-Κοσκωτάς… Κοσκωτάς… Κάτι μου λέει αυτό το όνομα
Σήμερα ο Κοσκωτάς είναι ελεύθερος, αποτραβηγμένος μεν από τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά συνεχίζει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες και μην απορήσετε αν τον δούμε ποτέ σε κάποια ημερίδα για την “υγιή επιχειρηματικότητα”…
-Κοσκωτάς… Κοσκωτάς… Κάτι μου λέει κάτι αυτό το όνομα.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου συνομιλεί με το γραμματέα του ή κάποιον από το στενό του περιβάλλον και προσπαθεί να θυμηθεί πού μπορεί να έχουν συναντηθεί με το μεγάλο απατεώνα.
-Μήπως υπηρετήσαμε μαζί στο στρατό;
-Μα από ό,τι ξέρω, εσείς δεν υπηρετήσατε, κύριε Πρόεδρε.
-Μήπως τότε κάναμε μαζί εξορία στη Μακρόνησο;
-Μα εσείς δεν πήγατε ποτέ εξορία, κύριε Πρόεδρε.
-Μήπως τότε συναντηθήκαμε στο σπίτι του Μένιου (Κουτσόγιωργα);
-Αυτό αποκλείεται κ. Πρόεδρε. Εξάλλου ο κύριος Μένιος κατέθεσε ενόρκως ότι ουδέποτε συναντήθηκε με τον Κοσκωτά.
-Σε κάνα γήπεδο, κάνα θέατρο, στη λαϊκή μήπως;
-Μάλλον όχι, κύριε Πρόεδρε.
-Ε, τότε θα συναντήθηκαν δυο άλλοι. Τι να πω;
Ο διάλογος είναι από το δίσκο του Χάρρυ Κλυνν “ραντεβού με την εισαγγελία”, αποτυπώνει ωστόσο πολύ καλά το κλίμα της εποχής και τον πολιτικό αντίκτυπο του σκανδάλου, που συνδέθηκε με το όνομα του μεγαλο-απατεώνα, που συμπλήρωσε χτες 64 χρόνια ζωής.
Γεννήθηκε στον Ασπρόπυργο στις 5 Οκτώβρη του 1954, σε φτωχή οικογένεια που μετακόμισε στις ΗΠΑ στα χρόνια της χούντας. Επέστρεψε από εκεί δέκα χρόνια αργότερα, στα 25 του, έχοντας ένα πτυχίο οικονομικών, αλλά κι έναν ογκώδη φάκελο με δεκάδες μικρο-αδικήματα και καταδίκες για πλαστογραφίες, υπεξαιρέσεις κτλ.
Έπιασε δουλειά στην Τράπεζα της Κρήτης, ασκώντας το ταλέντο του στην πλαστογράφηση του πτυχίου του, που το παρουσίασε ως διδακτορικό. Μετά άσκησε το ταλέντο του στις υπεξαιρέσεις, για να αγοράσει την Τράπεζα Κρήτης, όπου εργαζόταν, με κεφάλαια από τις καταθέσεις στην Τράπεζα Κρήτης. Αργότερα άρχισε να επεκτείνει τις δραστηριότητές του, να χτίζει τη δική του αυτοκρατορία στο χώρο του Τύπου -που έγινε κι η απαρχή του τέλους του- ενώ στο απόγειο της κυριαρχίας του, αγόρασε τον Ολυμπιακό (που αργότερα τον έδωσε στο Σαλιαρέλη, που τον βοήθησε να αποδράσει από τη χώρα) και την Καθημερινή και ήταν ο ιδρυτής του ΣΚΑΪ.
Αυτό ήταν κι η αρχή του τέλους της “Αλλαγής”, καθώς ο Κοσκωτάς συνδέθηκε οργανικά με το ΠΑΣΟΚ, τον Κουτσόγιωργα, το φωτογραφικό Κουτσονόμο, που τον προστάτευε από τη διερεύνηση των δραστηριοτήτων του, και με πολλές μυθικές (;) ιστορίες για χρηματισμό πολιτικών με λεφτά μες σε κούτες από πάνες, μολονότι συνεργάστηκε στενά με το γαμπρό του Μητσοτάκη, Παύλο Μπακογιάννη, που είχε επιτελικό ρόλο στο δημοσιογραφικό συγκρότημα που ήθελε να δημιουργήσει στην Παλλήνη.
Το βασικό όμως ήταν πως συνδέθηκε με την επιχείρηση “άλωσης του Τύπου” από το ΠΑΣΟΚ, που συνάσπισε εναντίον του όλους τους άλλους εκδότες -μολονότι στην πλειοψηφία τους στήριζαν την “Αλλαγή” και τον Παπανδρέου. Αυτή η σύγκρουση άρχισε να ξετυλίγει το κουβάρι μιας σειράς αποκαλύψεων, ως μοχλός πίεσης, για τις παρανομίες του απατεώνα, που οδήγησαν στη σύλληψή του στις ΗΠΑ -όπου ήταν επίσημος προσκεκλημένος του Ρίγκαν!- για τα αδικήματα της νιότης του, στην τοποθέτηση Επιτρόπου στην Τράπεζα Κρήτης -με τον Παπανδρέου άρρωστο στο Χέρφιλντ, μακριά από επίκεντρο των εξελίξεων- και στην αποκάλυψη τελικά των υπεξαιρέσεων που εξηγούσαν πώς έβρισκε τα ανεξάντλητα κεφάλαιά του ο Κοσκωτάς, για τις επιθετικές, πολυδάπανες αγορές που πραγματοποιούσε.
Αυτή ήταν περιληπτικά η ουσία του περιβόητου σκανδάλου, που είχε όμως και πολιτικές προεκτάσεις, πυροδοτώντας διάφορες απρόβλεπτες εξελίξεις. Δεν ήταν απαραίτητα το μεγαλύτερο σκάνδαλο της Μεταπολίτευσης, προβλήθηκε όμως ως τέτοιο από τον Τύπο, το πλέον ισχυρό μέσο της εποχής, ακριβώς γιατί υπήρχε πόλεμος επιχειρηματικών συμφερόντων στο χώρο. Άλλωστε, οι ίδιοι εκδότες που πολέμησαν αρχικά την κυβέρνηση Παπανδρέου, μέχρι να πετάξει το χαρτί του Κοσκωτά και να έρθει σε συμβιβασμό, στήριξαν στη συνέχεια το ΠΑΣΟΚ και συνέβαλαν να χτιστεί ο μύθος για το “βρώμικο 89”.
Αυτός ο τελευταίος πατούσε σε δύο άξονες: τον “ιστορικό συμβιβασμό” αλά ελληνικά και την πρόσκαιρη κυβερνητική συνεργασία μεταξύ της ΝΔ και του Ενιαίου Συνασπισμού, των δύο παρατάξεων του εμφυλίου δηλαδή, για να μην παραγραφούν οι πολιτικές ευθύνες για τα σκάνδαλα, όπως επιδίωκε ουσιαστικά το ΠΑΣΟΚ. Και το κατηγορητήριο που συμπεριέλαβε τον Ανδρέα Παπανδρέου -που ούτως ή άλλως είχε αναλάβει ήδη την πολιτική ευθύνη για το σκάνδαλο- με βάση αποχρώσες ενδείξεις που έχρηζαν διερεύνησης.
Αυτό θεωρήθηκε ως βρώμικος πόλεμος και προσπάθεια πολιτικής εξόντωσης του -ήδη άρρωστου- Παπανδρέου, που αντικαθιστούσε την πολιτική αντιπαράθεση με δικαστικά μέσα. Στην πράξη βέβαια, μετά από αυτόν τον ντόρο, διασφαλίστηκε ουσιαστικά μια ιδιότυπη ασυλία για τα πολιτικά στελέχη που διαπλέκονται με τα επιχειρηματικά συμφέροντα, καθώς ελάχιστες περιπτώσεις έκτοτε έφτασαν στις αίθουσες των δικαστηρίων και την τιμωρία των ενόχων.
Η κάθαρση ήταν το κυρίαρχο σύνθημα της περιόδου, επηρεάζοντας ως ένα βαθμό ακόμα και το ΚΚΕ ως προς την τακτική, τα συνθήματα και τους άμεσους στόχους του, για να μη θεωρηθεί πχ πως συνδράμει στο κουκούλωμα των σκανδάλων και των ευθυνών του ΠΑΣΟΚ. Ως έννοια ωστόσο αποδείχτηκε σύντομο ανέκδοτο, αφενός γιατί οι δομές που γέννησαν τα σκάνδαλα δεν άλλαξαν στο παραμικρό, αφετέρου γιατί δεν τιμωρήθηκαν ουσιαστικά ούτε καν τα άμεσα εμπλεκόμενα πρόσωπα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο ίδιος ο Γ. Κοσκωτάς που καταδικάστηκε σε 25 χρόνια κάθειρξη και αποφυλακίστηκε το 2001, έχοντας εκτίσει τα 3/5 της ποινής του. Σήμερα είναι ελεύθερος, αποτραβηγμένος μεν από τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά συνεχίζει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες και μην απορήσετε αν τον δούμε ποτέ σε κάποια ημερίδα για την “υγιή επιχειρηματικότητα”…
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback