Το δολάριο, το ευρώ και η επιθετικότητα των ΗΠΑ
Αν λοιπόν θέλουμε να μείνουμε συνεπείς στο Λένιν, δεν αρκεί να διατυπώνουμε τη διαλεκτική σχέση οικονομίας – πολιτικής.
Το άρθρο «Οι οικονομικές βάσεις της επιθετικότητας των Ηνωμένων Πολιτειών» που δημοσίευσε η Κατιούσα έχει μερικά χρήσιμα στοιχεία. Το πρώτο συνάγεται και μόνο από τον τίτλο του και αναλύεται σύντομα με αναφορά στον Ιμπεριαλισμό του Λένιν. Τι δηλαδή; Ότι δεν θα πρέπει κανείς να χάνει το οικονομικό υπόβαθρο στις πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις. Για την ακρίβεια, ότι θα πρέπει κανείς να αναζητά το οικονομικό υπόβαθρο που ενίοτε είναι καλά κρυμμένο κι άλλοτε είναι πολύ μπερδεμένο. Οι συγκρούσεις μεταξύ κρατών (κι όχι εθνών μάλλον…) φαίνεται να υποκινούνται από κάποια ιδιοσυγκρατική ασυμβατότητα μεταξύ αγγλόφωνων και ρωσόφωνων, ή μεταξύ ανθρώπων που προτιμούν το bourbon από τη vodka. Αν και όλοι μπορούν να καταλάβουν το γελοίο τέτοιων προσεγγίσεων, που εδώ εκτίθενται καθ’ υπερβολή με τα προηγούμενα παραδείγματα, δεν είναι το ίδιο εύκολο να πει κανείς ποια είναι ακριβώς τα οικονομικά συμφέροντα που υποκρύπτονται και υποκινούν τελικά τις τρέχουσες εξελίξεις, έστω στις αδρές αλλά ουσιαστικές γραμμές τους.
Το δεύτερο θετικό στοιχείο είναι η χρήση οικονομικών δεδομένων από μεγάλους θεσμούς και υπηρεσίες. Τα στοιχεία αυτά πρέπει κανείς να τα χειρίζεται με προσοχή και καχυποψία, αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να μην τα χρησιμοποιούμε. Ο βασικός λόγος που είναι αναξιόπιστα τα στοιχεία είναι επειδή αυτά έχουν σχεδιαστεί από το κεφάλαιο, για τις ανάγκες του κεφαλαίου και συνεπώς κουβαλούν όλη τη μεροληψία, αλλά και την στρεβλή οπτική του κεφαλαίου για τα πράγματα. Πέρα από τη διάθεση μαγειρέματος των στοιχείων, και χωρίς να εκδηλώσουμε καχυποψία για αυτόν το λόγο (προς το παρόν), το κεφάλαιο αντιλαμβάνεται τις οικονομικές κατηγορίες μέσα από το πρίσμα της κυριαρχίας του στην οικονομία (και καλά κάνει). Το ζήτημα αυτό είναι γνωστό στους ερευνητές που έχουν θέσει τις υπηρεσίες τους στους σκοπούς της εργατικής τάξης και έχει αντιμετωπιστεί με διάφορους τρόπους. Οι πιο βασικοί είναι: η “μετάφραση” των αστικών κατηγοριών σε μαρξικές κατηγορίες και η χρήση των αστικών κατηγοριών συνδυαστικά ώστε να δημιουργούνται κάποιες προσεγγιστικές των μαρξικών κατηγορίες.
Ας δούμε τα πράγματα λίγο πιο συγκεκριμένα. Η σύγχρονη αστική θεώρηση, ειδικά μετά τις ανατροπές των σοσιαλιστικών κρατών, είναι αταξική. Αυτή η θεώρηση διέπει και τις αντίστοιχες στατιστικές κατηγορίες. Όσο λάθος είναι να πεις ότι η διένεξη είναι μόνο πολιτική, εθνική ή κρατική μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσίας, Κίνας, άλλο τόσο λάθος είναι να θεωρήσεις ότι η κάθε μία από αυτές τις χώρες ή τις ομάδες χωρών έχει ενιαία συμφέροντα. Στα καπιταλιστικά κράτη, τα συμφέροντα είναι μοιρασμένα σε πολλά αντιτιθέμενα κομμάτια και στον υψηλότερο βαθμό αφαίρεσης είναι δύο, τα συμφέροντα των εργατών και των καπιταλιστών. Η εξέταση των στοιχείων του χρέους μιας χώρας από μόνη της είναι χρήσιμη μόνο όταν εξετάζεται μια κρατική πολιτική, είτε νομισματικής ή δημοσιονομικής φύσης. Στις άλλες περιπτώσεις, από μόνη της ξαναλέω, δεν λέει πολλά πράγματα, αντίθετα μπορεί κάλλιστα να λέει λέει πολλά λάθος πράγματα.
Στο διάγραμμα για το ισοζύγιο πληρωμών, θα ξεπεράσουμε κάποια ζητήματα που έχουν να κάνουν με τις ροές και τα αποθέματα. Θα ξεπεράσουμε ακόμα και τη σχέση ισοζυγίου πληρωμών και χρέους καθώς μεσολαβεί και η Διεθνής Επενδυτική Θέση. Θα σταθούμε σε αυτό που στέκεται το άρθρο, αυτό που είναι πολύ χτυπητό, δηλαδή την εκ διαμέτρου αντίθετη θέση της Αμερικής και της Αγγλίας από τη μία και της Γερμανίας, της Ιαπωνίας και της Κίνας από την άλλη. Τι σημαίνει αυτό; Ή καλύτερα: τι υπονοεί; Ότι οι μεν είναι οι πετυχημένοι, οι έξυπνοι, τα παράσιτα, ενώ οι άλλοι είναι οι εργατικοί, οι αγαθιάρηδες και οι εξαπατημένοι;
Πριν ακόμα απαντηθεί αυτό το ζήτημα, γίνεται ένα ακόμα μεγαλύτερο άλμα στο άρθρο: όχι απλά ισχύει κάποια τέτοια διαφοροποίηση μεταξύ των κρατών, αλλά για αυτήν την διαφοροποίηση ευθύνεται το δολάριο. Ακολουθεί το εξής απόσπασμα:
Το δολάριο είναι το πλέον διεθνώς αναγνωρισμένο νόμισμα ανταλλαγής για πολλά χρόνια. Μεταξύ των μικρών παικτών που θα ήθελαν να υπονομεύσουν το μονοπώλιο θυμόμαστε σε αυτό το ρόλο, το Σαντάμ Χουσεΐν και τον Καντάφι.
Αυτό το χαρακτηριστικό επιτρέπει ουσιαστικά στις Ηνωμένες Πολιτείες να εκδίδουν χρήμα απεριόριστα, βέβαιοι ότι θα απορροφηθεί με κάποιο τρόπο από τον υπόλοιπο κόσμο. Όσο περισσότερο οι Ηνωμένες Πολιτείες εκδίδουν χρήμα – και έτσι με αυτό μπορούν να αγοράσουν αυτό που θέλουν – τόσο περισσότερο οι άλλες χώρες το αγοράζουν, μεταφέροντας αγαθά και υπηρεσίες στο κέντρο του ιμπεριαλισμού, που αποκτά οικονομική δύναμη. Αυτή η οικονομική δύναμη βασίζεται μόνο στο γεγονός ότι το δολάριο μπορεί να αγοράσει τα πάντα.
Η ανάδειξη της σημασίας του δολαρίου είναι σημαντική, αλλά ο τρόπος που γίνεται είναι πολύ προβληματικός. Υπάρχουν τρία σημεία που πρέπει να σταθούμε. Πρώτον, η οικονομική δύναμη του (κέντρου του) ιμπεριαλισμού δεν βασίζεται στο γεγονός ότι το δολάριο μπορεί να αγοράσει τα πάντα, ούτε μόνο, ούτε καθόλου. Αλήθεια, οι μεγάλες πολυεθνικές που έχουν έδρα τις ΗΠΑ, οι πλουσιότεροι άνθρωποι του πλανήτη που έχουν την ίδια έδρα, ανεξαρτήτως καταγωγής, το μεγαλύτερο βιομηχανικό-στρατιωτικό σύμπλεγμα στον κόσμο, η έδρα της μίας εκ των δύο παραγωγών ημιαγωγών, οι μεγαλύτεροι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, ένα από τα σημαντικότερα χρηματιστήρια στον κόσμο, τα μεγαλύτερα αποθέματα σε χρυσό και τόσα άλλα δεν παίζουν κανένα ρόλο στο γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν το μεγαλύτερο ΑΕΠ στον κόσμο; Το δολάριο οδήγησε σε ΑΕΠ 20,5 τρις ή τα 20,5 τρις επιτρέπουν την έκδοση του δολαρίου;
Δεύτερον, οι χώρες δεν θέλουν, δεν αγοράζουν και γενικώς δεν δραστηριοποιούνται ως χώρες με κανένα τρόπο. Αν με αυτό εννοεί κανείς τις κυβερνήσεις, τότε ο δείκτης του ισοζυγίου πληρωμών είναι λάθος. Αν στέκομαι σε αυτόν τον ιδιότυπο φετιχισμό, όπου σχέσεις μεταξύ ανθρώπων εκφράζονται σαν σχέσεις μεταξύ κρατών είναι γιατί με αυτόν τον τρόπο αποκρύπτονται οι ταξικές σχέσεις εντός των κρατών. Αυτό όμως το εργαλείο, δηλαδή ο φακός της ταξικής ανάλυσης είναι ακρογωνιαίος λίθος σε κάθε προσέγγιση που θέλει να μιλήσει για ιμπεριαλισμό από μια μαρξιστική ή, ακόμα περισσότερο, λενινιστική σκοπιά. Είναι όμως ακρογωνιαίος λίθος και για την οικονομική ανάλυση. Πρακτικά λοιπόν τι σημαίνει αυτό; Ότι οι αμερικάνοι συλλήβδην ζουν εις βάρος των γερμανών; Όπως οι γερμανοί ζουν συλλήβδην εις βάρος των ελλήνων; (ή μήπως ανάποδα; ξέχασα ποιος κατηγορούσε ποιον εκείνα τα ωραία χρόνια του ευρωσκεπτικισμού). Δηλαδή, ο αμερικάνος που ζει κάτω από μια γέφυρα στο Μανχάταν ζει εις βάρος του έλληνα εφοπλιστή που έχει τα γραφεία του στη Νέα Υόρκη; Για ποιον είναι όπλο το δολάριο αλήθεια; Και εναντίον ποιανού;
Το τρίτο έχει να κάνει με το χαρακτήρα, το ρόλο, τις δυνάμεις, τη φύση του δολαρίου. Υπάρχει μια υπερφυσική διάσταση στο άρθρο. Παρουσιάζεται ως κάτι μοναδικό, ως κάτοχος μιας μονοπωλιακής δύναμης που δεν έχει άλλος κανείς κλπ. Μάλιστα, γίνεται η παρατήρηση ότι “η γέννηση του ευρώ δεν επηρέασε σημαντικά τη μονοπωλιακή ισχύ του δολαρίου”. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Υπάρχει μια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που μετράει συστηματικά την επίδραση του Ευρώ και λέγεται “Διεθνής Ρόλος του Ευρώ”.
Πώς μετριέται η δύναμη ενός τέτοιου χρήματος; Με διάφορους δείκτες. Από την σύνοψη της τελευταίας έκθεσης (2021) τραβήξαμε πρόχειρα το παρακάτω διάγραμμα. Φαίνεται εδώ ότι σε πέντε δείκτες (διεθνή αποθέματα, διεθνές χρέος, δάνεια, τζίρος συναλλάγματος, νόμισμα διεθνών πληρωμών) το ευρώ έχει ένα σεβαστό μερίδιο. Να σημειωθεί ότι εδώ δεν γίνεται καν αναφορά στις τιμολογήσεις στην παγκόσμια αγορά.
Το δολάριο είναι ιμπεριαλιστικό χρήμα. Τι σημαίνει αυτό; Ότι αφενός είναι χρήμα της εποχής του ιμπεριαλισμού και, αφετέρου, εκδίδεται από ιμπεριαλιστική χώρα. Το πρώτο τέτοιο χρήμα, δηλαδή το πρώτο ιστορικά ιμπεριαλιστικό χρήμα και το οποίο παραμένει ως τέτοιο είναι η βρετανική λίρα. Το ιμπεριαλιστικό χρήμα είναι διαχειρίσιμο χρήμα στο εσωτερικό ιμπεριαλιστικής χώρας, δηλαδή είναι πιστωτικό χρήμα αναγκαστικής κυκλοφορίας στην εσωτερική αγορά μιας μεγάλης καπιταλιστικής δύναμης. Η δραχμή ήταν κι αυτή διαχειρίσιμο χρήμα κάποια περίοδο, αλλά δεν είχε ποτέ χαρακτηριστικά ιμπεριαλιστικού χρήματος. Το διαχειρίσιμο χρήμα μετατρέπεται σε ιμπεριαλιστικό χρήμα, δηλαδή εδραιώνεται ως τέτοιο, με τους ίδιους μηχανισμούς που μια καπιταλιστική οικονομία εδραιώνεται ως ιμπεριαλιστική δύναμη.Ποιοι είναι αυτοί οι μηχανισμοί; Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε την καλοσύνη να συνοψίσει τους βασικότερους στο διάγραμμα που παραθέσαμε.
Τα παραπάνω σημεία χρειάζονται ανάπτυξη, αλλά αυτό θα απαιτούσε ένα άλλο σημείωμα. Είναι σημαντικό που το άρθρο του ΚΚ στην Ιταλία ανοίγει τη συζήτηση αυτή, αν και με στρεβλό τρόπο. Αυτή η στρέβλωση όμως είναι επικίνδυνη, καθώς μπορεί να οδηγήσει στην αθώωση των ιμπεριαλιστών εκτός ΗΠΑ. Ο ιμπεριαλισμός εδώ και πάνω από 100 χρόνια είναι μια πυραμίδα κι εκτός από την κορυφή και τη βάση έχει πάρα πολλά ενδιάμεσα σκαλοπάτια. Η σημασία του χρήματος δεν πρέπει να υπερτιμάται, αλλά ούτε και να υποτιμάται. Το σημαντικότερο όμως είναι η πολιτική προέκταση των παραπάνω.
Συνοψίζοντας, οι συγκρούσεις είναι ταξικές και όχι εθνικές (ή κρατικές), σε αυτές συγκρούονται καπιταλιστές και επιχειρήσεις που συσπειρώνονται πίσω από διαφορετικά κράτη, τα κράτη αυτά διαρθρώνονται ως προς τη διεθνή τους δύναμη με βάση μια σειρά από παραμέτρους, ανάμεσα στις οποίες βρίσκει κανείς το στρατό, την εξαγωγή κεφαλαίου και τη δύναμη του χρήματος τους στην παγκόσμια αγορά, κάποιοι θα κερδίσουν, κάποιοι θα χάσουν, αλλά αυτοί που δεν θα κερδίσουν σίγουρα και θα χάσουν σίγουρα, θα είναι οι λαοί τόσο των μεν όσο και των δε. Είναι αυτοί που ήταν και πριν χαμένοι, όσο ισχυρός κι αν ήταν ο στρατός ή το χρήμα της χώρας στην οποία διέμεναν και βρέθηκαν να πουλούν την εργατική τους δύναμη. Η σχετική τους θέση μάλιστα είναι σίγουρα χειρότερη όσο πιο δυνατό είναι το κεφάλαιο σε μία χώρα, αν και η απόλυτη μπορεί να είναι καλύτερη (μπορεί και όχι).
Αυτά τα ζητήματα είναι γενικά σημαντικά, αλλά σε περίοδο πολέμου γίνονται υψίστης σημασίας. Αν δεν είναι ξεκάθαρα, τότε μπορεί κανείς να βρεθεί στην αδύναμη θέση να διαλέξει ιμπεριαλιστή (τον πιο αδύναμο; ή τον πιο δυνατό;).
Αν λοιπόν θέλουμε να μείνουμε συνεπείς στο Λένιν, δεν αρκεί να διατυπώνουμε τη διαλεκτική σχέση οικονομίας – πολιτικής. Αν μη τι άλλο, θα πρέπει να την διαβάζουμε μέσα από το πρίσμα των ταξικών αντιθέσεων.