Οι 10 ζωές του πολιτικού Μίκη Θεοδωράκη
Οι βασικοί σταθμοί της πολυκύμαντης διαδρομής του Μίκη Θεοδωράκη, που παρήγαγε πολιτική με το έργο του και όχι μόνο…
Διατρέχουμε τους πιο σημαντικούς σταθμούς στην πολυκύμαντη διαδρομή του Μίκη Θεοδωράκη, με τη βοήθεια ενός πλήρους, αναλυτικού αφιερώματος του Αντώνη Αναστασόπουλου στον ιστότοπο Δικαιολογητικά.
Ο μύθος λέει ότι οι γάτες έχουν 7 ζωές. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο πολιτικός, ο συνθέτης, ο ηγέτης, ο εξόριστος σίγουρα έζησε πολλές παραπάνω.
Ο ίδιος ποτέ δεν ξεχώρισε τις δυο πτυχές της προσωπικότητάς του. Την πολιτική και εκείνη του συνθέτη. Άλλωστε όπως πολλές φορές είπε «αν δεν είχα βιώσει αυτά που βίωσα, δε θα είχα γράψει αυτή τη μουσική. Η μουσική για μένα ποτέ δεν υπήρξε αυτοσκοπός, είναι κάτι βιωματικό». Γινόταν μάλιστα έξαλλος όταν εκείνοι που ο ίδιος ένιωθε συντρόφους του, τον αποκαλούσαν «μεγάλο μουσικοσυνθέτη» προτάσσοντας την καλλιτεχνική του ιδιότητα.
Ο Μιχαήλ Θεοδωράκης, όπως βαφτίστηκε, γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου του 1925 στη Χίο. Η εφηβική του ζωή όμως -σα να προοικονομούσε τη συνέχεια- ήταν μια διαρκής περιπλάνηση από πόλη σε πόλη, όπου δηλαδή μετατίθετο ο πατέρας του Γιώργος, βενιζελικός, δικηγόρος και ανώτερο στέλεχος του υπουργείου Εσωτερικών.
Αυτή τη γη που τόσο αγάπησε ο Μίκης, έμελλε να τη γυρίσει απ’ άκρη σ’ άκρη στα πρώτα χρόνια της ζωής του. Μυτιλήνη, Ιωάννινα, Κεφαλονιά, Πύργος, Πάτρα και τελικά Τρίπολη.
Εκεί, στην Τρίπολη, θα κάνει τα πρώτα του βήματα τόσο στη σύνθεση, όσο και στην πολιτική. Δεκαεπτά μόλις ετών, δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας την «Κασσιανή». Εκεί τον βρίσκει και η ιταλική εισβολή. Μάλιστα το 1942, σε μεγάλη διαδήλωση που λαμβάνει χώρα στην περιοχή στην επέτειο της έναρξης της επανάστασης του 1821, στο μνημείο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην περιοχή, χτυπά έναν Ιταλό αξιωματικό. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται για πρώτη φορά. Ξεκινά έτσι η μακρά πορεία των διώξεων, των φυλακίσεων και των βασανιστηρίων του.
Η αρχή της σχέσης με το Κομμουνιστικό Κίνημα
Στη φυλακή, ο Μίκης, θα πάρει τα πρώτα μαθήματα μαρξισμού από τους συγκρατούμενούς του. Ο Μίκης, όπως και ο Μάνος Χατζιδάκις και μια σειρά ακόμα μεγάλοι καλλιτέχνες στρατεύονται στην υπόθεση της αντίστασης στους κατακτητές. Ο ίδιος, αναφέρει ότι εκείνη την περίοδο «μορφώθηκε». Εντάσσεται στην ΕΠΟΝ, τη νεολαία που ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του Κομμουνιστικού Κόμματος και συσπείρωνε οποιονδήποτε δημοκρατικό νέο ήθελε να αγωνιστεί για τον τερματισμό της κατοχής.
Εκεί, στην ΕΠΟΝ, θα γνωρίσει και τη Μυρτώ Αλτίνογλου, μέλος της οργάνωσης, που δέκα χρόνια αργότερα θα γίνει η σύζυγός του. Ο Δεκέμβρης του 1944 τον βρίσκει Β’ Γραμματέα της Κομματικής Οργάνωσης Βάσης Νέας Σμύρνης και μέλος του εφεδρικού ΕΛΑΣ της Αθήνας, που κλήθηκε να δώσει τη σκληρή μάχη με τα απομεινάρια του Εθνικού Στρατού και τους Άγγλους.
Η «Μεταξωτή Διμοιρία»
Ο καπετάνιος του Α’ Συντάγματος του ΕΛΑΣ της Αθήνας, Ορέστης Μακρής, στο ομώνυμο βιβλίο του (Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας), αναφέρεται στο Μίκη Θεοδωράκη, ως «στρατιωτικό διοικητή» της «Ανεξάρτητης Μεταξωτής Διμοιρίας». «Μεταξωτή», όπως -κάπως ειρωνικά- την αποκαλούσαν οι «ψημένοι» – όπως τους αναφέρει ο ίδιος- ΕΛΑΣίτες του βουνού.
Η ομάδα αποτελούνταν από σπουδαστές και ΕΠΟΝίτες της περιοχής. Ο στρατιωτικός διοικητής Μίκης Θεοδωράκης, συμμετείχε μαζί με τη διμοιρία του, στην επίθεση στο ΚΒ’ Αστυνομικό Τμήμα της Νέας Σμύρνης, το οποίο βρισκόταν τότε στη γωνία των οδών Κυδωνίων και Τριγλείας, στις 5 Δεκέμβρη του 1944. Οι ΕΛΑΣίτες κερδίζουν κατά κράτος τη μάχη και λίγη ώρα αργότερα, δίνουν τελεσίγραφο στον διοικητή του Τμήματος, να παραδοθούν άμεσα. Σε πέντε λεπτά, η μισή αστυνομική δύναμη -οπαδοί του ΕΑΜ- αποχωρούν, ενώ λίγο αργότερα ακολουθούν και οι υπόλοιποι. Ο Μίκης και οι υπόλοιποι ΕΛΑΣίτες εξασφαλίζουν οπλοπολυβόλα, μακρύκανα όπλα αλλά και πολλά πυρομαχικά για τη συνέχεια των μαχών.
Στις 20 Δεκεμβρίου, η «Μεταξωτή Διμοιρία» θα αποκρούσει επίθεση των Άγγλων από το Ιωσηφόγλειο προς την πλατεία της Νέας Σμύρνης, στις οδούς Ομήρου και Χρυσοστόμου Σμύρνης.
Την επόμενη, η επίθεση Άγγλων και Ινδών, με 2500 άνδρες, όλμους, πυροβόλα και 30 τανκς, είναι τεράστια. Η διμοιρία του Μίκη Θεοδωράκη, οχυρώνει την κεντρική πλατεία και όλη την περιοχή μέχρι την οδό Βαπορίδου.
Η μάχη των Δεκεμβριανών χάνεται και τα μέλη του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ βρίσκονται πλέον στην παρανομία, ενώ αποτραβιούνται από την Αθήνα. Παράνομος πλέον και ο ίδιος, μετά την ήττα, οργανώνει έναν πρώτο κομματικό πυρήνα στην Καλλιθέα. Αναλαμβάνει υπεύθυνος διαφώτισης του Πέμπτου Τομέα της ΕΠΟΝ.
Το 1945, όπως διηγούνταν ο ίδιος, τον διάλεξαν μαζί με άλλους πενήντα ανάμεσα στα χιλιάδες μέλη της νεολαιΐστικης οργάνωσης για να περάσουν από «κομματική σχολή». Σύμφωνα με τον ίδιο από το 1945 ως το τέλος του 1946 είναι επαγγελματικό στέλεχος του ΚΚΕ.
Συλλήψεις και τα χρόνια της ήττας
Το 1946 τραυματίζεται βαριά, συλλαμβάνεται και στη συνέχεια εξορίζεται στην Ικαρία, μένοντας μακριά από τον Εμφύλιο Πόλεμο που μαίνεται. Συλλαμβάνεται ξανά το 1948, βασανίζεται και εξορίζεται για μια ακόμη φορά. Η νίκη του Εθνικού Στρατού με τη βοήθεια των Αμερικανών, θα συμπέσει με τον εκτοπισμό του Θεοδωράκη, αυτή τη φορά στη Μακρόνησο και το Δ’ Τάγμα Πολιτικών Κρατουμένων. Παρά την αποστασιοποίησή του, από το ΚΚΕ, με το οποίο έχει διαφωνήσει για την τακτική του κατά τη διάρκεια κατοχής και εμφυλίου, θα μεταφερθεί στο Α’ τάγμα κρατουμένων θα βασανιστεί γλιτώνοντας από θαύμα την αναπηρία. Οι απόψεις σχετικά με την αποφυλάκισή του, εκείνη την εποχή, διίστανται. Η εφημερίδα Ελευθερία, αναφέρει ότι ο Μίκης Θεοδωράκης, έκανε «δήλωση μετανοίας». Ο ίδιος το αρνείται κατηγορηματικά. Φαίνεται πως έπειτα από παρέμβαση του πατέρα και του θείου του, κατάφερε να απολυθεί ως ανάπηρος.
Αμέσως μετά, καλείται να υπηρετήσει τη θητεία του, στην Αλεξανδρούπολη. Απελπισμένος από τις συνεχείς προκλήσεις που αντιμετωπίζει, αποπειράται να αυτοκτονήσει καταπίνοντας μπαρούτι. Θα μετατεθεί στα Χανιά και θα ολοκληρώσει τη θητεία του, το 1951. Βγαίνοντας από τον στρατό, επιστρέφει στην Αθήνα και παντρεύεται την αγαπημένη του Μυρτώ, η οποία έχει προλάβει να ολοκληρώσει τις σπουδές της στην Ιατρική.
Το 1954, φεύγουν μαζί για το Παρίσι, όπου ο Μίκης θα σπουδάσει μουσική.
Στην Ελλάδα επιστρέφει 6 χρόνια αργότερα, το 1960, με την ολοκλήρωση των σπουδών του στο Παρίσι, όταν και εγκαινιάζει το θεσμό των λαϊκών συναυλιών στην περιφέρεια ανάγοντας τη μουσική του σε σύμβολο των καταπιεσμένων.
Με το ΚΚΕ ακόμα στην παρανομία και την απόφαση της εξόριστης ηγεσίας, οι κομμουνιστές στη χώρα δρουν μέσα από τις γραμμές της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς, η οποία μόλις 9 χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου και της ήττας των Κομμουνιστών, έχει αναδειχθεί σε αξιωματική αντιπολίτευση καταγράφοντας 24,4% και καταλαμβάνοντας 79 έδρες στη Βουλή.
Το γεγονός σημαίνει πρωτοφανή συναγερμό σε κυβέρνηση και παρακράτος. Το 1961, λαμβάνουν χώρα οι γνωστές και ως εκλογές «βίας και νοθείας», καθώς πριν αλλά και κατά τη διάρκειά τους, η τρομοκρατία σε πόλεις και χωριά ενάντια στους αριστερούς είναι έντονη. Το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς, ο Μίκης θα εκδηλώσει φυματίωση και θα περάσει δυο μήνες σε σανατόριο στο Λονδίνο και άλλους δυο σε σανατόριο κοντά στην Αθήνα.
Επιστροφή και «Λαμπράκηδες
Στις 22 Μαΐου του 1963, παρακρατικοί χτυπούν τον βουλευτή της ΕΔΑ, Γρηγόρη Λαμπράκη, ο οποίος λίγες ημέρες αργότερα καταλήγει στο Νοσοκομείο. Τον επόμενο μήνα, ο Μίκης Θεοδωράκης μαζί με μερικούς ακόμα, επιστήμονες, καλλιτέχνες, εργάτες, φοιτητές και δημοσιογράφους, ιδρύουν το Κίνημα Νεολαίας «Γρηγόρης Λαμπράκης». Λίγο καιρό αργότερα, το κίνημα του Μίκη, ενώνεται με τη Νεολαία της ΕΔΑ, φτιάχνοντας τη μεγαλύτερη νεολαιΐστικη οργάνωση που γνώρισε η Ελλάδα, μετά την ΕΠΟΝ στα χρόνια της κατοχής.
Πρόεδρος της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη όπως ονομάστηκε, ανέλαβε ο Μίκης, ενώ γραμματέας ήταν ο Τάκης Μπενάς. Στην ηγεσία της οργάνωσης συμμετείχαν ακόμα Γρηγόρης Γιάνναρος, Μπάμπης Θεοδωρίδης, Θανάσης Καλαφάτης, Νίκος Κιάος, Μπάμπης Κοβάνης, Ανδρέας Λεντάκης, Αριστείδης Μανωλάκος, Γιάννης Μπανιάς, Χρόνης Μίσσιος, Θεόδωρος Πάγκαλος, Στέφανος Στεφάνου, Τάσος Τρίκκας. Αξίζει να σημειωθεί, ότι με την απόφαση της σύμπτιξης των δυο νεολαϊίστων οργανώσεων, είχε διαφωνήσει, ο Σωτήρης Πέτρουλας, μέλος του ΚΣ της νεολαίας της ΕΔΑ, ο οποίος σκοτώθηκε 2 χρόνια αργότερα από την επίθεση αστυνομικών δυνάμεων σε μεγάλη διαδήλωση στην Αθήνα. Για τον Σωτήρη Πέτρουλα, ο Μίκης Θεοδωράκης, έγραψε τους στίχους και συνέθεσε τη μουσική για το ομώνυμο τραγούδι.
Το 1964, ο Μίκης Θεοδωράκης, είναι ένας από τους 28 βουλευτές που εκλέγονται με τα ψηφοδέλτια της ΕΔΑ. Ο ίδιος εκλέγεται από την Β’ Πειραιά, ενώ η Δημοκρατική Νεολαία της οποίας ηγείται, έχει τεράστιο έρεισμα στην κοινωνία.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου και η Ένωση Κέντρου αναδεικνύονται πρώτη δύναμη και στις εκλογές του 1965, δεν μπορούν όμως να σχηματίσουν κυβέρνηση. Προτιμούν να παραιτηθούν από το να συμπράξουν με την Αριστερά. Ακολουθεί η αποστασία των βουλευτών της Ένωσης Κέντρου με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και η πολιτική ανωμαλία που κορυφώθηκε με την εκδήλωση του στρατιωτικού πραξικοπήματος.
Παράλληλα η δεκαετία του ’60, είναι ιδιαίτερα παραγωγική και καλλιτεχνικά για τον Μίκη. Γράφει τη μουσική για τη «Φαίδρα» του Ζυλ Ντασέν, για τον «Ζορμπά» του Κακογιάννη, παρουσιάζει για πρώτη φορά το «Άξιον Εστί», πραγματοποιεί την πρώτη δισκογραφική συνεργασία με τη Μαρία Φαραντούρη στο «Mauthausen», κυκλοφορεί τη «Ρωμιοσύνη» σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου.
Η ηγεσία των Λαμπράκηδων, μοιάζει την ίδια περίοδο, να ασφυκτιά υπό τη γραμμή της εξόριστης ηγεσίας του ΚΚΕ και εκείνη της ΕΔΑ. Ο Μίκης Θεοδωράκης, θυμάται σε μια πρόσφατη επιστολή του, πως το 1967, πολλά από τα στελέχη της οργάνωσης, του πρότειναν να αποχωρήσουν από τη «σκέπη» του κόμματος, ιδρύοντας το «Κόμμα των Λαμπράκηδων». Εκείνος αρνείται, με τη λογική πως θα υπάρξει αντίκτυπος στο κόμμα στις επικείμενες εκλογές. Οι εκλογές, όμως δεν θα γίνουν ποτέ, καθώς το πραξικόπημα τους προλαβαίνει.
Δικτατορία και νέες φυλακίσεις
Οι περισσότεροι, συλλαμβάνονται από τον στρατό, ενώ ο Μίκης βγαίνει -ξανά- στην παρανομία. Συντάσσει την πρώτη έκκληση προς τον λαό για αντίσταση. Δυο μήνες μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος, η μουσική του απαγορεύεται με ειδικό διάταγμα του πραξικοπηματία, Οδυσσέα Αγγελή. Μια εβδομάδα μετά το πραξικόπημα ιδρύει μαζί με όσους Λαμπράκηδες κατάφεραν να διαφύγουν τη σύλληψη, το Πανελλήνιο Αντιδικτατορικό Μέτωπο, την πρώτη αντιδικτατορική οργάνωση, της οποίας και αναλαμβάνει πρόεδρος. Στην ηγεσία της θα μείνει μόλις 4 μήνες καθώς συλλαμβάνεται και οδηγείται στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση της Αθήνας. Ακολουθεί η φυλάκισή του στη Μπουμπουλίνας, η απομόνωση, οι φυλακές Αβέρωφ.
Προχωρά σε απεργία πείνας, όταν δεν οδηγείται στη δίκη των υπόλοιπων συλληφθέντων του ΠΑΜ. Οδηγείται στο νοσοκομείο και κάτω από διεθνή κατακραυγή, αποφυλακίζεται και τίθεται σε κατ’ οίκον περιορισμό. Το 1968 η οικογένειά του εκτοπίζεται στη Ζατούνα Αρκαδίας. Το 1969 όμως επιστρέφει στις φυλακές και συγκεκριμένα, στο στρατόπεδο του Ωρωπού.
Το 1970, ο Μίκης Θεοδωράκης, έπειτα από διεθνή κινητοποίηση απελευθερώνεται, με την προειδοποίηση να φύγει για το εξωτερικό. Από αρκετούς η αποφυλάκισή του, μεταφράζεται ως προσωπική χάρη του δικτάτορα Παπαδόπουλου, στον συντηρητικό γάλλο Σερβάν – Σρεμπέρ, ο οποίος και τον μεταφέρει στο Παρίσι. Φτάνοντας στη γαλλική πρωτεύουσα, παρουσιάζει μια πλατφόρμα για την ανατροπή της χούντας και ένα αντιδικτατορικό πρόγραμμα εννέα σημείων.
Λίγο αργότερα, προχωρά σε σειρά συναυλιών σε χώρες με αντιδικτατορικά και εθνικοαπελευθερωτικά μηνύματα, τα οποία αφιερώνει σε Ισπανούς, Πορτογάλους, Ιρανούς, Τούρκους, Χιλιανούς, Κούρδους και Παλαιστίνιους, που αντιμετωπίζουν αντίστοιχα προβλήματα.
Η διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, τον έχει βρει στις φυλακές. Ο ίδιος δεν έχει πάρει θέση, όμως με τον καιρό βρίσκεται πιο κοντά στις θέσεις του ΚΚΕ «εσ.». Το 1970, όμως προσχωρεί σ’ αυτό και μάλιστα, σε μια διεύρυνση του Εκτελεστικού του Γραφείου, εντάσσεται σ’ αυτό. Από το ΚΚΕ «εσ.», θα αποχωρήσει μόλις δυο χρόνια αργότερα.
Το 1972, ο γραμματέας του ΚΚΕ, Κώστας Κολιγιάννης, εγκαταλείπει τη θέση του για λόγους υγείας. Σύμφωνα με κάποιες πηγές, ο Μίκης Θεοδωράκης βολιδοσκοπείται, όπως και οι Ηλίας Ηλιού και Μανώλης Γλέζος από την ηγεσία του σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος για την αντικατάστασή του, όμως αρνούνται. Οι σχετικές φήμες, δε μοιάζουν πάντως ιδιαίτερα αξιόπιστες από τη στιγμή που κανείς εκ των τριών, δεν αποτελούσε την ώρα εκείνη στέλεχος «πρώτης γραμμής» του ΚΚΕ. Αντίθετα και οι τρεις, είχαν εκφράσει σοβαρές διαφωνίες με τις θέσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος, του οποίου γραμματέας εξελέγη τελικώς, ο Χαρίλαος Φλωράκης.
«Καραμανλής ή τανκς»
Πρόκειται για τη φράση που οι περισσότεροι εξ αριστερών οπαδοί του Μίκη, θεωρούν «κηλίδα» στην πολιτική του δράση. Πρόκειται ακόμα για μια φράση που δεν ειπώθηκε ποτέ αυτούσια.
Πιο συγκεκριμένα, στις 16 Ιανουαρίου του 1973, σε μια συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση της αγγλικής μετάφρασης του βιβλίου του Μίκη «Το Χρέος», ο μουσικοσυνθέτης, θέλει να στείλει ένα μήνυμα κατά της δικτατορίας. Επικοινωνεί με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, για να πάρει την άποψή του. Εκείνος, του λέει να προτείνει «τη λύση Καραμανλή», ο οποίος σύμφωνα με τον ίδιο, περίμενε κάποια αφορμή για να ενεργοποιηθεί.
Αν και στην αρχή δίσταζε, ο ίδιος διηγείται. «Αφού το σκέφτηκα πολύ και τα μέτρησα όλα, πήρα τη μεγάλη απόφαση. Στην πρες-κόνφερανς δήλωσα ότι μετά την αποτυχία για ενότητα των αντιστασιακών δυνάμεων, δεν υπάρχει παρά μόνο μία λύση για να πέσει η χούντα: η λύση Καραμανλή. Απαντώντας μάλιστα σε ερώτηση Αμερικανού δημοσιογράφου «γιατί ο Καραμανλής», εξήγησα ότι στην Ελλάδα την πολιτική κατάσταση διαμορφώνουν τρεις παράγοντες: Ο ελληνικός λαός, ο ελληνικός στρατός και οι Αμερικάνοι. Υπάρχουν Έλληνες πολιτικοί που έχουν μαζί τους κάποιον από τους παράγοντες αυτούς. Ο Καραμανλής είναι ο μόνος που αυτή τη στιγμή έχει με το μέρος του και τους τρεις».
Η φράση του, αποδόθηκε ως «Καραμανλής ή τανκς». Απάντηση πήρε από τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος επιστρέφοντας στην Ελλάδα και μιλώντας σε συγκέντρωση στη Νέα Σμύρνη, σημείωσε «Τώρα έχουμε και τον Καραμανλή και τα τανκς».
Παρά τη στήριξή του στη λύση Καραμανλή, ο Μίκης Θεοδωράκης, ποτέ δεν συντάχθηκε μαζί του. Αντίθετα, δούλευε στην κατεύθυνση της κοινής εκλογικής καθόδου των κομμάτων της Αριστεράς. Ανάμεσα στο ΚΚΕ και το λεγόμενο ΚΚΕ «εσ.» υπήρχε η εξής διαμάχη: Το ΚΚΕ «εσ.» που είχε προκύψει από την ονομασία του «γραφείου Εσωτερικού του ΚΚΕ», με την ονομασία του αυτή, έμοιαζε να μέμφοταν το ΚΚΕ ως Κόμμα «εξωτερικού». Έτσι το ΚΚΕ, αρνούνταν οποιαδήποτε συζήτηση με το «εσωτερικό», αποκλείοντας τη συνεργασία μαζί του. Με μεσολαβητή τον Μίκη Θεοδωράκη, κάθισαν στο τραπέζι όπου βρέθηκε η «χρυσή τομή». Το ΚΚΕ «εσ.» εντάχθηκε στην ΕΔΑ. Έτσι το ΚΚΕ, συνεργάστηκε με την ΕΔΑ και όχι με το ΚΚΕ «εσ.».
Με την αναγγελία της συμφωνίας, στις 8 Οκτωβρίου του 1974, ανακοινώνεται και η δεκαμελής Διοικούσα Επιτροπή, στην οποία συμπεριλαμβάνεται ο Μίκης Θεοδωράκης.
Στις εκλογές της 17ης του Νοέμβρη, ο Μίκης, συμμετέχει στα ψηφοδέλτια της Ενωμένης Αριστεράς, στην Β’ Πειραιώς. Εκεί που δέκα χρόνια πριν, δηλαδή, είχε εκλεγεί πανηγυρικά με 12.534 σταυρούς. Η Ενωμένη Αριστερά, εξέλεξε μόλις ένα βουλευτή. Οι δυο σχηματισμοί που το αποτελούσαν, έδωσαν μεταξύ τους την μάχη της σταυροδοσίας. Όπως αναφέρει ο Ηλίας Νικολακόπουλος, το ΚΚΕ, πριμοδότησε το στέλεχός του Δημήτρη Γόντικα, ο οποίος και εξελέγη με 12.619 ψήφους, ενώ το ΚΚΕ «εσ.» επέλεξε να σταυροδοτήσει τον Κώστα Φιλίνη, που συγκέντρωσε 7.862 σταυρούς. Τρίτος κατά σειρά ο Μίκης Θεοδωράκης, έχοντας λάβει 6.345.
Γενίτσαροι
Ίσως η πίκρα για την αρχική στήριξη του Μίκη στη «λύση Καραμανλή», ίσως και η συμμετοχή του για δυο χρόνια στις γραμμές του ΚΚΕ «εσ.», δημιουργούν μια καχυποψία στη σχέση του με την ΚΝΕ. Πριν από μια συναυλία του στο Καυτανζόγλειο της Θεσσαλονίκης, ένα σύνθημα σε κάποιον τοίχο, εναντίον του με την υπογραφή της ΚΝΕ (όπως διηγείται ο ίδιος), τον θυμώνει. Δημοσιογράφοι της Αυγής, επικοινωνούν μαζί του και ο ίδιος δηλώνει: «Το αριστερό κίνημα έχει μαζί του μερικούς αξιόλογους πνευματικούς ανθρώπους όπως τον Βάρναλη, τον Ρίτσο, τον Αναγνωστάκη, τον Θεοδωράκη και άλλους. Είμαστε κατά κάποιον τρόπο οι “μάνες” του κινήματος και δεν πρέπει οι ηγεσίες και από τις δυο μεριές να ποτίζουν τις νεολαίες τους με δηλητήριο εναντίον μας. Αυτή είναι τακτική γενιτσαρισμού που πρέπει να σταματήσει». Η «Αυγή», του ΚΚΕ «εσ.», δε χάνει την ευκαιρία και κυκλοφορεί με τίτλο: «Θεοδωράκης: οι Κνίτες είναι γενίτσαροι».
Οι σχέσεις ΚΚΕ – Μίκη, βρίσκονται στο χειρότερο σημείο τους. Παρόλα αυτά, παραμένουν συγγενικές. Το 1977, ο Μίκης Θεοδωράκης, καλείται για πρώτη φορά σε Φεστιβάλ της ΚΝΕ. Τα τραγούδια του βέβαια, βρίσκονταν πάντοτε εκεί, όχι όμως και ο ίδιος που δεν είχε μέχρι τότε προσκληθεί. Η μαρτυρία, του Νίκου Μπίστη, τότε στελέχους του ΚΚΕ από το βιβλίο του «Προχωρώντας και Αναθεωρώντας» είναι χαρακτηριστική:
«Δεν έπεφτε καρφίτσα όταν ο Μίκης σήκωσε το τεράστιο κορμί του, ανέβηκε τα σκαλιά της εξέδρας και, με μια ανάλαφρη κίνηση μέσης και φουντωτού κεφαλιού, χαιρέτησε το πλήθος. Η υποδοχή ήταν ίσα βάρκα, ίσα νερά. Καλή, αλλά όχι ενθουσιώδης. Το κίτρινο βλέμμα του μίσους είχε φύγει, αλλά το παράπονο για τη δήλωση με τους “γενίτσαρους” ήταν ακόμα εκεί. Ο Μίκης δεν έδειχνε την παραμικρή ανησυχία. Εκείνος ήξερε καλύτερα τους κομμουνιστές και την ψυχολογία των μαζών.
Πριν καν ακουστεί η επική φωνή της Μαρίας, με το που βγήκε η πρώτη πενιά από το μπουζούκι του Καρνέζη και του Παπαδόπουλου, με το που διπλασίασε το κορμί του ο Μίκης ανοίγοντας σαν αετός τα χέρια του, με το που άρχισε να κρατά το ρυθμό με το αριστερό του πόδι, ηλεκτρικό ρεύμα διαπέρασε το πλήθος. Σε ένα λεπτό τραγουδούσαν, σε πέντε λεπτά παραληρούσαν, στο τέλος είχαν γίνει επικίνδυνοι. Γραμματέα του ΚΚΕ στη θέση του Χαρίλαου να τους ζητούσες να τον κάνουν, υπήρχε σοβαρός κίνδυνος να δεχτούν. Στο τέλος τον πλησίασαν, τον περικύκλωσαν, προσπαθούσαν να τον φτάσουν, να απλώσουν το χέρι και να τον ακουμπήσουν, να πάρουν την ευλογία του. Και αυτός γελούσε σα μικρό παιδί. Απολάμβανε το θρίαμβό του. Τίποτε από όσα έχω ζήσει στα Φεστιβάλ δεν μπορούσε να συγκριθεί με αυτό το σχεδόν θρησκευτικό παραλήρημα. Το πάθος των από κάτω γινόταν ένα με τη δημιουργική μανία της μαυροντυμένης μεγαλόπρεπης φιγούρας που διηύθυνε από πάνω».
Με δεδομένη και την αποθέωση από τον κόσμο του ΚΚΕ, στο Φεστιβάλ του ΚΚΕ, ο Μίκης Θεοδωράκης, δέχεται τον Γρηγόρη Φαράκο, στο σπίτι του, το 1978. Το στέλεχος του ΚΚΕ, του προτείνει να είναι υποψήφιος του κόμματος, στο Δήμο της Αθήνας, κάτι που ο μουσικοσυνθέτης, δέχεται. Ο Μίκης δέχεται, όμως η εκλογική του συνεργασία με το ΚΚΕ, δεν καταφέρνει να προσφέρει κάποια πρόσθετη δυναμική. Καταγράφει ποσοστό 16,7% στον μεγαλύτερο Δήμο της χώρας. Ποσοστό σαφώς ανώτερο από αυτό του ΚΚΕ (που στις βουλευτικές εκλογές κυμαινόταν περί το 12%), όχι όμως διαφορετικό από τη διευρυμένη δημοτική του επιρροή, όπως καταγράφηκε με υποψηφίους τον Βασίλη Εφραιμίδη το 1982 και τον Θοδωρή Κατριβάνο το 1986. Στον δεύτερο γύρο, ο Μίκης Θεοδωράκης, κάνει δήλωση στήριξης του Δημήτρη Μπέη, που εκλέγεται έναντι του Γ. Πλυτά, που υποστηριζόταν από τη ΝΔ και είχε αναδειχθεί πρώτος στον α’ γύρο.
Έπειτα, συγκροτεί την «Κίνηση για Ενιαία Αριστερά» φιλοδοξώντας να συσπειρώσει προσωπικότητες που επιθυμούσαν τη συνεργασία με το ΚΚΕ, χωρίς όμως να ενταχθούν σ’ αυτό. Στις εκλογές του 1981, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας κατεβαίνει μόνο και καταγράφει ποσοστό σχεδόν 11%. Ο Μίκης Θεοδωράκης, βρίσκεται και πάλι στο ψηφοδέλτιό του στη Β’ Πειραιώς ως συνεργαζόμενος. Εκλέγεται με 13.785 σταυρούς, περισσότερους από εκείνους του 1964.
Αρκετά χρόνια αργότερα, θα γράψει το παράπονό του, για εκείνη τη βουλευτική του θητεία. «Οι αρμόδιοι για την Κοινοβουλευτική Ομάδα δε μου έδιναν την δυνατότητα να υπερασπίσω ούτε ερωτήσεις, ούτε επερωτήσεις. Μόνο ερωτήσεις β’ κατηγορίας που αφορούσαν τις συνοικίες. Στα μεγάλα πολιτικά θέματα με άφηναν απ’ έξω». Κάπως έτσι ο μουσικοσυνθέτης, αποσύρεται και πάλι στο Παρίσι και γράφει για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια, συμφωνική μουσική.
Στα χρόνια της «Αλλαγής»
Το 1981, την Ελλάδα επισκέπτεται, ο ηγέτης της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, Γιασέρ Αραφάτ. Κατά την παραμονή του, συναντά τον Μίκη, ως βουλευτή του Κομμουνιστικού Κόμματος. Του ζητά να συνθέσει έναν ύμνο, ο οποίος θα προταθεί να αποτελέσει τον επίσημο ύμνο του Παλαιστινιακού Κράτους, όταν επιτευχθεί η επίσημη ίδρυσή του.
Στις αρχές της επόμενης χρονιάς, ο Μίκης, έπειτα από πρόσκληση της Παλαιστινιακής Αρχής, επισκέπτεται τη Βηρυτό, ως καλεσμένος του υπουργού Πολιτισμού του Λιβάνου και της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης για να παρουσιάσει το έργο του.
Εκεί, στη Βουλή των Παλαιστινίων ο Αραφάτ προαναγγέλλει την ανάκρουση του έργου του Μίκη Θεοδωράκη, για να τεθεί προς έγκριση ως Εθνικός Ύμνος. Ο Αραφάτ και οι βουλευτές, με χειροκροτήματα, επικυρώνουν το νέο ύμνο.
Παράλληλα, η συνεργασία του με το ΚΚΕ, του «ανοίγει» τις πόρτες των σοσιαλιστικών χωρών. Παρουσιάζει το έργο του σε μεγάλες συναυλίες στη Δρέσδη, στο Βερολίνο και στη Λειψία.
Το 1983, του απονέμεται το βραβείο Λένιν για την ειρήνη, το αντίστοιχο δηλαδή του βραβείου Νόμπελ, για την Ανατολική Ευρώπη. Βραβείο που είχε ακόμα απονεμηθεί στους Κώστα Βάρναλη, Γιάννη Ρίτσο, Μανώλη Γλέζο και Χαρίλαο Φλωράκη. Παρά το γεγονός πως η μουσική του ήταν από 20ετίας κιόλας αναγνωρισμένη παγκοσμίως, ο ίδιος -όπως περιγράφει ο στιχουργός Λευτέρης Παπαδόπουλος, που βρέθηκε δίπλα του στη βράβευσή του στο Κρεμλίνο- ήταν φοβερά δυσαρεστημένος και δικαιολογημένα, γιατί σπανίως μεταδιδόταν έστω και ένα τραγούδι του από τη δημόσια τηλεόραση. Είχε μάλιστα εκμυστηρευτεί «αισθάνομαι σαν τάνκερ στη Λίμνη των Ιωαννίνων».
Λίγο αργότερα, Παπαδόπουλος και Θεοδωράκης, θα συνεργαστούν σε ένα δίσκο. Μόλις τελειώνουν τη μελοποίση των κομματιών, καταπιάνονται με το θέμα του ερμηνευτή. Όπως θυμάται, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο Θεοδωράκης, πρότεινε αμέσως τον Δημήτρη Μητροπάνο. Όπως αναφέρει, υπήρχε και ένα ζήτημα «Προσωπικό – συναισθηματικό: ο Μίκης αγαπούσε πολύ τον Μητροπάνο. Γιατί ο τραγουδιστής, σε διάφορες φάσεις της ζωής του Θεοδωράκη και ιδίως όταν ο Μίκης δεχόταν απειλές για τη ζωή του από διάφορους ακραίους κύκλους, έσπευδε, μαζί με πολλούς άλλους νέους δημοκρατικών πεποιθήσεων, να φυλάει με βάρδιες το σπίτι του, τις νύχτες, για να μην τολμήσει κανείς να το πλησιάσει. Οπως και δεν το πλησίασε».
Ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης, επανεκλέγεται στις βουλευτικές εκλογές του 1985, για πρώτη φορά μακριά από την περιφέρειά του, τη Β’ Πειραιά και συγκεκριμένα, με το ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΚΚΕ. Όμως και πάλι αποστασιοποιείται από το κόμμα και τελικώς παραιτείται από βουλευτής το 1986.
Αν και έχει δώσει όλες του τις δυνάμεις για την ενότητα του χώρου, θα λείψει από τη συγκρότηση του «Συνασπισμού της Αριστεράς» με τη συμμετοχή μάλιστα του ΚΚΕ το 1989. Αντίθετα, την ώρα που ο Συνασπισμός συνέπραττε με τη Νέα Δημοκρατία στο όνομα της «κάθαρσης» με την κυβέρνηση Τζανετάκη και έπειτα και με το ΠΑΣΟΚ στην οικουμενική, ο Μίκης Θεοδωράκης, θα επανέλθει στη Βουλή, ως ανεξάρτητος συνεργαζόμενος, αυτή τη φορά, με τη Νέα Δημοκρατία. Οι εκλογικές αναμετρήσεις είναι συνεχείς. Επανεκλέγεται τον Απρίλιο του 1990 και αναλαμβάνει, υπουργός Άνευ Χαρτοφυλακίου και στη συνέχεια υπουργός Επικρατείας.
«Οι περισσότεροι φίλοι μου χάθηκαν, τα έντυπα της αριστεράς με αντιμετώπιζαν με υποτίμηση, σαρκασμό και ειρωνεία. Από την άλλη μεριά οι δεξιοί, που με είχαν για αρχικομμουνιστή, δεν μπορούσαν να χωνέψουν ότι είμαι μαζί τους. Και βρέθηκα στο απόλυτο κενό, σ’ ένα ψυχολογικό χάος, που δεν το είχα μόνο εγώ, αλλά και η οικογένειά μου. Ηταν μια πολύ τραγική εμπειρία» θα δηλώσει ο ίδιος αρκετά χρόνια μετά για την εμπειρία του αυτή.
«Πολιτικό εκκρεμές» τον χαρακτήριζε ο συνήθως μετριοπαθής, Λεωνίδας Κύρκος. «Δεν είναι απλά ένας αποστάτης» δήλωνε ο Ανδρέας Παπανδρέου, αλλά «ο μεγαλύτερος προδότης στην ελληνική ιστορία 2000 χρόνων».
Ο Μίκης αναλαμβάνει δράση ώστε να ευαισθητοποιήσει τους πολίτες σχετικά με το πρόβλημα των ναρκωτικών. Περιοδεύει σε όλη τη χώρα με συναυλίες, τα έσοδα από τις οποίες διατίθενται στις θεραπευτικές κοινότητες ΚΕΘΕΑ. Η Μελίνα Μερκούρη δηλώνει σε συνέντευξή της, πως ο Θεοδωράκης χρησιμοποίησε την εκστρατεία κατά των ναρκωτικών και ότι εισέπραξε 1,5 εκατ. γερμανικά μάρκα.
Ο Μίκης υποβάλλει μήνυση για συκοφαντία εναντίον της εφημερίδας Νίκη και κερδίζει τη δίκη. Οι υπεύθυνοι υπαναχωρούν και υποχρεώνονται να δημοσιεύσουν μια διάψευση των συκοφαντικών τους δηλώσεων και να ζητήσουν δημόσια συγγνώμη. Η υπόθεση όμως βαθαίνει το χάσμα που δημιουργηθεί μεταξύ Μίκη και Μελίνας.
Η δολοφονία του καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα στην Πάτρα, θα τον βρει υπουργό της Νέας Δημοκρατίας. Οι εφημερίδες του χώρου, θα σπεύσουν σε εκείνον ως εκπρόσωπο μιας υποτιθέμενης «αριστερής» τάσης στην κυβέρνηση για δηλώσεις. «Υπάρχουν μηχανισμοί και κομματικοί παράγοντες που δεν έχουν παραδεχθεί την εκλογική τους ήττα και που λειτουργούν διαβρωτικά στο πολιτικό μας σύστημα. Εχουν κηρύξει έναν άτυπο εμφύλιο πόλεμο, η σημασία και οι συνέπειες του οποίου υποτιμήθηκαν δυστυχώς έως τώρα από τους αρμοδίους. Σχετικά με την τελευταία τραγωδία και το αθώο θύμα –για το οποίο εκφράζω τη βαθύτατη λύπη μου– η άποψή μου ήταν ότι οι καταλήψεις χρησιμεύουν πλέον ως θρυαλλίδες, προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι επιδιωκόμενες από τους υποκινητές της ανωμαλίας εκρήξεις» («Απογευματινή», 12/1/1991).
Την επομένη, σε νέες του δηλώσεις, σημειώνει «Όλα περιστρέφονται γύρω από την επικείμενη δίκη του Ανδρέα Παπανδρέου. Το ΠΑΣΟΚ έκανε τη θερινή επίθεση με τους καθηγητές. Τη φθινοπωρινή επίθεση με τους συνδικαλιστές της ΔΕΗ. Τη χειμερινή επίθεση με την κλαδική της τρομοκρατίας και τώρα με την κλαδική των αναρχικών! Θέλουν έναν Πέτρουλα για ν’ αποτελέσει σύμβολο. Θέλουν φρέσκο αίμα. Έχω σοβαρές αμφιβολίες για τον τρόπο που σκοτώθηκε ο Τεμπονέρας. Έμαθα ότι ήταν μετριοπαθής. Τα παιδιά ήταν δόλωμα, για να έρθουν τα Τάγματα Υπεράσπισης Υποδίκων».
Με τη διάλυση της Ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, προκύπτει το «Μακεδονικό». Στο υπουργικό συμβούλιο, ο Μίκης Θεοδωράκης. Σύμφωνα με ένα αρκετά ετεροχρονισμένο κείμενο του μουσικοσυνθέτη, ήταν εκείνος που στο υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, είχε θέσει το θέμα του αλυτρωτισμού λόγω της ονομασίας και της χρήσης του όρου «Μακεδονία».
Την επόμενη χρονιά, το 1992, θεωρώντας πλέον ότι δεν έχει ρόλο στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, υποβάλλει την παραίτησή του από υπουργός και λίγο αργότερα και από βουλευτής.
Η αποστασιοποίηση του ’90 – ’00
Ενδεικτικό, της διεθνούς φήμης του Μίκη, το γεγονός ότι το 1994, στο Όσλο υπογράφεται η συμφωνία μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, με την οποία οι πρώτοι, αναγνωρίζουν την Ανεξάρτητη Παλαιστινιακή Αρχή.
Παρουσία των Πέρες και Αραφάτ, την ίδια χρονιά που τους απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης, παρουσιάζεται το «Μαουτχάουζεν» που εν τω μεταξύ έχει μετατραπεί σε «εθνικό τραγούδι» του Ισραήλ, αλλά και του ύμνου για την Παλαιστίνη που έχει συνθέσει ο Μίκης Θεοδωράκης.
Το 1995, επιστρέφει και εγκαθίσταται εκ νέου στο Παρίσι, ενώ έχει παραιτηθεί από τη θέση του Γενικού Διευθυντή Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ. Στη Γαλλία, θα τιμηθεί με τον τίτλο του «Αξιωματικού της Λεγεώνας της Τιμής» από τον Φρανσουά Μιτεράν, ενώ την ίδια χρονιά θα χάσει τον αδερφό του, Γιάννη, στα 64 του χρόνια.
Ο Μίκης βέβαια, δεν έχει εγκαταλείψει την ενεργό πολιτική. Μπορεί να μη συμμετέχει σε εκλογές, όμως δραστηριοποιείται έντονα στο πεδίο της ελληνοτουρκικής φιλίας αλλά και κατά της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας. Το 1999, ξεσπά η υπόθεση της παράδοσης του ηγέτη των Κούρδων ανταρτών, Άπο Οτζαλάν. Με την αποκάλυψη της υπόθεσης της παράδοσής του, στις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη, βρίσκεται σε δεινή θέση.
Χείρα βοηθείας που κανείς δεν περίμενε, έρχεται από τον Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος καλεί κάμερες στο σπίτι του και προχωρά σε δηλώσεις. Σ’ αυτές, δεν θα στραφεί όπως περίμεναν οι περισσότεροι κατά της ελληνικής κυβέρνησης. Αντίθετα, θα κατακεραυνώσεις τις συνεργάτιδες του Οτζαλάν, οι οποίες κατηγορούσαν την Ελλάδα για συμπαιγνία με την Τουρκία και τους Αμερικανούς, ώστε ο ηγέτης τους να παραδοθεί στη MIT και να καταλήξει στις τουρκικές φυλακές. Το 2000 και ενώ ήδη του είχε απονεμηθεί 17 χρόνια πριν, το βραβείο Λένιν για την Ειρήνη, προτείνεται και για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, το οποίο τελικά αποδίδεται στον τότε Νοτιοκορεάτη πρόεδρο, για τις διαπραγματεύσεις του, με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας.
Το 2003, παίρνει μέρος στις κινητοποιήσεις κατά της αμερικανικής επέμβασης στο Ιράκ, ενώ την ίδια χρονιά, πραγματοποιεί συναυλία μνήμης στη μαρτυρική Μακρόνησο. Ο Γιώργος Παπανδρέου συνοδευόμενος από τον αδερφό του Νίκο, θα παραβρεθεί στην εκδήλωση, όπως και η τότε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Σοφία Σακοράφα, η οποία βοήθησε στη διοργάνωση.
Στη Μακρόνησο, όμως θα βρεθεί και ο μετέπειτα Περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας, Κώστας Μπακογιάννης, σε ηλικία τότε 22 χρονών, ο οποίος εξομολογήθηκε ότι πριν αποφασίσει να πάει στη Μακρόνησο, πήρε την έγκριση της μητέρας του, Ντόρας Μπακογιάννη. Αντίθετα, παρά το γεγονός πως είχε εκφράσει τη διάθεση να βρεθεί στη συναυλία, ο -τότε- πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, δέχτηκε αφόρητες πιέσεις από τη δεξιά πτέρυγα του κομματός του, εγκαταλείποντας την ιδέα της επίσκεψης.
Το 2004, εξαιτίας κάποιων προβλημάτων υγείας, δεν θα παραβρεθεί στην έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα. Από την τελετή όμως δεν θα λείψει η μουσική του. Η είσοδος της Ολυμπιακής σημαίας, που μεταφέρουν 8 Έλληνες αθλητές, γίνεται υπό τους ήχους αποσπάσματος από τη μουσική του για τον Ζορμπά. Λίγο πριν τους αγώνες, με τους ήχους των δικών του έργων εγκαινιάζεται και η γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου.
Το 2007, δίνει σειρά συναυλιών, για την ενίσχυση των πυρόπληκτων από τις μεγάλες φωτιές που έχουν συγκλονίσει τη χώρα, κυρίως σε Ηλεία και Αττική. Για αρκετά χρόνια, η παρουσία του Μίκη στην ενεργό πολιτική, ατόνισε. Τουλάχιστον μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης, οι παρεμβάσεις του ήταν ελάχιστες.
Η Σπίθα του Α’ Μνημονίου
Με την υπογραφή του πρώτου μνημονίου όμως αφουγκράζεται την οργή των πολιτών. Στέκεται των πλευρό των «αγανακτισμένων» και των «πλατειών», ενώ δημιουργεί το Κίνημα Πολιτών «Σπίθα», το οποίο δεν έχει σαφείς αναφορές σε Αριστερά ή Δεξιά. Καλεί τα κόμματα της Αριστεράς, να παραιτηθούν από τη Βουλή, ώστε να προκαλέσουν εκλογές στις μεγάλες εκλογικές περιφέρειες της χώρας, όπου -κατά την άποψή του- θα αποτυπώνονταν η οργή των ψηφοφόρων.
Ο ίδιος παίρνει μέρος στις συγκεντρώσεις ενάντια στην ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου, τον Φεβρουάριο του 2012.
Πηγή: Δικαιολογητικά
Ο επίλογος
Λίγα χρόνια μετά, ο Μίκης Θεοδωράκης ανακοίνωσε ότι αποχωρεί από την ενεργό πολιτική σκηνή, ενώ έδειξε την απογόητευσή του και την αποδοκιμασία του προς την μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Ξεχωρίζει επίσης μια επιστολή που έστειλε στην εφημερίδα “τα ΝΕΑ”, όπου κατακεραύνωνε την αντικομμουνιστική υστερία.
Εντάξει λοιπόν! Νικηθήκαμε και μπήκαμε στην γωνία! Τι άλλο θέλετε από εμάς εσείς οι νικητές και ξύνετε τις πληγές μας; Με το αίμα το δικό μας που συνέβαλε αποφασιστικά στην κατάκτηση της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας τα πήρατε όλα! Κράτος, Κυβέρνηση, Παιδεία, Πολιτισμό, Στρατό, Αστυνομία, Τράπεζες, Τύπο, Τηλεοράσεις. Εμείς μείναμε στην γωνία, ουσιαστικά και πάλι (όπως στον Εμφύλιο) πολίτες β’ κατηγορίας.
Και από τον Στάλιν δεν θυμάστε παρά μόνο τα εγκλήματά του… Το μόνο που δεν άκουσα γι’ αυτόν είναι ότι με το πρωινό του έτρωγε τηγανητό ανθρώπινο κρέας. Για κείνον τον Στάλιν, τον Αρχιστράτηγο του Κόκκινου Στρατού με τις νίκες στο Στάλινγκραντ, στη Μόσχα, στο Λένινγκραντ και στο Βερολίνο, δεν έχετε τίποτα να πείτε;
Αν έλειπε ο Κόκκινος Στρατός και ο Στάλιν, τι θα είχαμε σήμερα; Αραγε το σκεφτήκατε;
Μίκης προς “Τα ΝΕΑ”: «Με τρομάζει η αντικομμουνιστική υστερία που κατακλύζει την εφημερίδα σας»
Το ΚΚΕ τίμησε επανειλημμένα τη μεγάλη προσφορά του Μίκη, διοργάνωσε μεγάλη συναυλία για τα 90χρονα του συνθέτη.
Ενώ ο ίδιος ήταν παρών στο 43ο Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή, σε ένα λαϊκό προσκύνημα όπου η συγκίνηση ξεχείλιζε ως τον ουρανό. Αξέχαστες και συγκινητικές στιγμές, για όσους τις έζησαν από κοντά…
Λίγους μήνες μετά, ωστόσο, ο Μίκης έδωσε το “παρών” στο εθνικιστικό συλλαλητήριο για τη Μακεδονία, πιστεύοντας ότι έτσι μπορεί να ενώσει τον λαό. Πίκρανε όμως πολλά δικά του παιδιά, που τον αγάπησαν και ένιωθαν πως του χρωστάν την πολιτική τους διαμόρφωση. Και αυτό που συμπύκνωσε καλύτερα από κάθε άλλο αυτό το συναίσθημα ήταν ο… “αποχαιρετισμός” του Θύμιου Καλαμούκη στον Μίκη από την Ελληνοφρένεια.
Στη συνέχεια ακολούθησαν οι άστοχες δηλώσεις του Μίκη για τα παιδιά στον φράχτη στον Έβρο και για τους χρυσαυγίτες, που αγαπούν την πατρίδα με έναν τρόπο… λίγο εριστικό. Φρόντισε όμως να επανορθώσει, εν μέρει, το λάθος του, χαιρετίζοντας τη δικαστική απόφαση για τα ηγετικά στελέχη της χρυσής αυγής και μιλώντας ενάντια στο σαράκι του φασισμού.
Η τελευταία του πολιτική πράξη ήταν η… άτυπη “πολιτική διαθήκη” που άφησε και ήταν συνυφασμένη με το ΚΚΕ και τη δική του επιθυμία να απαλείψει τις λεπτομέρειες, τις μικρές μελανές κηλίδες, να θυμηθεί τα μεγάλα και ωραία που σημάδεψαν τη ζωή του και να πεθάνει σαν κομμουνιστής.
Μίκης Θεοδωράκης: Θέλω να αφήσω τον κόσμο αυτόν σαν κομμουνιστής! – Η πολιτική διαθήκη του Μίκη
Και αυτή είναι η τελευταία γεύση που μένει…