Για τις αυξήσεις-σοκ της τιμής των εισιτηρίων στους αρχαιολογικούς χώρους
Κατηγοριοποίηση… επισκεψιμότητα… εισπραξιμότητα… Αυτό είναι το τρίπτυχο της κυβέρνησης σχετικά με τη νέα τιμολογιακή πολιτική για τους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία.
Αυξήσεις – σοκ αποφάσισε το υπουργείο Πολιτισμού για τα εισιτήρια των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων, που έχει στην ευθύνη του και είναι περίπου 350.
Η απόφαση της κυβέρνησης να εκτοξεύσει την τιμή των εισιτηρίων στα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους αποτελεί βαρύ πλήγμα για την πρόσβαση και την επαφή των λαϊκών στρωμάτων με την πολιτιστική κληρονομιά και την ιστορία του τόπου. Ουσιαστικά με το συγκεκριμένο μέτρο, σε συνδυασμό με τα άλλα αντιλαϊκά μέτρα και την ακρίβεια που μαστίζει, οι τιμές εισόδου στους αρχαιολογικούς χώρους γίνονται παντελώς απαγορευτικές για τις λαϊκές οικογένειες.
Πιο συγκεκριμένα, η νέα τιμολογιακή πολιτική των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων, που βασίζεται σε ειδική μελέτη, την οποία ανέθεσε ο αρμόδιος Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων, θα εφαρμοστεί σε δύο φάσεις.
Από 1η Απρίλη του 2024 καταργούνται τα ενιαία εισιτήρια εισόδου με παραπάνω του ενός Αρχαιολογικών Χώρων ή Μουσείων. Για παράδειγμα, μέχρι σήμερα ίσχυε ότι όποιος επιθυμούσε μπορούσε να εκδώσει ένα ενιαίο εισιτήριο για την Ακρόπολη, που εκτός από την επίσκεψη στον Βράχο περιελάμβανε στην ίδια τιμή και είσοδο στην Αρχαία Αγορά Αθηνών – Αρειο Πάγο, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αρχαίας Αγοράς Αθηνών, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κεραμεικού, στον Αρχαιολογικό Χώρο Λυκείου, στη Βιβλιοθήκη Αδριανού, στη Βόρεια Κλιτύ Ακροπόλεως Αθηνών, στον Κεραμεικό, στη Νότια Κλιτύ Ακροπόλεως Αθηνών, στο Ολυμπιείο και στη Ρωμαϊκή Αγορά Αθηνών. Από εδώ και στο εξής θα πρέπει να πληρώνει ξεχωριστό εισιτήριο.
Επίσης, σε αυτή την πρώτη φάση προβλέπεται δυνατότητα παροχής υπηρεσιών «εξατομικευμένης επίσκεψης» στην Ακρόπολη. Αυτό το τελευταίο θα αφορά επισκέψεις για VIP, δηλαδή επισκέψεις εκτός του ωραρίου λειτουργίας με πολύ υψηλό αντίτιμο, στην πλέον αγοραία λογική της αξιοποίησης των αρχαιολογικών χώρων ως εμπορικού προϊόντος που προσδίδει προστιθέμενη αξία στον τουρισμό.
Στη δεύτερη φάση, που θα ισχύσει από 1η Απρίλη του 2025, την οποία προκλητικά το υπουργείο Πολιτισμού ονομάζει «εξορθολογισμό» των εισιτηρίων, εκτός από τις μεγάλες αυξήσεις προβλέπεται και η κατάργηση του μειωμένου εισιτηρίου που ίσχυε τους χειμερινούς μήνες. Πλέον, θα καθιερωθεί η ίδια τιμή χειμώνα και καλοκαίρι. Είναι χαρακτηριστικό ότι η είσοδος μόνο για τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης εκτοξεύεται στα 30 ευρώ, από τα 10 και 20 ευρώ που ήταν τώρα για τη χειμερινή και καλοκαιρινή περίοδο αντίστοιχα, η είσοδος για όλους τους εμβληματικούς χώρους θα ανέρχεται στα 20 ευρώ, ενώ και το φθηνότερο εισιτήριο αυξάνεται στα 5 ευρώ από 2 ευρώ που είναι τώρα, αύξηση της τάξης του 150%. Αυξήσεις προβλέπονται και στα 5 μεγαλύτερα μουσεία της χώρας, τις οποίες θα καθορίσουν οι νέες διοικήσεις των Μουσείων ΝΠΔΔ.
Αυτή θα είναι η δεύτερη μεγάλη αύξηση μέσα σε 8 χρόνια, καθώς η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το 2015, είχε πάει το εισιτήριο για την Ακρόπολη στα 20 ευρώ από 12, για την Κνωσό από 6 ευρώ σε 15 κ.ο.κ.
Κατηγοριοποίηση… επισκεψιμότητα… εισπραξιμότητα…
Αυτό είναι το τρίπτυχο της κυβέρνησης σχετικά με τη νέα τιμολογιακή πολιτική για τους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία. Οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία μας «αξιολογούνται» και «κατηγοριοποιούνται» με κριτήριο την επισκεψιμότητα και την εισπραξιμότητα. Επόμενο είναι ότι θα αναπτυχθούν ακόμα παραπέρα κάθε είδους δραστηριότητες προκειμένου να «προσελκύσουν» πελάτες και να μεγιστοποιήσουν τα έσοδά τους, ενώ θα επιταχυνθεί και η διείσδυση των επιχειρηματικών ομίλων στην προστασία, στην ανάδειξη και την παντοειδή εκμετάλλευση της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Με κάθε τρόπο χρειάζεται να αποτραπεί αυτή η απαράδεκτη και βαθιά αντιλαϊκή τιμολογιακή πολιτική. Παράλληλα να εξασφαλιστούν από την κυβέρνηση όλες οι απαραίτητες προϋποθέσεις (μορφωτικές, οικονομικές, εκπαιδευτικές, κοινωνικές) για μαζική πρόσβαση των λαϊκών στρωμάτων στους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς. Να προχωρήσει η κυβέρνηση άμεσα σε προσλήψεις μόνιμου και σταθερού προσωπικού, ενίσχυση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, καμιά εκχώρηση υπηρεσιών σε ιδιώτες.