Βάλιας Σεμερτζίδης: «Έντονα χαράχτηκαν μέσα στη δουλειά μου και τη ζωή μου τα περιστατικά που εξέφρασαν το μεγάλο λαό μας…»
Έντονα χαράχτηκαν μέσα στη δουλειά μου και τη ζωή μου τα περιστατικά που εξέφρασαν το μεγάλο λαό μας. Έτσι μια και μέχρι σήμερα οι αγώνες είναι ίδιοι, μια και τίποτα, δεν άλλαξε φανερό γίνεται ότι ο στόχος της έκφρασης στην τέχνη δεν μπορεί παρά να είναι ίδιος.
Ο ζωγράφος και χαράκτης Βάλιας (Βαλεντίνος) Σεμερτζίδης γεννήθηκε στον Καύκασο στις 18 του Φλεβάρη 1911 κι έφυγε από τη ζωή την 1η του ίδιου μήνα το 1983. Στην Ελλάδα ήρθε το 1923. Το 1928 γράφτηκε στην Σχολή Καλών Τεχνών και σπούδασε στο εργαστήριο του Κωστή Παρθένη. Στη διάρκεια της κατοχής συμμετείχε στην Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ και στις αρχές του 1944 ανέβηκε στο βουνό, πρώτα στη Βίνιανη και μετά στα Άγραφα, όπου μελέτησε και σχεδίασε τη ζωή των ανθρώπων του βουνού και τον αγώνα των ανταρτών.
Μετά τον πόλεμο, ο Βάλιας Σεμερτζίδης ασχολήθηκε συστηματικά και με την χαρακτική. Μετά το 1957 ο ζωγράφος στράφηκε σταδιακά στον ηρωισμό της καθημερινής ζωής. Από το 1964 ως το θάνατό του, έζησε μεγάλα διαστήματα στη Ρόδο και φιλοτέχνησε έργα εμπνευσμένα από το τοπίο της.
Ακολουθεί απόσπασμα από τις Σημειώσεις του πάνω στο έργο του για το χρονικό διάστημα 1937-1963 (εκδ. Γκοβόστη, Αθήνα 1976).
«Στο βιβλίο αυτό το κείμενο δεν είναι η αυτοβιογραφία μου. Πιθανόν θα έπρεπε να ήτανε. Έτσι θα βοηθούσα περισσότερο τον ενδιαφερόμενο να καταλάβει το έργο μου. Ένα δεύτερο βιβλίο που ελπίζω να γίνει σύντομα θα είναι και αυτοβιογραφία. Είναι πολλά ενδιαφέροντα που θα μπουν στο δεύτερο αυτό βιβλίο. Τώρα δίνονται σημειώσεις που κρατούσα – δουλεύοντας τα έργα μου, όπως και τώρα, για ό,τι γίνεται γύρω μου, σημειώσεις που να δίνουν τις στιγμές που γινόταν το έργο. Και πάλι θα βοηθήσω όσο γίνεται περισσότερο τον αναγνώστη να παρακολουθήσει την πορεία μιας προσπάθειας για κατάκτηση του άπιαστου αυτού χώρου που λέγεται Τέχνη.
Ζωγραφική είχα πρωτοεκθέσει από το 1927, με μια ομάδα ερασιτεχνών στην Καλλιθέα. Εξέθεσα πιο υπεύθυνα το 1935 στη Διεθνή Θεσσαλονίκης. Έχω πολλές σημειώσεις που μιλάνε για όλη μου τη ζωγραφική προσπάθεια πριν το ’37. Όμως σκέφτηκα πως θάπρεπε ν’ αρχίσω μ’ ένα ντοκουμέντο. Κάτι που από μόνο του το περιστατικό έχει πειστικότητα και σαφήνεια. “Ο Βράχος στο Αιγάλεω”, ήταν μια έκφραση που κλείνει μέσα της σκέψη, γνώση, δέος, αυστηρότητα και που όλα αυτά μαζί αποδείχνουν πόσο σπουδαίος δάσκαλος ήταν ο Παρθένης, που πολλές φορές στο κείμενο του βιβλίου αυτού θα τον αναφέρω.
Ο Παρθένης αρνιόταν το ταλέντο. Μας έλεγε ότι η τέχνη είναι η σκληρή ασταμάτητα δουλειά και μελέτη, κι’ αυτό βασικά διαμόρφωσε την όλη προσπάθειά μου μέχρι σήμερα. Το ότι έγινε δεκτό ένα έργο μου στο Παρίσι, σε μια εποχή που το Παρίσι ήταν το διεθνές κέντρο προβολής της τέχνης και το γεγονός ότι με το έργο ασχολήθηκαν 4 μεγάλα περιοδικά, για μένα τον καιρό εκείνο ήταν μια σπουδαία ώθηση, ήταν κάτι που στερέωσε την πίστη και αποφασιστικότητα να προσπαθώ κι ας ήταν οι δυσκολίες κυριολεκτικά αξεπέραστες.
Ατέλειωτες σελίδες γεμίζουν οι σημειώσεις για το έργο και τη ζωή μου πριν από τον πόλεμο. Ήταν η πρώτη περίοδος των καλλιτεχνικών εξορμήσεων έτσι πήρα μέρος σ’ έκθεση των Ελεύθερων Καλλιτεχνών, των καλλιτεχνών Πειραιώς, σε Πανελλήνιες και σε Διεθνή Νέας Υόρκης. Όλα αυτά ήταν ώθηση για δουλειά, για δημιουργία, κι’ ακόμα όλα αυτά με προετοίμαζαν για τη δύσκολη στιγμή του πολέμου, που δύο χρόνια πριν, τον περιμέναμε κάθε μέρα. Έτσι θα περάσω στις σημειώσεις της κατοχής.
Η περίοδος της κατοχής αποφασιστικά διαμόρφωσε το νόημα της δημιουργικής προσπάθειας της δικής μου και μιας σειράς καλλιτεχνών. Το νόημα αυτό είναι: ΓΥΡΙΣΜΟΣ στις ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ του ΛΑΟΥ ΜΑΣ. Άντληση μορφής από την πάλη του για λευτεριά, για δημοκρατία. Έντονα χαράχτηκαν μέσα στη δουλειά μου και τη ζωή μου τα περιστατικά που εξέφρασαν το μεγάλο λαό μας. Έτσι μια και μέχρι σήμερα οι αγώνες είναι ίδιοι, μια και τίποτα, δεν άλλαξε φανερό γίνεται ότι ο στόχος της έκφρασης στην τέχνη δεν μπορεί παρά να είναι ίδιος.
Μορφή στους αγώνες του λαού, μορφή στον καθημερινό του μόχθο για όλες τις επιδιώξεις του, όχι πόλεμος, όχι απατή και πάνω απ’ όλα ελευθερία σκέψης, πράξης, ζωής. Ο καλλιτέχνης με δέος ζει τη δύναμη του ανθρώπου και της φύσης, με δέος αντικρύζει τη ζωή και το θάνατο – δεν μπορεί παρά έτσι να γεννιέται το έργο τέχνης, κι’ είναι αληθινό τότε μόνο, όταν έχει βαθιές ρίζες στη γης, στους ανθρώπους, στο κάθε τι που γίνεται στον δικό του τόπο. Αυτό δίνει διάρκεια στο έργο, αυτό δίνει ποιότητα, μορφή καινούργια.
Το έργο τέχνης κάνει πολιτική με τη μεγάλη της αλήθεια, όχι πολιτική των εκλογών. Η πολιτική στην τέχνη είναι ανακάλυψη εκείνων των μορφών ζωής που καθορίζουν την πορεία προς τα μπρος, που μάχονται το ψέμα, που αγωνίζονται για ειρήνη. Έτσι με την αναφορά στα έργα κατοχής και στις σημειώσεις δείχνω πως πλησιάζω την πράξη της πραγμάτωσης ενός έργου με στόχο σαφή που οδηγεί στην ολοκλήρωση της έκφρασης. Το έργο τέχνης δίνει πρόσωπο στους αγώνες του ανθρώπου, δίνει πρόσωπο σε όσα μας περιτριγυρίζουν, δίνει μορφή στη δύναμη, στην ομορφιά, στην αλήθεια στην πίστη για ένα καλύτερο αύριο».
Αυτά έγραφε σχετικά με τις σημειώσεις του στις 30 και 31 Ιουλίου 1976 στο Σκιάθι της Ρόδου.
«Τρίτη 25 -12 -45
Στον τοίχο έχω καρφωμένο ένα χαρτί 3,30 Χ 2, 25 κι’ εκεί πάνω προσπαθώ να χτίσω το έργο μου “Λαϊκό Δικαστήριο”. Η σύνθεση είναι στο ύπαιθρο. Είχα κάνει μια λεπτομέρεια 100 Χ 225, στην αριστερή μεριά του έργου από την πρώτη σύνθεση, που ήταν σε κλειστό χώρο. Μα η σκέψη να κάνω αυτό το θέμα στο ύπαιθρο δεν με άφηνε. Έτσι ύστερα από πολλές σπουδές σε μικρό σχήμα και μια 150 Χ 180 πέρασα στο μεγάλο που δουλεύω τώρα. Αυτή η σύνθεση είναι ολότελα κάτι άλλο. Το γενικό σχήμα που είναι μέσα εκεί, οι άνθρωποι, είναι σχεδόν το ίδιο με την αρχική σύνθεση. Έχουν προστεθεί φιγούρες που καθορίζουν με περισσότερη σαφήνεια για το πού γίνεται η δίκη αυτή. Ο βράχος πίσω από την ομάδα καθορίζει το χώρο. Ο ουρανός με σύννεφα που τρέχουν, η βλάστηση πάνω στο βράχο, η λιτότητα σ’ όλα υπογραμμίζουν τη δραματικότητα της στιγμής. Νιώθω επιτακτική ανάγκη να τους έχω εδώ μπροστά μου. Όσο πιο πολύ μεγαλώνει το έργο τόσο πιο πολύ θέλεις τη ζωντανή αφορμή κοντά σου. Κάνω μικρές σπουδές για τη “Διαδήλωση”.
Την έχω δουλέψει σε διαστάσεις 70 Χ 1,40. Τώρα κάνοντας μικρά ψάχνω για λύσεις διάφορες, προβλήματα που περιμένουν τη λύση τους. Η μετατροπή του θέματος σε σχήμα και χρώμα είναι μια αγωνία. Κρύο, ζεστό, γκρίζο, χρώμα, όλ’ αυτά κι όταν βρουν τη βασική μορφή η λεπτομέρεια είναι υπόθεση δουλειάς. Κι’ ανάλυσης. Καμιά γραμμή, καμιά κουκίδα, ΚΑΝΕΝΑ μεγάλο ή μικρό σχήμα δεν μπορεί να είναι μέσα στο έργο δίχως λόγο.
Κανένα χρώμα και κανένας τόνος δίχως να μιλάνε αυτά για το βαθύτερο νόημα του έργου. Ακόμα. Το χτίσιμο της πάστας του χρώματος, όλ’ αυτά μαζί ενωμένα οδηγούν στο έργο Τέχνης.
Σήμερα είναι Χριστούγεννα. Είναι τα δεύτερα μετά την απελευθέρωση. Τα πρώτα πέρασαν στις μάχες λαού κι’ εκείνων που συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς. Τώρα, τα Χριστούγεννα περνάνε με γεμάτες τις φυλακές με αγωνιστές, με νέους αγώνες του λαού, για τη λευτεριά, με πείνα, με πληθωρισμό όμοιο με της κατοχής, με τρομοκρατία όμοια με της Κατοχής, με εχθρό ξένο, με νέα Κατοχή, Αγγλική τώρα. Προχθές Κυριακή μια νέα κοσμοθάλασσα γέμισε τους δρόμους της Αθήνας. Η κραυγή ήταν: Γενική Αμνηστία κι’ Αναγνώριση της Αντίστασης. Το Παναθηναϊκό Στάδιο γεμάτο. Πήγα στο τέλος της συγκέντρωσης. Ήθελα να δω τους ΠΟΛΛΟΥΣ. Ήθελα να δω τα μάτια τους. Κι’ είδα τα ίδια που περπάταγαν στους δρόμους με τους Ιταλούς και Γερμανούς αντικρίτους. Η ίδια αποφασιστικότητα η ίδια δύναμη γεμάτη αγανάκτηση.
Μελέτησα όσο μπορούσα πιο πολύ. Έτσι θα μπορούσα να συνεχίσω τα έργα μου. Γι’ αυτό πήγα.»