επεκταθεί από «ο»,π.χ. «επόνυμο»,«διόροφο» (όχι «επώνυμο»,«διώροφο»).
4) Το “υ” των συνδυασμών γράφεται με “β” ή “φ”
5) Η λέξη «κτίριο» γράφεται με «ι» (όχι «κτήριο»).
6) Η ιστορική ορθογραφία διατηρίται στα κύρια ονόματα,και τα παράγογά τους,πλην των μικρών ονομάτων ανθρόπων.Το δε Γιάνης μ’ ένα «ν» (όπως το ‘γραφε και ο Γιάνης Κορδάτος,που το 1922 ήταν ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ)
Στο προηγούμενο σχόλιο έγραφα :
«Όμως διατηρούνται τα “γγ”»,
έφαγα τη συνέχια :
«αλλά το δέφτερο “γ” γίνεται “κ”»
Βελτιομένη σκέψη για απλοποίιση της ορθογραφίας
1) Όταν δεν δημιουργίται παρανάγνωση,τα «αι,η,υ,ει,οι,υι,ω» να μη διατηρούνται στην παραλήγουσα και
προπαραλήγουσα,όταν αυτές δεν ανήκουν στο θέμα της λέξης, και να χρησιμοποιούνται τα «ε,ι,ο».
2) Να καταργιθεί η επέκταση του «ο» σε «ω»,π.χ. «επόνυμο»,«διόροφο»(όχι «επώνυμο»,«διώροφο»).
3) Οι ρηματικές αφξίσεις (που είναι πάντα πριν το θέμα του ρήματος) να γράφονται «η-»,«ο-»,(και «ε-»).
4) Διπλά σύμφωνα,να γράφονται μόνο στις λέξεις : «άλλος (και παράγωγα)»,«αλλά».Όμως τα «γγ» να
γράφονται «γκ».Κατ’ εξαίρεση να σημειόνονται διπλά σύμφωνα για να αποτραπεί παρανάγνωση.
5) Το “υ” των συνδυασμών να γράφεται με “β” ή “φ”.
6) Η λέξη «κτίριο» να γράφεται με «ι» (όχι «κτήριο»).
Όμως καλύτερα το πιο κάτω,που είναι πιο συντηρητικό,που έχει λιγότερους
κανόνες,που μπορεί να γίνει μαζικά εφπρόσδεκτο, και που μπορούν
προοδεφτικοί ιστότοποι και εφημερίδες να το υιοθετήσουν :
1) Τα «αυ,ευ,ηυ» να γράφονται με “β” ή “φ”.Όταν έτσι δημιουργείται σύμπλεγμα 3 ή 4 συμφώνων,να ξέρουμε ότι τότε αφτά τα «β» ή «φ» είναι το τελεφταίο γράμμα της συλλαβής,π.χ. «Κλαφ-θμώ-νος» (και όχι «Κλα-φθμώ-νος»,όπως ισχύει γενικά,επειδή
υπάρχουν ελληνικές λέξεις που αρχίζουν από «φθ»).
2) Να καταργηθεί η επέκταση του «ο» σε «ω»,σε όλες τις περιπτώσεις π.χ. «συνόνυμο»,«διόροφο» (όχι «συνώνυμο»,«διώροφο»).