Βασίλι Καντίνσκι – Ο “Γαλάζιος Καβαλάρης” της Αφηρημένης Τέχνης

Ο Καντίνσκι ίδρυσε στο Μόναχο την καλλιτεχνική ομάδα «Γαλάζιος Καβαλάρης», εισάγοντας το νέο ιδίωμα στη ζωγραφική, δίνοντας νέα ώθηση στο μοντερνισμό που ήδη είχε δώσει πλειάδα νέων ρευμάτων από τις αρχές του αιώνα.

Από τους πρωτοπόρους της λεγόμενης «Αφηρημένης Τέχνης», ο Βασίλι Καντίνσκι αναμφίβολα υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ου αιώνα. Μετά από σειρά πρωτοποριακών εκθέσων, ο Καντίνσκι ίδρυσε στο Μόναχο την καλλιτεχνική ομάδα «Γαλάζιος Καβαλάρης», εισάγοντας το νέο ιδίωμα στη ζωγραφική, δίνοντας νέα ώθηση στο μοντερνισμό που ήδη είχε δώσει πλειάδα νέων ρευμάτων από τις αρχές του αιώνα.

Καντίνσκι

Ο Καντίνσκι γεννήθηκε στις 4 Δεκέμβρη 1866 και μια από τις προγιαγιάδες του ήταν πριγκίπισα της Μογγολίας. Η οικογένειά του ήταν εύπορη κι έτσι από μικρή ηλικία ο Βασίλι ταξίδεψε στη Βενετία, τη Ρώμη, τη Φλωρεντία και διάφορα μέρα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Ολοκλήρωσε τη σχολική του εκπαίδευση στην Οδησσό, όπου μετακόμισε η οικογένειά του το 1871 κι έμαθε να παίζει πιάνο και τσέλο. Άρχισε να ασχολείται ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική, πιστεύοντας ότι κάθε χρώμα έχει δική του, μυστηριώδη ζωή, αντίληψη στην οποία βασίστηκε η Αφηρημένη Τέχνη.

Σπούδασε νομικά και οικονομικά στη Μόσχα και το 1889 στα πλαίσια πανεπιστημιακής αποστολής στη ρωσική ύπαιθρο επηρεάστηκε από τη λαϊκή ζωγραφική των χωρικών. Έγινε διδάκτορας το 1893, αλλά το ενδιαφέρον για την επιστήμη του είχε υποχωρήσει. Άρχισε να εργάζεται ως επικεφαλής φωτογραφικού τμήματος σε τυπογραφείο της ρωσικής πρωτεύουσας, αλλά στα 30 του χρόνια απέρριψε μια έδρα νομικής στο πανεπιστήμιο του Ντορπάτ στην Εσθονία για να πάρει το τραίνο για τη Γερμανία με στόχο να γίνει ζωγράφος.

Σπούδασε ζωγραφική σε ιδιωτική σχολή και στη συνέχεια στην Ακαδημία του Μονάχου. Ξεκίνησε επηρεασμένος από διάφορα ρεύματα της εποχής, ιδίως τον εξπρεσιονισμό, τον πουαντιγισμό αλλά και την αρ νουβώ. Το 1903 παρουσίασε την πρώτη προσωπική του έκθεση στη Μόσχα και τα επόμενα χρόνια πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική.

Μπλε βουνό

Από το 1909 άρχισε να αναπτύσσει το προσωπικό του στυλ. Ήδη οι κυβιστές ζωγράφοι είχαν ξεκινήσει να αναπαριστούν μια θραυσματική αντίληψη της πραγματικότητας που ξάφνιζε τους θεατούς, ενώ και άλλοι καλλιτέχνες διεκδικούν τον τίτλο του πρόδρομου της αφηρημένης ζωγραφικής. Κανείς όμως δεν πέτυχε την εμβέλεια του Καντίνσκι, ακόμα κι αν γίνει δεχτή η θέση πως ένα άτιτλο έργο του που θεωρείται η «Πρώτη αφηρημένη ελαιογραφία» δε χρονολογείται στα 1910, αλλά τρία χρόνια αργότερα. Ήδη εξάλλου στον πίνακά του «Μπλε βουνό» (1908) η έντονη σχηματικότητα και τα αφύσικα χρώματα προαναγγέλλουν τη μη αναπαραστατική τέχνη.

Οι πίνακές του μεταξύ 1912 και 1913, με την έντονη δραματικότητά τους θεωρούνται από τους ιστορικούς τέχνης αποκορύφωμα της καλλιτεχνικής του δημιουργίας. Μετά από διαφωνία του με την ομάδα «Ένωση Νέων Καλλιτεχνών», συνίδρυσε μαζί με το Γερμανό ζωγράφο Φραντς Μαρκ το κίνημα «ο Γαλάζιος Καβαλάρης».

Επέστρεψε στη Ρωσία μετά το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, Τα πρώτα χρόνια της Οχτωβριανής Επανάστασης είχε στενές σχέσεις με τις σοβιετικές αρχές, και το 1918 έγινε μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Μόσχας και μέλος του τμήματος τέχνης του υπουργείου παιδείας. Αναμείχθηκε ενεργά στην αναδιοργάνωση 22 μουσείων σε όλη την σοβιετική επικράτεια, ενώ το 1920 έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας και τιμήθηκε με κρατική έκθεση αφιερωμένη στο πρόσωπό του, Ένα χρόνο μετά υπήρξε από τους ιδρυτές και διευθυντής του Καλλιτεχνικού Ινστιτούτου Μόσχας. Η τέχνη του Καντίνκσι καταγγέλθηκε ως αστική από άλλα μέλη του ινστιτούτου κι έτσι αποδέχτηκε την πρόσκληση της σχολής του Μπάουχαους το 1922 για να διδάξει στην έδρα της στη Βαϊμάρη.

Εκείνη την περίοδο τα γεωμετρικά στοιχεία, κυρίως ο κύκλος, το ημικύκλιο, οι γωνίες, οι καμπύλες και οι ευθείες κυριαρχούν στο έργο του. Το 1923, μαζί με τους Πάουλ Κλέε, Λιονέλ Φάινινγκερ και Αλεξέι φον Γιαβλένσκι ίδρυσε την ομάδα «Οι γαλάζιοι τέσσερις», που έκανε εκθέσεις και διαλέξεις στις ΗΠΑ το 1924. Η αντίδραση της ακροδεξιάς ανάγκασε τη σχολή του Μπαουχάους να αλλάξει δυο φορές την έδρα της, καταλήγοντας στο Βερολίνο, ώσπου διαλύθηκε με την άνοδο των ναζί στην εξουσία το 1933, που προκάλεσε και τη φυγή του Καντίνσκι στο Παρίσι. Οι ναζί αντιμετώπισαν το έργο του Καντίνσκι ως κατεξοχήν παράδειγμα «εκφυλισμένης» τέχνης, ενώ ορισμένοι πίνακές του καταστράφηκαν.

Στο Παρίσι άρχισε να εισάγει μορφές που προσιδιάζουν σε μικροοργανισμούς, οι οποίοι επέχουν θέση εκφραστή της εσωτερικής ζωής του καλλιτέχνη. Οι χρωματικές του συνθέσεις είναι έντονες, αντανακλώντας τη ρωσική λαϊκή τέχνη, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποιεί και άμμο στην ανάμειξη των χρωμάτων του, δημιουργώντας μια πολύ ιδιαίτερη υφή στους πίνακές του. Το 1936 και 1939 ζωγράφισε τους δυο τελευταίες μεγάλους του πίνακες, τη «Σύνθεση ΙΧ», που θυμίζει έμβρυο στη μήτρα και την αινιγματική «Σύνθεση Χ», όπου εμφανίζονται μεταξύ άλλων και ιερογλυφικά σε παστέλ τόνους. Συνέχιζε να ζωγραφίζει κάθε μέρα της ζωής του ως το τέλος, όταν πέθανε από αρτηριοσκλήρωση σαν σήμερα το 1944 στο Νεϊγί του Σηκουάνα.

Δύσκολες Νύχτες

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: