Eurogroup, επεισόδιο 4, σαιζόν 62/22*: 5ο μνημόνιο στον ορίζοντα
Το καλύτερο θα ήταν ένα μνημόνιο που θα το επέβαλλε η ελληνική κυβέρνηση στον λαό, αν είχε αυτά τα κότσια, ώστε να μην του παίρνουν και του Άδωνη τη δόξα οι διάφοροι τυχάρπαστοι Τόμσεν. Αλλά έλα που δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση να αναμετρηθεί μόνη της με τον λαό, εδώ και 200 χρόνια…
Άλλο ένα Eurogroup-θρίλερ τελείωσε με την παλιά κλασική συνταγή που ίσχυε σε όλα τα σίριαλ, τουλάχιστον μέχρι το Game of Thrones: δηλαδή, μπορεί να γίνουν πολλά αλλά ο πρωταγωνιστής δεν πεθαίνει ποτέ σε ένα απλό επεισόδιο μιας ενδιάμεσης χρονιάς. Εκ πρώτης όψης, ο πρωταγωνιστής εδώ φαίνεται να είναι το ευρώ, αλλά με πολύ λίγο ξύσιμο της επιφάνειας μπορεί κανείς να ανακαλύψει ότι πρωταγωνιστής είναι ο στρατηγικός συμβιβασμός του γαλλικού και του γερμανικού κεφαλαίου. Τι ωραία που μοίρασαν τους ρόλους οι γαλλικές και γερμανικές μαριονέτες! Οι μεν έπιασαν το ένα παιδάκι, οι δε το άλλο, τους εξήγησαν μέχρι πού μπορούν να φτάνουν οι διαφωνίες τους, αλλά και ότι πρέπει να έχουν τρόπους. Μάλιστα έκαναν κι οι ίδιες υποχωρήσεις, τόσο σημαντικές που οι κεφαλαιοκράτες που τις κινούν τρίβουν ακόμα τα χέρια τους.
Τι έγινε λοιπόν; Τίποτα το πολύ καινούριο. Η ιστορία με το (χχχχ-)ομόλογο είναι παλιά. Ευρωομόλογο ή κορονο-ομόλογο ή όπως θέλεις πέστο. Είναι αυτό που το ευρώ χρειάζεται πραγματικά για να ολοκληρωθεί σαν παγκόσμιο χρήμα που είναι, αλλά δεν μπορεί να έχει λόγω της ιδιομορφίας του εκδότη του. Το ομόλογο του ευρώ είναι η γενετήσια πράξη για τη συνεχή του αναγέννηση, η δυνατότητα πιστωτικής επέκτασης προσαρμοσμένη στις ανάγκες του κεφαλαίου που βρίσκεται πίσω του. Από την άλλη, το ευρώ εκδίδεται από το Ευρωσύστημα (του οποίου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι ένα μόνο μέλος και όχι το πιο ισχυρό) και εγγυάται από τα κράτη της Ευρωζώνης. Αν και η πιστωτική επέκταση είναι ζητούμενο για όλους, η έλλειψη πολιτικής και διοικητικής ενότητας στο εσωτερικό δεν επιτρέπει το εγχείρημα. Τα ζητήματα που εγείρονται είναι πολλά: ποιος θα πληρώσει τα όποια σπασμένα σίγουρα θα προκύψουν; Σε τι επιτόκιο θα βγαίνει; Τι επιπτώσεις θα έχει αυτό για τη διαχείριση των χρεών κάποιων χωρών και τα αντίστοιχα κέρδη των μεγα-τραπεζών, κυρίως Γαλλικών και μίας Γερμανικής; Τι αντάλλαγμα θα πάρει η Γερμανία αν δώσει αυτό το χαρτί που θα την αποτρέπει πλέον από το να έχει πάντα σαν πίσω πόρτα το σχέδιο του γερμανικού ευρώ; Και άλλα πολλά…
Το σημαντικό όμως είναι ότι κανένα σχέδιο, πρόβλημα, εμπόδιο δεν είναι ικανό να λυγίσει από μόνο του την γαλλογερμανική συμμαχία. Οι ΣΕΒ των δύο χωρών αποκαλούνται αδελφές οργανώσεις! Με αυτό δεν θέλω να πω ότι δεν θα τα σπάσουν ποτέ. Αν όμως γίνει κάτι τέτοιο θα το καταλάβουμε αλλιώς και όχι με ένα Eurogroup. Η ιστορία δείχνει ότι τα διάφορα φόρα όπου πάρθηκαν αποφάσεις αντίστοιχου μεγέθους ήταν τυπικά, απλώς διεκπεραιωτικά. Τα Eurogroup όπου ανάβει το αίμα είναι αυτά όπου διακυβεύεται κάτι μικρό, ενώ τα μεγάλα θέματα είναι λυμένα. Αν είναι να αλλάξει κάτι, θα έχουμε δει διάρρηξη των σχέσεων των γερμανών με τους γάλλους κεφαλαιοκράτες, αποχώρηση από τα φόρα των μεν και των δε, πολεμικά ανακοινωθέντα μεταξύ εταιρειών. Για το ευρώ δεν αποφασίζει ο υπουργός οικονομικών καμιάς χώρας· όποιος πιστεύει το αντίθετο μπορεί να ψάξει την οικονομική ιστορία του ευρώ έστω για ένα παράδειγμα, ακόμα και ανάμεσα σε αστικές φυσιογνωμίες κάποιου κύρους, όχι όπως οι σημερινές.
Βέβαια, στο Eurogroup τέθηκε και ένα άλλο θέμα. Αυτό του ESM. Ο ESM είναι το ευρωπαϊκό αντίπαλο δέος του ΔΝΤ. Ή τουλάχιστον, το όχημα ώστε αν μπλέξει κάποιος «δικός μας» να μην χρειάζεται να «πέφτουμε» στην ανάγκη του ΔΝΤ. Σίγουρα, το ομόλογο και ο Μηχανισμός Σταθερότητας δεν είναι ασύνδετα πράγματα. Αλλά δεν είναι και ταυτόσημα. Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι χρηματοδότησης του ESM, όπως φάνηκε ήδη από το τελευταίο Eurogroup.
Υπάρχουν διάφορα ζητήματα με τον ESM. Το πρώτο είναι, αν μας κάνει διαφορά ένα μνημόνιο έναντι στήριξης από τον ESM, από ένα μνημόνιο έναντι στήριξης από το ΔΝΤ. Αν μας κάνει διαφορά μια λιτότητα που θα επιβάλλεται από ένα φορέα του ευρωζωνικού ιμπεριαλισμού, έναντι μιας λιτότητας που θα επιβάλλεται από ένα φορέα του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού που τυλίγεται στην αστερόεσσα. Υπάρχουν διαφορές σίγουρα και είναι μεγάλες. Από τη μία, ένα μνημόνιο πείνας για το λαό που επιβάλλεται κυρίως από τους Αμερικάνους δημιουργεί μια ταπείνωση, ενώ αν μας το επιβάλλουν κυρίως οι γαλλογερμανοί που είμαστε σύμμαχοι, μαζί στο ευρώ… όχι, όπως το βλέπω γραμμένο, δεν στέκει. Μάλλον ανάποδα. Αν τη λιτότητα την επιβάλλουν οι βρωμογερμανοί και οι βρωμογάλλοι… όχι, ούτε αυτό κάθεται, γιατί αν είναι έτσι δε «μένουμε Ευρώπη». Τέλος πάντων, υπάρχουν σίγουρα μεγάλες διαφορές που δεσμεύομαι να διατυπώσω με πιο καθαρό μυαλό κάποια άλλη στιγμή.
Μεταξύ μας, το καλύτερο θα ήταν ένα μνημόνιο που θα το επέβαλλε η ελληνική κυβέρνηση στον λαό, αν είχε αυτά τα κότσια, ώστε να μην του παίρνουν και του Άδωνη τη δόξα οι διάφοροι τυχάρπαστοι Τόμσεν. Αλλά έλα που δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση να αναμετρηθεί μόνη της με τον λαό, εδώ και 200 χρόνια…
Μην γελιέστε, η ένταση του ανταγωνισμού μεταξύ κεφαλαίων μέσα στην ευρωζώνη το επόμενο διάστημα θα ενταθεί. Το διακύβευμα δεν φτάνει ποτέ στον πυρήνα του γαλλογερμανικού συμβιβασμού γιατί αυτός δεν εξαρτάται από τα τρέχοντα προβλήματα. Αντίθετα, δυναμώνει μέσα σε συνθήκες οξυμένου ανταγωνισμού γιατί, αν ισχύει για κάποιον το «με το ευρώ καλύτερα», αυτό είναι το γαλλογερμανικό κεφαλαίο σε κρίση. Από την άλλη, το ευρώ είναι γεμάτο αντιφάσεις που δεν εξαντλούνται στις αντιφάσεις του ιμπεριαλιστικού χρήματος (όπως το δολάριο και η βρετανική λίρα), αλλά επεκτείνονται από την ιδιομορφία του θεμέλιου λίθου του, του γαλλογερμανικού συμβιβασμού. Αυτές οι αντιφάσεις θα κάνουν αυτό που κάνουν όλες οι αντιφάσεις: θα οξύνονται, θα λύνονται και όσο λύνονται θα βαθαίνουν.
Αν υπάρχει λοιπόν μια στρατηγική επιλογή του λαού απέναντι στα Eurogroup την εποχή του κορονοϊού είναι αυτή: κλείστε την τηλεόραση και ντου στις κινητοποιήσεις του καιρού. Συνθήματα στα μπαλκόνια, στάσεις εργασίας κι απεργίες, τραγούδια και φωνή, πολλή φωνή. Ένας είναι ο εχθρός, ο ιμπεριαλισμός.
*Οι σαιζόν μετριούνται κανονικά από το 1958, αλλά ο τελευταίος κύκλος ξεκίνησε το 1998.