Ρενουάρ: Η τέρψη των «καμπυλών»

Το γυναικείο γυμνό είναι το αγαπημένο θέμα του Ρενουάρ. Η γυναικεία εικόνα για τον Ρενουάρ είναι μητρική, καθησυχαστική, αισιόδοξη, χωρίς δόλο και διφορούμενα νοήματα. Η γυναίκα του Ρενουάρ είναι ηλιακή και ο μοναδικός σκοπός της είναι να γεμίσει και να φωτίσει τον χώρο που την περιβάλλει με τη δροσερή και ορμητική ζωτικότητά της, που είναι τόσο έντονη ώστε στους τελευταίους πίνακες ταυτίζεται με την ίδια τη φύση.

O Γάλλος ζωγράφος Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ (γεννήθηκε στις 25 του Φλεβάρη 1841 και έφυγε από τη ζωή στις 3 του Δεκέμβρη 1919)  είναι ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ιμπρεσσιονισμού.

Ρενουάρ: Η τέρψη των «καμπυλών»

Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ (1841-1919)

Ο Ρενουάρ είναι διάσημος για τα γυμνά με τις γεμάτες και εύρωστες φόρμες, που ο ίδιος χαρακτήρισε ως τα «καλύτερα έργα του θεού, το υπέρτατο κατόρθωμά Του». Το δικό του «αιώνιο θηλυκό» ακολούθησε πιστά τους κανόνες της δυτικής ζωγραφικής παράδοσης, από τα βάθη των αιώνων, έως τις πρώτες παραστάσεις που σχεδίασαν οι άνθρωποι στα σπήλαια. Το δικό του ιδεώδες της γυναικείας ομορφιάς είναι το ίδιο που έδωσε ζωή στις σαρκώδεις Αφροδίτες των Ελλήνων και των Λατίνων αλλά και στα έργα του Τιτσιάνο και του Ρούμπενς και που αργότερα θα εμπνεύσει τον Πικάσο και τον Ματίς.

Οι αναφορές του είναι ακριβείς και ξεκάθαρες. Τις μελέτησε στο Λούβρο και κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στη Γαλλία και το εξωτερικό και στη συνέχεια τις επεξεργάστηκε στις παραλλαγές του ίδιου θέματος, όπως συνέβη για παράδειγμα με τις Λουόμενες. Πειραματίστηκε και με εξωτικά θέματα, ζωγραφίζοντας μερικές οδαλίσκες, αλλά σύντομα τα εγκατέλειψε επειδή δεν ανταποκρίνονταν στην ευαισθησία του. Η γυναικεία εικόνα για τον Ρενουάρ είναι μητρική, καθησυχαστική, αισιόδοξη, χωρίς δόλο και διφορούμενα νοήματα. Τα μοντέλα του προσφέρουν τα σώματά τους μέσα σε μια έκρηξη χαράς, χωρίς υπολογισμούς ή αναστολές και παραδίδονται στο θαυμασμό, έχοντας συνείδηση της σαγηνευτικής ομορφιάς τους.

Η γυναίκα του Ρενουάρ είναι ηλιακή και ο μοναδικός σκοπός της είναι να γεμίσει και να φωτίσει τον χώρο που την περιβάλλει με τη δροσερή και ορμητική ζωτικότητά της, που είναι τόσο έντονη ώστε στους τελευταίους πίνακες ταυτίζεται με την ίδια τη φύση. Είμαστε πολύ μακριά από τον έρωτα των αρχών του 1800, που διαπνέεται από το πνεύμα του Βοκάκιου και άλλο τόσο από τις κομψές γυναίκες της Παρισινής Μπελ Επόκ, σύμβολα ενός κόσμου που ο Ρενουάρ γνώριζε καλά, αλλά, από τον οποίο προτίμησε να μείνει μακριά.

Ρενουάρ: Η τέρψη των «καμπυλών»

Πιέρ Ωγκύστ Ρενουάρ, Λουομένη (1893) – Εθνική Πινακοθήκη, Ουάσιγκτον

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Ρενουάρ δημιούργησε πολλά σημαντικά έργα. Ο καιρός του εμπρεσιονισμού είναι πια μακριά και η φάση του κλασικισμού, που ο καλλιτέχνης πέρασε ανάμεσα στα 1880 και 1890, έχει δώσει τους καρπούς της. Η άσκηση, ο έλεγχος, η αυτοκυριαρχία, στα χρόνια όπου, καθώς πίστευε, η εμπρεσιονιστική πείρα δεν είχε πια τίποτα να τού προσφέρει, έδωσαν τη θέση τους σε μια νέα έκρηξη χρωμάτων, που πλημμυρίζουν τα πρόσωπα και τα πράγματα.

Το γυναικείο γυμνό είναι, περισσότερο παρά ποτέ, το αγαπημένο θέμα του Ρενουάρ, που περιορίζει τον διάκοσμο για να δώσει σ’ αυτό το γυμνό τη δυνατότητα ν’ ανθοβολήσει σ’ όλη τη λαμπρότητά του. Οι φόρμες, σε μεγάλες διαστάσεις, λούζονται σ’ ένα διάχυτο φως, που τονίζει τους όγκους με λεπτότητα κι ευαισθησία. Τοποθετημένες σ’ ένα χώρο όπου κυριαρχούν, προσφέρουν μιαν όψη όλο και λιγότερο νατουραλιστική. Είναι ωστόσο δύσκολο να φανταστούμε ένα όραμα πιο ενοποιημένο, τόσο το χρώμα εμφανίζεται ομοιογενές και ικανό να διαποτίσει τα πάντα. Μόνο μερικοί πολύ μεγάλοι καλλιτέχνες στη διαδρομή της ιστορίας έδειξαν μια τέτοια ζωτικότητα και μια παρόμοια εκφραστική δύναμη.

Ρενουάρ: Η τέρψη των «καμπυλών»

Πιέρ Ωγκύστ Ρενουάρ, Οι μεγάλες λουόμενες (1887) – Μουσείο Τέχνης, Φιλαδέλφεια

Οι μεγάλες λουόμενες, το έργο, που βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας, ξεκίνησε το 1884 και ολοκληρώθηκε την άνοιξη του 1887. Εμπνεύστηκε από το ανάγλυφο του Φρανσουά Ζιραρντόν, που αναπαριστούσε το «Μπάνιο των νυμφών» και διακοσμούσε ένα σιντριβάνι στις Βερσαλλίες.

Για τη δημιουργία αυτών των γυμνών, ο Ρενουάρ εμπνεύστηκε από τα έργα του Φραγκονάρ, του Μπουσέ και άλλων Γάλλων ζωγράφων του 18ου αιώνα, τους οποίους μελέτησε με την παραίνεση του Εντμόν ντε Γκονκούρ, που γνώρισε μέσω της κυρίας Σαρπαντιέ. Το 1885, έγραψε στον Ντιράν-Ριέλ: «Δεν θέλω να συμμορφωθώ με τους δασκάλους του 18ου αιώνα αλλά να εξηγήσω προς ποια κατεύθυνση προσανατολίζομαι».

Ο νεωτερισμός αυτού του έργου έγκειται στην ακρίβεια με την οποία σχεδιάστηκαν τα περιγράμματα και στη χρήση ψυχρών τόνων. Ο Πισαρό κατηγόρησε τον Ρενουάρ ότι έδωσε μεγάλη έμφαση στις γραμμές «χωρίς να λάβει υπόψη του τη χρωματική αρμονία». Παρόλα αυτά, τα μοντέλα του, με τον έντονο αισθησιασμό που εκπέμπουν, είναι ένας ύμνος στη γαλήνη και τη χαρά της ζωής.

Αυτή είναι μία από τις πολυάριθμες σπουδές που πραγματοποίησε ο Ρενουάρ για τον πίνακα, και σήμερα φυλάσσεται στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο. Ο καλλιτέχνης ήταν πεπεισμένος ότι είχε δημιουργήσει ένα αριστούργημα, αλλά όταν εκτέθηκε από τον Ζορζ Πετί, τον Μάιο του 1887, δοκίμασε μεγάλη απογοήτευση από τα αρνητικά σχόλια και την αδυναμία κατανόησης από τους κριτικούς και τους συλλέκτες.

Πηγές

ArtBook – Renoir, εκδ. Electa – Ημερησία
Εθνική Πινακοθήκη Ουάσιγκτον, εκδ. Mondadori – Φυτράκης – Ελευθεροτυπία

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: