“Το ταμπού των ακατοίκητων νησιών πρέπει να καταργηθεί” – Ανασύρουν τον Βασίλη Κοντογιαννόπουλο να προπαγανδίσει ξερονήσια για πρόσφυγες

Ο Κοντογιαννόπουλος, ως καμένο χαρτί πολιτικά, δε χρειάζεται να τηρήσει κανένα πρόσχημα, προφέροντας δυνατά αυτό που ομοϊδεάτες του σε ισχυρότερες θέσεις προς το παρόν ψελλίζουν.

Το Βασίλη Κοντογιαννόπουλο οι περισσότεροι τον θυμούνται για το διαβόητο νομοσχέδιό τους στις αρχές της δεκαετίας του ’90, που προκάλεσε τις μεγαλύτερες μαθητικές κινητοποιήσεις της μεταπολίτευσης, καθώς και ως υπουργό την περίοδο της δολοφονίας του Νίκου Τεμπονέρα από τον οννεδίτη Καλαμπόκα στην Πάτρα. Ο Κοντογιαννόπουλος ακολούθησε από τότε πρακτική πολιτικού γυρολόγου, πηγαίνοντας στο ΠΑΣΟΚ του Σημίτη, χρηματίζοντας ένα φεγγάρι υφυπουργός υγείας, κι αργότερα συμμετέχοντας στο άδοξο νεοφιλελεύθερο επιχείρημα της “Δράσης” για να επιστρέψει έκτοτε στη στήριξη της ΝΔ. Έκτοτε κινείται στο περιθώριο της δημόσιας ζωής, επιδιώκοντας πάντως να συμβάλλει στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης μέσω της αρθρογραφίας του. Αυτή τη φορά, κι εν μέσω πανδημίας, ο Κοντογιαννόπουλος, με κείμενό του στην “Καθημερινή”, επανέρχεται σε ένα ζήτημα που σαφώς θα επανέλθει δυναμικά μετά τη λήξη του υγειονομικού συναγερμού.

Αυτό δεν αφορά παρά τη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος, κι ειδικότερα το θέμα της “αξιοποίησης” ακατοίκητων νησιών, που ήδη προ πανδημίας άρχισε να τίθεται εν είδει σφυγμομέτρησης των αντιδράσεων από τοπικούς παράγοντες των πληττόμενων νησιών, κυβερνητικούς βουλευτές και καθεστωτικούς δημοσιογράφους. Ο Κοντογιαννόπουλος, ως καμένο χαρτί πολιτικά, δε χρειάζεται να τηρήσει κανένα πρόσχημα, προφέροντας δυνατά αυτό που ομοϊδεάτες του σε ισχυρότερες θέσεις προς το παρόν ψελλίζουν, ότι δηλαδή “Το ταμπού των ακατοίκητων νησιών πρέπει να καταργηθεί”. Προσθέτει επίσης πως “Η ιδεολογική φόρτιση που προκαλεί η αναφορά σε «ερημονήσια» πρέπει να αγνοηθεί, ως εκτός τόπου και χρόνου. ” Ουσιαστικά υπαινίσσεται ότι οι συνειρμοί με Γυάρο και Μακρόνησο είναι κατάλοιπα “ιδεολογικής ηγεμονίας της αριστεράς”, με τα οποία ευκαιρία είναι να τελειώνουμε, το καλύτερο δε είναι να ξεχάσουμε και συνολικά το ρόλο που έπαιξαν τα ξερονήσια στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Δε διστάζει μάλιστα να παρουσιάσει ως “ανθρώπινες” τις δομές που θα μπορούσαν να κατασκευαστούν στα ακατοίκητα νησιά, “σε ελάχιστο χρόνο «επιστρατεύοντας» τις μεγάλες τεχνικές εταιρείες και με χρηματοδότηση από την ΕΕ”, κλείνοντας το μάτι στους επιχειρηματικούς ομίλους που ήδη έχουν πάρει πράσινο φως για κατασκευές κλειστών δομών, αλλά και σε άλλους επίδοξους αετονύχηδες που διαβλέπουν ότι η προσφυγική κρίση είναι “ευκαιρία” για τα κέρδη τους.

Στη συνέχεια, ο Κοντογιαννόπουλος μας σερβίρει τη δική του εκδοχή του “αν σας αρέσουν οι πρόσφυγες, να τους πάρετε στα σπίτια σας”, γράφοντας: “Στους «δικαιωματιστές», που είναι βέβαιο ότι θα αντιδράσουν,  μπορεί να προταθεί ειδικό πρόγραμμα επιδότησης για τη φιλοξενία ενός μετανάστη από κάθε οικογένεια. Έτσι θα αποκαλυφθεί η υποκρισία και θα πάψουν «να κουνάνε το δάχτυλο» στους πολίτες. Αυτούς που υφίστανται τις συνέπειες της επιδείνωσης των συνθηκών διαβίωσης τους από την ανεξέλεγκτη παρουσία μεταναστών και την ύποπτη δράση ορισμένων ΜΚΟ”.

Δημιουργώντας το ψευτοδίλημμα “δομές σε ξερονήσια ή κλειστά κέντρα στην ενδοχώρα”, χωρίς να κάνει φυσικά λέξη για την ανάγκη συνολικής σύγκρουσης με την πολιτική της ΕΕ που κρατά εγκλωβισμένους τους πρόσφυγες, παρότι η συντριπτική τους πλειοψηφία δεν επιθυμεί την παραμονή στην Ελλάδα, φτάνει στο σημείο να επικαλείται την “ανάταξη της ακροδεξιάς”. Εδώ δεν πρωτοτυπεί βέβαια, αφού η αντιμετώπιση της ακροδεξιάς, δια της ομοιοπαθητικής μεθόδου αποτελεί χαρακτηριστικό του δημόσιου λόγου εδώ και πολύ καιρό.

Στο τέλος, επικαλείται τις δημοσκοπήσεις, με τα κατευθυνόμενα ερωτήματα και υπό καθεστώς προπαγανδιστικής μονοκαλλιέργειας των ΜΜΕ, για να κάνει λόγο για “ρεαλιστική κι όχι συντηρητική στροφή κυβέρνησης και κοινωνίας” και “αίσθημα ασφάλειας” που “δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο”. Η απόπειρα κανονικοποίησης του ρατσιστικού λόγου ως “κοινής λογικής”, “χωρίς πολιτικό χρώμα” βρίσκεται μόνο στην αρχή της και θα ενταθεί πολύ περισσότερο μετά την επάνοδο στην όποια “κανονικότητα” μετά την πανδημία.

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: