Ίνγκριντ Μπέργκμαν – Η επιτυχία, το σκάνδαλο και η “αποκατάσταση”
Το σκάνδαλο έλαβε τεράστιες διαστάσεις, φτάνοντας ως την αμερικανική γερουσία, όπου ένα μέλος την αποκάλεσε: “Ένα φρικτό παράδειγμα γυναικείας φύσης και μια ισχυρή επίδραση του κακού”. Η ηθοποιός αποκλείστηκε από όλες τις χολιγουντιανές παραγωγές και επέστρεψε στην Ευρώπη, όπου έπαιξε σε γαλλικές και ιταλικές ταινίες και παντρεύτηκε το Ροσελίνι
Γεννήθηκε και πέθανε ακριβώς την ίδια μέρα, σαν σήμερα, μία από τις μεγαλύτερες σταρ του παλιού χολιγουντιανού κινηματογράφου, γνωστή σήμερα κυρίως για την εμβληματική ερμηνεία της στο πλευρό το Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ στην ταινία – μύθο “Καζαμπλάνκα”.
Η Σουηδέζα ηθοποιός, με την ηρεμία και τη σοφιστικέ εμφάνιση, ενσάρκωσε ένα εκλεπτυσμένο πρότυπο εξιδανικευμένης θηλυκότητας και φυσικής ομορφιάς. Έχασε τη μητέρα της σε ηλικία μόλις 2 ετών, ενώ 10 χρόνια μετά έμεινε ορφανή και από πατέρα. Παρά την εσωστρεφή της φύση, ονειρευόταν από μικρή να γίνει ηθοποιός, επιτυγχάνοντας την εισαγωγή της στη Βασιλική Ακαδημία Θεάτρου στη Στοκχόλμη. Το 1935 έκανε την πρώτη κινηματογραφική της εμφάνιση στη Σουηδία, ξεχωρίζοντας αμέσως για τις ερμηνείες της σε απαιτητικούς ρόλους. Μάλιστα η ταινία της “Intermezzo” γυρίστηκε και σε χολιγουντιανή εκδοχή το 1939, γνωρίζοντας εμπορική επιτυχία και ανοίγοντάς της την πόρτα για μια σπουδαία διεθνή καριέρα.
Η απόλυτη καθιέρωση ήρθε με την κλασική “Καζαμπλάνκα” (1942) όπου υποδύεται την Ίλσα Λουντ που καλείται να διαλέξει μεταξύ του μεγάλου της έρωτα (που τον υποδύεται ο Μπόγκαρτ) και του αντιστασιακού συζύγου της, που θεωρούσε νεαρό, με φόντο την αφρικανική πόλη εν μέσω πολέμου.
Ακολούθησε μια σειρά αξιόλογων εμφανίσεων, ανάμεσά τους το “Για ποιον χτυπάει η καμπάνα”, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Χέμινγουεϊ και ο “Εφιάλτης” (1944) ένα φιλμ νουάρ που της χάρισε το πρώτο Όσκαρ ερμηνείας ως γυναίκα ενός μοχθηρού συζύγου που προσπαθεί να την τρελάνει. Μετά τον πόλεμο ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε το κατασκοπευτικό θρίλερ του Χίτσκοκ “Υπόθεση Νοτόριους” (1946) που περιέχει και μια διαβόητη για τα ήθη της εποχής σκηνή φιλιού με τον Κάρυ Γκραντ, διάρκειας 2,5 λεπτών. Για να ξεπεράσει το σκόπελο της λογοκρισίας, ο Χίτσκοκ έβαλε τους ηθοποιούς ανά τρία δευτερόλεπτα να ανταλλάσσουν ερωτόλογα, για να μην ξεπεραστεί το ανώτατο επιτρεπόμενο χρονικό όριο. Η ευκολία με την οποία μπορούσε να εναλλάσσει την ερμηνευτική της γκάμα η Μπέργκμαν, φαίνεται κι από το ρόλο της ως Ζαν ντ’ Αρκ στην ομώνυμη ταινία το 1948, για τον οποίο απέσπασε την τέταρτη υποψηφιότητά της για Όσκαρ.
Δεδομένου του χαμηλού προφίλ της, το σοκ που προκάλεσε στη συντηρητική αμερικανική κοινωνία η δημοσιοποίηση της εξωσυζυγικής της σχέσης με τον Ιταλό σκηνοθέτη Ρομπέρτο Ροσελίνι ήταν ακόμα μεγαλύτερο. Γνωρίστηκαν στα γυρίσματα της ταινίας “Στρόμπολι” το 1950 κι απέκτησαν ένα γιο πριν ακόμα η Μπέργκμαν χωρίσει τον πρώτο της σύζυγο. Το σκάνδαλο έλαβε τεράστιες διαστάσεις, φτάνοντας ως την αμερικανική γερουσία, όπου ένα μέλος την αποκάλεσε: “Ένα φρικτό παράδειγμα γυναικείας φύσης και μια ισχυρή επίδραση του κακού”. Η ηθοποιός αποκλείστηκε από όλες τις χολιγουντιανές παραγωγές και επέστρεψε στην Ευρώπη, όπου έπαιξε σε γαλλικές και ιταλικές ταινίες και παντρεύτηκε το Ροσελίνι, αποκτώντας άλλα δύο παιδιά, ανάμεσά τους την ηθοποιό και μοντέλο Ισαμπέλα Ροσελίνι.
Έκανε θριαμβευτική επάνοδο στο Χόλιγουντ το 1956 με την “Αναστασία”, ένα φιλμ ταιριαστό με το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής, που της έδωσε το δεύτερο χρυσό αγαλματίδιο. Συνέχισε με επιτυχία την καριέρα της τόσο στη μεγάλη όσο και στη μικρή οθόνη, ενώ ιδιαίτερα τις δεκαετίες του 60′ και του 70′ κέρδισε μεγάλη αναγνώριση ως θεατρική ηθοποιός. Η τελευταία σπουδαία κινηματογραφική της ερμηνεία ήταν εκείνη της πιανίστριας στο οικογενειακό δράμα του συνονόματου Ίνγκμαρ Μπέργκμαν “Φθινοπωρινή σονάτα” (1978).
Έφυγε από τη ζωή το 1982 σε ηλικία 67 ετών.