“Πάσο” στην παραγωγικότητα, “τα βλέπω” στην εντατικοποίηση – Η αστική τάξη και ο λάκκος της
Η αστική τάξη έφτασε στο σημείο να μην μπορεί να διαχειριστεί ούτε το μυαλό της και να πυροβολεί τα πόδια της. Δυστυχώς, αυτό που δεν θα μπορέσει ποτέ να κάνει, από ένστικτο και μόνο, είναι να πέσει μέσα στο λάκκο που έχει σκάψει. Αυτή τη βοήθεια πρέπει να της την δώσει η εργατική τάξη.
Το νέο υπόδειγμα που ευαγγελίζεται το μεγάλο κεφάλαιο, σε όλη την ΕΕ, και στην Ελλάδα, προβλέπει αύξηση της παραγωγικότητας κι ενίσχυση της μεταποίησης τεχνολογίας αιχμής. Μιλάνε για Βιομηχανία 4.0, ενεργειακή αυτονομία και έξυπνη μεταποίηση. Αυτό το σχέδιο, ισχυρίζονται οι αρχιτέκτονές του, απαιτεί αφενός επενδύσεις σε νέα μέσα παραγωγής (που όλως τυχαίως παράγονται σε συγκεκριμένες χώρες), και αφετέρου, ένα υψηλό επίπεδο ειδίκευσης της εργατικής τάξης. Για αυτό το σκοπό, το Ταμείο Ανάκαμψης των δεκάδων δις, το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης και η Αναπτυξιακή Τράπεζα περιλαμβάνουν ενισχύσεις στο μεγάλο κεφάλαιο προκειμένου αυτό να ακολουθήσει αυτό το νέο υπόδειγμα.
Ταυτόχρονα, το ίδιο κράτος κάνει δύο άλλα πράγματα. Πρώτον, υποχρηματοδοτεί την εκπαίδευση, κλείνει σχολές και τμήματα Πανεπιστημίων, κατηγοριοποιεί τα σχολεία, χαμηλώνοντας οριζόντια το επίπεδο εκπαίδευσης, αδειάζει όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, από τα δημοτικά μέχρι τα πανεπιστήμια, από δασκάλους, και γενικώς επιτίθεται με κάθε τρόπο στην εκπαιδευτική διαδικασία, ενίοτε και κυριολεκτικά, με τις δυνάμεις καταστολής, τις οποίες επιχειρεί να εγκαταστήσει μέσα στα πανεπιστήμια. Σε όλα αυτά, θα πρέπει να προστεθεί το κλείσιμο ή η πλήρης υποβάθμιση των παραγωγικών σχολών και η πλήρης αδυναμία οργανωμένης αξιοποίησης από το κεφάλαιο των μεταναστευτικών ροών για την άντληση αναγκαίου εργατικού δυναμικού στα πρότυπα της Γερμανίας, της Αγγλίας και της Αμερικής. Εν ολίγοις, διαμορφώνει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που αναμφίβολα θα οδηγήσει στην παραγωγή εργατικού δυναμικού, πιθανώς ευέλικτου και φθηνού, αλλά σίγουρα χαμηλής ειδίκευσης.
Δεύτερον, το κράτος διαχειρίζεται την καπιταλιστική κρίση προς όφελος των κλάδων του τουρισμού και του εμπορίου. Δεν εστιάζει σε ασφαλείς και σύγχρονες μονάδες μεταποίησης, αλλά αντίθετα αδιαφορεί για τη μετατροπή αυτών σε κάτεργα. Πώς αλήθεια φαντάζονται τα έξυπνα εργοστάσια; Ως πού θα φτάνει η ευφυία τους, αν δεν μπορούν στοιχειωδώς να προστατέψουν το πολύτιμο εργατικό δυναμικό, ώστε να μπορεί απρόσκοπτα να λειτουργεί σαν άλλο ένα γρανάζι τους;
Αυτές οι πολιτικές μπορεί να αυξήσουν τελικά (και μεσοπρόθεσμα) την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης μέσα από την εντατικοποίηση της εργασίας, αλλά σίγουρα δεν πρόκειται να αυξήσουν την παραγωγικότητα της εργασίας. Και λέμε μπορεί, γιατί η αύξηση της εκμετάλλευσης εξαρτάται από την ταξική πάλη κι εδώ η αστική τάξη δεν παίζει μόνη της μπάλα.
Αν είναι έτσι τα πράγματα, μειώνεται ακόμα περισσότερο η πιθανότητα να κατευθυνθούν τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης στον δηλωμένο στόχο. Προφανώς, αυτή η πολιτική δεν γίνεται με την ανοχή της αστικής τάξης, αλλά με την ευθεία εντολή της. Η ίδια η αστική τάξη φαίνεται να καίει τη συμμετοχή της στην κούρσα αναβάθμισης που διεξάγεται σε όλο τον πλανήτη για υψηλή παραγωγικότητα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι κάποιες μεμονωμένες επιχειρήσεις ή κλάδοι δεν θα ανέβουν στον τρένο, όπως γίνεται πάντα. Γι’ αυτήν την «απόσυρση», οι εν Ελλάδι αστοί θα μπορούν να ξεκοκκαλίσουν το ζεστό χρήμα των κρατικών ενισχύσεων χωρίς να το υποβάλλουν στο μαρτύριο της μετατροπής του σε κεφάλαιο και στα κοιλοπονήματα της αυτοαξιοποίησης. Κι ίσως αυτός να είναι ο πραγματικός στόχος του Ταμείου Ανάκαμψης.
Από μια άποψη, η αστική τάξη στην Ελλάδα και το πολιτικό προσωπικό τους μάλλον ποντάρουν στο υπόδειγμα που έχουν χτίσει από την ένταξή τους στην ΕΟΚ/ΕΕ και στην ανταγωνιστική θέση που έχουν από τα τόσα χρόνια εμπειρίας. Είναι πιθανό να υπάρχουν και ρητές ντιρεκτίβες σε κλάδους που η ελληνική μεταποίηση έχει δυνατότητες καπιταλιστικής ανάπτυξης (όπως η αγροδιατροφή) λόγω της δράσης συγκεκριμένων μονοπωλίων (όπως στο χώρο των σπόρων).
Το πιο εντυπωσιακό ίσως είναι ότι το αξεδιάλυτο αυτό κουβάρι ίσως έχει συνεπάρει και τους ίδιους τους αστούς ώστε συχνά να πιστεύουν και οι ίδιοι τις ρητορικές ακροβασίες τους. Έτσι, ακόμα κι όταν μιλάνε μεταξύ τους, φαίνονται πραγματικά αποφασισμένοι να τονώσουν την μεταποίηση και να την αναβαθμίσουν, όταν ταυτόχρονα σκάβουν το λάκκο και της υπάρχουσας μεταποιητικής δραστηριότητας.
Όλη αυτή η αντίθεση δείχνει ότι η αστική τάξη έφτασε στο σημείο να μην μπορεί να διαχειριστεί ούτε το μυαλό της και να πυροβολεί τα πόδια της. Δυστυχώς, αυτό που δεν θα μπορέσει ποτέ να κάνει, από ένστικτο και μόνο, είναι να πέσει μέσα στο λάκκο που έχει σκάψει. Αυτή τη βοήθεια πρέπει να της τη δώσει η εργατική τάξη.